Σαν το πιο προβληματικό και αμφισβητήσιμο δημόσιο έγγραφο αναδεικνύεται το «εκκαθαριστικό» της σύνταξης. Στις πλείστες των περιπτώσεων ότι γράφει πάνω είναι ημιτελές, εάν δεν είναι… λάθος.
Αν και η ανάκτηση του «εκκαθαριστικού» απαιτεί ειδικές γνώσεις, καθώς πρέπει κανείς να εντρυφήσει σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, να μπει στο site του ΕΦΚΑ, να κάνει χρήση των κωδικών taxisnet και να πατήσει «εκτύπωση», ώστε να δει εάν το ποσό που πιστώνεται στον τραπεζικό του λογαριασμό είναι το ίδιο που υπολογίζει το ταμείου του, ωστόσο ποτέ δεν θα μάθει:
- Πώς έγινε ο επανακαθορισμός της σύνταξης με βάση τα νεώτερα-μειωμένα ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου 4387/16 (Κατρούγκαλου)
- Πώς αναπροσαρμόστηκε η ίδια σύνταξη στην πορεία, για όσους έχουν πάνω από 30 χρόνια ασφάλισης, με βάση τον νόμο 4670/20 (Βρούτση).
Οι αμφιβολία για την αξία του «εκκαθαριστικού» γίνεται καθαρή αμφισβήτηση όταν ο ΕΦΚΑ δεν ενημερώνει τους ασφαλισμένους αναλυτικά: α/ για τον συντάξιμο μισθό, β/τα ποσοστά αναπλήρωσης, γ/τις κρατήσεις (υπέρ Υγείας, Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχου και φόρου) κ.α. Επίσης το Ταμείο δεν εξετάζει αιτήσεις θεραπείας, ενώ δεν δέχεται αιτήσεις διόρθωσης σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος αμέλησε να προσκομίσει πρόσθετο χρόνο ασφάλισης ή δεν χρειάστηκε να προσμετρηθεί αυτός με βάση το προηγούμενο καθεστώς γιατί ουδόλως επηρεαζόταν το τελικό ποσό της σύναξης…
Παραδείγματα
Όμως οι νόμοι άλλαξαν, κάθε ημέρα ασφάλισης μετράει, με πλασματικό χρόνο μπορεί ο ασφαλισμένος να βελτιώσεις τις αποδοχές του, ειδικά όταν εμφανίζεται να έχει «προσωπική διαφορά».
Έτσι, πολλοί ασφαλισμένοι δεν γνωρίζουν εάν το τελικό ποσό της σύναξης είναι το σωστό καθώς:
- 1.Είχαν χρόνο ασφάλισης σε προηγούμενο φορέα (περίπτωση διαδοχικής ασφάλισης), αλλά δεν χρειάστηκε να προσμετρηθεί καθώς στην πορεία συνταξιοδοτήθηκαν με πλήρεις αποδοχές με 35ετία (π.χ. Δημόσιο ή Ειδικό Ταμείο).
Ωστόσο, στην πορεία, ο μέγιστος συντελεστής αυξάνεται με τα έτη και εν πάση περιπτώσει, αυξάνεται ουσιαστικά το ανταποδοτικό ποσό της σύνταξης μέχρι τα 40 έτη ασφάλισης.
Η συγκεκριμένη κατηγορία συνταξιούχων δεν έχει τρόπο να επανέλθει και να ζητήσει την προσμέτρηση του αρχικού χρόνου ασφάλισης (έκτος Δημοσίου ή Ειδικοί Ταμείου το οποίο δεν προσμέτρησε κατά την αρχική αίτηση συνταξιοδότησης αφενός γιατί δεν προσαύξανε τότε την σύνταξη και αφετέρου προκειμένου να αποφύγει τις καθυστερήσεις στην απονομή της σύνταξης λόγω γραφειοκρατίας).
Έτσι σήμερα βρίσκονται να «χρωστούν» στον ΕΦΚΑ (καταγράφουν προσωπική διαφορά), ενώ δεν τους δίνεται η δυνατότητα να ζητήσουν διόρθωση της συνταξιοδοτικής πράξης. - 2.Σε πολλές περίπτωσης σύνταξης λόγω θανάτου δεν έχει περικοπεί η σύνταξη στο 35% της αρχικής, στην περίπτωση εργασίας ή λήψεις σύνταξης εξ ιδίου δικαιώματος (ΟΤΕ κ.λπ.). Με αποτέλεσμα οι δικαιούχοι να λαμβάνουν μεγαλύτερα ποσά για 3 ή 5 χρόνια. Και όταν κληθούν κάποια στιγμή να τα επιστρέψουν σαν «αχρεωστήτως καταβληθέντα», θα βρεθούν χρεωμένοι…
Την ίδια στιγμή όμως πληρώνουν δυσανάλογα υψηλότερο φόρο. Και όταν επιστραφούν τα χρήματα στον ΕΦΚΑ, από τους/τις ίδιους/ες ή τους απογόνους αυτών, η εφορία δεν θα επιστρέψει τον φόρο σαν… αχρεωστήτως εισπραχθέντα. - 3.Ακόμη δεν έχει αποδοθεί η προσαύξηση για τον παράλληλο χρόνο ασφάλισης (από το 2002 και εντεύθεν). Πρόκειται για ασφαλισμένους που έχουν δικαίωμα να ζητήσουν δεύτερη σύνταξη (κατ ελάχιστον16 έτη ασφάλισης στο δεύτερο ταμείο ή προσαύξηση αναλόγως των ετών ασφάλισης). Πρόκειται για μισθωτούς που είχαν και ΤΕΒΕ/ΟΑΕΕ, γιατρούς του ΕΣΥ, Μηχανικούς του Δημοσίου, Δικηγόρους κ.λπ.
- 4.Πολλοί ασφαλισμένοι που πλήρωναν επασφάλιστρο (πέραν του συμβατικού 20% που ίσχυε στο ΙΚΑ) δεν έλαβαν προσαύξηση της σύνταξής τους (0,075% για κάθε ασφαλιστική μονάδα, για κάθε έτος ασφάλισης).
- 5.Πολλές συντάξεις δεν έχουν επανακαθοριστεί ακόμη (ΗΣΑΠ κ.α.). Ούτε με τα ποσοστά του νόμου 4387/16 (Ιανουάριος 2019), ούτε με τα ευμενέστερα του νόμου 4670/20. Έτσι, σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν υψηλότερες αποδοχές ή λαμβάνουν αυξήσεις, πληρώνουν φόρο γι αυτές.