Μέχρι πριν έξι χρόνια, ακόμη και μέσα στην οικονομική κρίση και την στιγμή που οι τιμές στην αγορά… έπεφταν (αποπληθωρισμός), όποιος συνταξιούχος έπαιρνε σύνταξη κάτω από 600 ευρώ, ελάμβανε και επίδομα (ΕΚΑΣ), δηλαδή συν 230 ευρώ.
Σήμερα που η ακρίβεια «τρώει» τις πενιχρές αποδοχές εργαζομένων και συνταξιούχων, όταν το λίτρο της βενζίνης έχει ξεπεράσει τα 2 ευρώ και οι λογαριασμοί ρεύματος προκαλούν… ηλεκτροσόκ, περισσότεροι από 910.000 συνταξιούχοι λαμβάνουν αποδοχές μικρότερες από 600 ευρώ. Και, αντί για πάγια ενίσχυση του εισοδήματός τους, για την επαναφορά δηλαδή του ΕΚΑΣ (σ.σ. είχε θεσμοθετηθεί το 1996), ανακοινώνονται κατά περίπτωση, π.χ. Χριστούγεννα, Πάσχα, σε… προεκλογικές περιόδους κ.λπ. διάφορα γλυκαντικά:
-Τον περασμένο Δεκέμβριο 250 ευρώ (σ.σ. σχεδόν στο ύψος του ΕΚΑΣ ενός μήνα μέχρι το 2016).
-Τώρα εν όψει Πάσχα άλλα 200 €.
-Πλέον είναι αβέβαιη άλλη-έκτακτη ενίσχυση στο μέλλον, ακόμη και εάν προκηρυχτούν εκλογές, λόγω της δημοσιονομικής αδυναμίας της χώρα: τεράστιο έλλειμμα για τρίτη συνεχή χρονιά φέτος, χρέος σταθερά πάνω από 200% του ΑΕΠ, το υψηλότερο παγκοσμίως (μαζί με την ιάπωνα), χωρίς επενδυτική βαθμίδα το αξιόχρεο της χώρας, τα επιτόκια αυξάνονται κ.α.
Το παλαιό ΕΚΑΣ κυμαινόταν από 57,5 ευρώ το μήνα, το οποίο χορηγούνταν για μηνιαίο ποσό σύνταξης έως 665 ευρώ και κλιμακωνόταν μέχρι τα 230 ευρώ, για μικρότερες μηνιαίες αποδοχές, στα 601 ευρώ. Δηλαδή το Επίδομα Αλληλεγγύης Συνταξιούχου, κοινώς ΕΚΑΣ, ισοδυναμούσε με το ποσό της κύριας σύνταξης (γήρατος, χηρείας ή θανάτου) που λαμβάνουν σήμερα σχεδόν… 80.000 συνταξιούχοι. Αυτός είναι ο αριθμός όσων λαμβάνουν σύνταξη κάτω από 230 ευρώ σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του συστήματος «ΗΔΙΚΑ»…
Και μάλιστα αυτή η κρατική ενίσχυση (σ.σ. από τον προϋπολογισμό) δινόταν και αρκετά υψηλά οικονομικά κριτήρια. Όπως το ετήσιο ατομικό εισόδημα να φτάνει ακόμη και τα 8.884 ευρώ και το ετήσιο οικογενειακό (μαζί με την/τον σύζυγο), έως και τα 11.000 ευρώ.
Πότε σταμάτησε το ΕΚΑΣ
Το ΕΚΑΣ άρχισε να καταργείται σταδιακά από το 2017, μετά την ψήφιση του νόμο 4387/16 καθώς ήταν απαίτηση των δανειστών προκείμενου να μειωθεί η συνολική συνταξιοδοτική δαπάνη.
Έτσι από το 2010 και μέχρι σήμερα οι συνταξιούχοι δέχονται μόνο ονομαστικές μειώσεις στις αποδοχές τους, ενώ από το περασμένο φθινόπωρο πραγματοποιείται επίθεση στο (πραγματικό) διαθέσιμο εισόδημα (με τον πληθωρισμός που αναμένεται να φτάσει σε διψήφιο ποσοστό αυτόν τον μήνα και την ακρίβεια στα βασικά είδη διατροφής την στέγαση και την θέρμανση).
Μάλιστα, δεν προβλέπεται καμία αναπροσαρμογή μέσα στο έτος, ακόμη και να διατηρηθεί και το επόμενο 9μηνο ο πληθωρισμός στα ίδια επίπεδα. Η όποια αναπροσαρμογή θα ανακοινωθεί το 2023. Και πιθανότατα αυτό το ποσοστό δεν θα είναι καν το ήμισυ του φετινού πληθωρισμού. Καίτοι ο νόμος προβλέπει αναπροσαρμογή κατά 50% του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (δηλαδή συνεισφορά 5% εάν ο τιμάριθμο κλείσει στο 10% τον Δεκέμβριο) συν 50% από το ΑΕΠ (ήτοι 2,5% εάν πάει, με βάσει όλες τις προβλέψεις, ο τουρισμός το καλοκαίρι και έχουμε οικονομική μεγέθυνση 5%). Με βάσει το γράμμα του νόμου σε μια τέτοια περίπτωση η αναπροσαρμογή θα έπρεπε να είναι στο 7,5% για όλες τις συντάξεις.