Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ οι Κωνσταντίνος Μίχαλος, πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του Εμπορικού & Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθήνας, Βασίλης Κορκίδης, πρόεδρος Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά και Περιφερειακού Επιμελητηρίου Αττικής, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθήνας, και Γιώργος Καρανίκας, πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου & Επιχειρηματικότητας τονίζουν όσα περιμένει η αγορά.
«Είναι τώρα η κρίσιμη περίοδος, στην οποία θα πρέπει να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για τη ριζική αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας», τονίζει μεταξύ άλλων στο σχετικό του άρθρο ο Κ. Μίχαλος και προσθέτει: «Τώρα πρέπει να εστιάσουμε στην προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων και επενδύσεων από το εξωτερικό, να στηρίξουμε την εξωστρέφεια και την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, να ενισχύσουμε τη διαφοροποίηση και το τεχνολογικό περιεχόμενο των προϊόντων και των υπηρεσιών μας, με σκοπό να αυξηθεί η αξία των ελληνικών εξαγωγών». Και επισημαίνει: «Αυτό που ζητά ο επιχειρηματικός κόσμος από όλες τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου, είναι να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και να επεξεργαστούν δημιουργικές προτάσεις και πολιτικές, για την οριστική υπέρβαση της κρίσης. Τώρα είναι η ώρα να αφήσουμε στην άκρη το διχασμό και να ξεκινήσουμε τη δουλειά».
«Οι άνθρωποι της επιχειρηματικότητας από τη πλευρά μας», σημειώνει στο άρθρο του ο Β. Κορκίδης, «περιμένουμε μία εθνική πολιτική για περισσότερες επιχειρηματικές δραστηριότητες με μεγαλύτερα κέρδη, λιγότερους φόρους για περισσότερες δουλειές και βεβαίως καλύτερα αμειβόμενες». «Το 2019», τονίζει μεταξύ άλλων, «σίγουρα απαιτούνται περισσότερα από όλους, αρκεί όμως να υπάρχει και ανάλογη ανταπόκριση των προσπαθειών μας. Χρειάζεται περισσότερη εργατικότητα, γιατί τίποτα δεν προχωράει χωρίς σκληρή δουλειά, με τη προϋπόθεση βεβαίως ότι θα υπάρχουν δουλειές. Χρειάζεται περισσότερη γνώση των προβλημάτων, γιατί τίποτα δεν είναι απλό στο σύγχρονο ψηφιακό κόσμο. Χρειάζεται περισσότερη κινητοποίηση ευρύτερων στρωμάτων και επίτευξης συναινέσεων, γιατί τίποτα δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τη συμφωνία των πολλών».
«Το 2019 μπορεί να είναι το έτος ανάκαμψης και ευημερίας τη χώρας», αναφέρει στο άρθρο του ο Γ. Χατζηθεοδοσίου, εκτιμώντας πως υπάρχουν «πολλοί βάσιμοι λόγοι αισιοδοξίας ώστε να αρχίσουμε να βλέπουμε την έξοδο της χώρας από το μακρύ και σκοτεινό τούνελ της ύφεσης στο οποίο παραμείναμε εγκλωβισμένοι για περίπου 10 χρόνια». Και σημειώνει ότι «χρειάζονται έργα που να δείχνουν με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι υπάρχει σχεδιασμός για τη μετάβαση από την Ελλάδα της κρίσης στην Ελλάδα της ανάκαμψης». Έργα που «να οδηγούν στη θωράκιση και ανάπτυξη των επιχειρήσεων της χώρας, κυρίως των μικρομεσαίων», καθώς «αυτές παράγουν τον πλούτο, αυτές προσφέρουν θέσεις απασχόλησης, αυτές μπορούν να αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος για μία ελληνική οικονομία που θα στηρίζεται σε πιο γερά θεμέλια και θα είναι περισσότερο ανταγωνιστική».
«Κάθε αλλαγή γεννά την ελπίδα για κάτι καλύτερο. Έτσι και η αλλαγή του χρόνου, γεννά στους εμπόρους την προσδοκία, πως το 2019 θα σηματοδοτήσει το τέλος μιας μακράς περιόδου στασιμότητας και ανασφάλειας», επισημαίνει στο άρθρο του ο Γ. Καρανίκας και προσθέτει: «Η δεκαετία της κρίσης άφησε αρνητικό αποτύπωμα στην ελληνική μικρή και μεσαία επιχείρηση. Οι μικρομεσαίοι έμποροι βρέθηκαν στο "μάτι του κυκλώνα", βιώνοντας αβάστακτες οικονομικές πιέσεις, εξαιτίας της "ελεύθερης πτώσης" των τζίρων, ενώ σε πολλές περιπτώσεις αναγκάστηκαν να κλείσουν τις επιχειρήσεις τους». Αναφορικά με τις προσδοκίες του εμπορικού κόσμου για το 2019 ο κ. Καρανίκας λέει ότι οι έμποροι της Ελλάδας περιμένουν τη θεσμοθέτηση του ακατάσχετου επιχειρηματικού λογαριασμού, την κατοχύρωση της προστασίας της πρώτης κατοικίας, την ενίσχυση της ρευστότητας στην αφορά με την χορήγηση μικρο-πιστώσεων σε μικρές εμπορικές επιχειρήσεις, την ενίσχυση της ασφάλειας στα κέντρα των μεγάλων πόλεων και την αποκατάσταση μιας θετικής ψυχολογίας στην αγορά για τους εμπόρους και τους καταναλωτές.
«Το 2018 ήταν μια χρονιά ορόσημο για τη χώρα, καθώς η έξοδος από τα προγράμματα στήριξης σηματοδότησε -ουσιαστικά και συμβολικά- ένα νέο ξεκίνημα. Μετά από οκτώ δύσκολα χρόνια, τα μνημόνια είναι πλέον παρελθόν και τα χειρότερα για την ελληνική οικονομία φαίνεται να βρίσκονται πίσω μας. Το ερώτημα, ωστόσο, είναι πότε και αν θα μπορέσουμε να πάμε πραγματικά καλύτερα. Ο δρόμος μπροστά είναι κάθε άλλο παρά εύκολος και πρέπει να τον βαδίσουμε, έχοντας πια την κύρια ευθύνη για τη μελλοντική πορεία της χώρας. Μια που έχει συρρικνωθεί κατά 25% και πλέον τα τελευταία χρόνια, δεν αρκεί απλώς να βγει από το φάσμα της ύφεσης. Χρειάζεται γρήγορους και ταυτόχρονα διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης. Χρειάζεται να παράγει περισσότερο εθνικό πλούτο, για να μπορέσει η χώρα να εξυπηρετεί το δημόσιο χρέος της, για να διασφαλισθεί η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, για να μπορέσει να αποκατασταθεί το βιοτικό επίπεδο των πολιτών και να εξαλειφθούν, σταδιακά έστω, οι κοινωνικές συνέπειες της κρίσης» τονίζει ο Κ. Μίχαλος.