Ο παπά Μιχάλης είναι ο άνθρωπος που εδώ και χρόνια κρατάει μέσα του όλα τα μυστικά των κατοίκων της Άνω Ποριάς στον «Σασμό». Μειλίχιος, με κατανόηση στα ανθρώπινα πάθη και τις αδυναμίες, αποφεύγει να ρίξει λάδι στη φωτιά της βεντέτας που σιγοκαίει. Ο ρόλος τους είναι ρόλος εξομολογητή και παρηγορητή και τον υπηρετεί αγόγγυστα, με την βοήθεια και της αγαπημένης του συζύγου.
Όμως, το βάρος που θα κληθεί αυτή τη φορά να σηκώσει στους ώμους του είναι ικανό να λυγίσει και τον πιο «σκληρό».
Ο Μανόλης -το είδαμε όλο το προηγούμενο διάστημα- δεν αντέχει να φέρνει πάνω του το βάρος του μυστικού του φονιά του Στεφανή. Η απόφαση που έλαβε σε μια στιγμή πέρυσι να μην καταδώσει τον Μαθιό τον έχει διαλύσει. Πόσο μάλλον που τη δολοφονία του Στεφανή ακολούθησαν ο θάνατος του Πετρή και, πιο πρόσφατα, του Άγγελου.
Ο αδελφός της Θοδώρας επιρρίπτει στον εαυτό του ευθύνες για τους δύο αυτούς θανάτους. Θα είχαν συμβεί αν ο ίδιος δεν είχε κρατήσει το στόμα του κλειστό; Αλλά ο φόβος ότι η αποκάλυψη της αλήθειας θα συντρίψει τον Νικηφόρο και τη Βασιλική τον σταματάει από το να απευθυνθεί στον Φραγκιαδάκη. Και στο καπάκι έδωσε μια υπόσχεση στον Μαθιό πριν από τον γάμο που δεν έγινε. Ότι θα πάρει μαζί του το μυστικό του.
Πιεσμένος από όλες τις πλευρές, ο Μανόλης δεν αντέχει να κρατάει άλλο μέσα του την αλήθεια. Η ανάγκη του να μοιραστεί το βάρος οδηγεί τα βήματα του στην εκκλησία. Ο άνθρωπος στον οποίο θα εξομολογηθεί όλα όσα συνέβησαν εκείνο το μοιραίο πρωί, πριν την ανακάλυψη του νεκρού σώματος του Στεφανή, θα είναι ο παπά Μιχάλης.
Ο θεματοφύλακας των μυστικών του χωριού, ο μόνος άνθρωπος που ήξερε το μυστικό του θανάτου της Ανθούλας και τον ρόλο που διαδραμάτισαν η Καλλιόπη και η Ειρήνη, για πρώτη φορά λυγίζει υπό το βάρος της αλήθειας. Ο παπά Μιχάλης παθαίνει έμφραγμα και το χωριό ολόκληρο αγωνιά για την έκβαση της περιπέτειας της υγείας του. Ανάμεσά τους και ο Μανόλης, που βρίσκει άλλη μια «ευκαιρία» για να παραδοθεί στις ενοχές του.