Σε «συνομωσία κατά του Ντόναλντ Τραμπ» αποδίδει ο Λευκός Οίκος την υποβάθμιση του αξιόχρεου των ΗΠΑ από τον Moody’s, από Aaa σε Aa1 με σταθερή προοπτική. Ωστόσο, την ίδια ώρα τα προβλήματα της αμερικανικής οικονομίας δεν μπορούν να κρυφτούν πίσω από καυστικές απαντήσεις.
Υπενθυμίζεται ότι ο οίκος Moody’s ανακοίνωσε την αξιολόγησή του την Παρασκευή (16/5), επικαλούμενος την αύξηση του αμερικανικού χρέους και το κόστος για τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό.
Ήταν ο τελευταίος από τους μεγάλους οίκους που διατηρούσε την κορυφαία αξιολόγηση για το αξιόχρεο των ΗΠΑ, πριν προχωρήσει στην υποβάθμιση. Μάλιστα, ο Moody’s κατηγόρησε τις διαδοχικές κυβερνήσεις και το Κογκρέσο για τη διόγκωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, τα οποία -όπως είπε- δεν δείχνουν πολλά σημάδια υποχώρησης.
«Διαδοχικές κυβερνήσεις των ΗΠΑ και το Κογκρέσο δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν σε μέτρα για την αντιστροφή της τάσης των μεγάλων δημοσιονομικών ελλειμμάτων σε ετήσια βάση και του αυξανόμενου κόστους δανεισμού. Δεν θεωρούμε ότι μπορούν να επιτευχθούν η μείωση των δαπανών και του ελλείμματος με το νομοσχέδιο για τον προϋπολογισμό που βρίσκεται υπό συζήτηση», σημείωσε ο οίκος, αναφερόμενος ειδικότερα στις μειώσεις φόρων που προωθεί ο Ντόναλντ Τραμπ.
Στο μεταξύ, ο δείκτης καταναλωτικού κλίματος στις ΗΠΑ «βουλιάζει» στο δεύτερο χαμηλότερο επίπεδο που έχει ποτέ καταγραφεί.
Τα αμερικανικά νοικοκυριά «εισέπραξαν» το α’ δεκαπενθήμερο του Μαΐου εντονότερα το αρνητικό κλίμα για την πορεία της οικονομίας από ό,τι τον Απρίλιο, καθώς οι σαρωτικοί δασμοί αυξάνουν την πιθανότητα για υψηλότερες τιμές.
Στην αντεπίθεση ο Λευκός Οίκος: «Συνομωσία κατά του Τραμπ»
Μετά από την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των ΗΠΑ, ο Λευκός Οίκος υιοθέτησε έναν επιθετικό τόνο απέναντι στη Moody’s. Ο διευθυντής επικοινωνίας, ο Στίβεν Τσανγκ, καταφέρθηκε μέσω X εναντίον του οικονομολόγου του οίκου, Μαρκ Ζάντι, «συμβούλου του (Δημοκρατικού πρώην προέδρου Μπαράκ) Ομπάμα» και «δωρητή της (Δημοκρατικής υποψήφιας το 2016 Χίλαρι) Κλίντον», τον οποίο χαρακτήρισε ορκισμένο αντίπαλο του Ντόναλντ Τραμπ.
«Κανείς δεν παίρνει στα σοβαρά την “ανάλυσή” του. Έχει αποδειχθεί ότι κάνει λάθος ξανά και ξανά», δήλωσε ο Τσανγκ.
Mark Zandi, the economist for Moody’s, is an Obama advisor and Clinton donor who has been a Never Trumper since 2016. Nobody takes his “analysis” seriously. He has been proven wrong time and time again. https://t.co/l1dUFM5BRY
— Steven Cheung (@StevenCheung47) May 16, 2025
Ο Ζαντί, που είναι ο επικεφαλής οικονομολόγος στο Moody’s Analytics, το οποίο είναι ξεχωριστή οντότητα από τον οίκο αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, αρνήθηκε να σχολιάσει.
Αιχμές σε Τραμπ ακόμη και από «δικούς» του ανθρώπους
Πάντως, το γεγονός ότι και αυτός ο οίκος αξιολόγησης -ο τελευταίος από τους τρεις λεγόμενους «μεγάλους» που το διατηρούσε ακόμη στο ούτως καλούμενο τριπλό άλφα (Aaa)- στέρησε από το αμερικανικό Δημόσιο την κορυφαία αξιολόγηση, χαρακτηρίζεται πλήγμα για την κυβέρνηση Τραμπ.
Μάλιστα, η ανακοίνωση προκάλεσε κριτική ακόμη από άτομα του στενού περιβάλλοντος του Ρεπουμπλικάνου προέδρου. Ο Στίβεν Μουρ, πρώην ανώτερος οικονομικός σύμβουλος του προέδρου των ΗΠΑ και οικονομολόγος στο Heritage Foundation, χαρακτήρισε την κίνηση «εξωφρενική».
«Εάν ένα κρατικό ομόλογο που υποστηρίζεται από τις ΗΠΑ δεν μπορεί να είναι ένα τριπλό “Α” περιουσιακό στοιχείο, τότε τι είναι;», ανέφερε στο Reuters.

Η υποβάθμιση της Moody’s βρίσκεται σε εξέλιξη από τον Νοέμβριο του 2023, όταν ο οίκος υποβάθμισε τις προοπτικές αξιολόγησης των ΗΠΑ σε αρνητικές από σταθερές, ενώ παράλληλα επιβεβαίωσε την αξιολόγηση της χώρας στο Aaa. Συνήθως, μια τέτοια διαδικασία ακολουθείται από μια αλλαγή αξιολόγησης τους επόμενους 12 έως 18 μήνες.
Ο Fitch είχε υποβαθμίσει το αξιόχρεο των ΗΠΑ το 2023, στο AA+, επικαλούμενος τις επαναλαμβανόμενες πολιτικές κρίσεις με αφορμή το όριο δανεισμού. Ο Standard and Poor’s ήταν ο πρώτος που είχε προχωρήσει σε κάτι ανάλογο, το μακρινό 2011, στη βαθμίδα AA+, όπου το διατηρεί.
«Βασικά, προσθέτει ακόμη μια απόδειξη ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν πάρα πολλά χρέη», δήλωσε ο Ντάρελ Ντάφι, καθηγητής οικονομικών στο Στάνφορντ, ο οποίος στο παρελθόν ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Moody’s. «Το Κογκρέσο θα πρέπει απλώς να πειθαρχήσει, είτε να πάρει περισσότερα έσοδα είτε να ξοδέψει λιγότερα», πρόσθεσε.
Το χρέος των ΗΠΑ αναμένεται να διογκωθεί σημαντικά
Την Παρασκευή 16 Μαΐου, ημέρα που ο Moody’s προχώρησε στην υποβάθμιση του αξιόχρεου των ΗΠΑ, οι νομοθέτες στην Ουάσιγκτον συνέχισαν να εργάζονται επάνω σε ένα τεράστιο νομοσχέδιο για τη φορολογία και τις δαπάνες, το οποίο αναμένεται να προσθέσει τρισεκατομμύρια στο ομοσπονδιακό χρέος τα επόμενα χρόνια.
«Η υποβάθμιση μπορεί να υποδηλώνει ότι οι επενδυτές θα απαιτήσουν υψηλότερες αποδόσεις των κρατικών ομολόγων», δήλωσε η Τρέισι Τσεν, διαχειρίστρια χαρτοφυλακίου στην Brandywine Global Investment Management.
Ενώ τα αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία σημείωσαν άνοδο, ως απάντηση στις προηγούμενες υποβαθμίσεις των ΗΠΑ από τους Fitch και S&P, «μένει να δούμε αν η αγορά αντιδράσει διαφορετικά, καθώς η φύση του κρατικού καταφυγίου και του δολαρίου ΗΠΑ μπορεί να είναι κάπως αβέβαιη», πρόσθεσε.
Η μετατόπιση έρχεται σε μια εποχή που το έλλειμμα του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού πλησιάζει τα 2 τρισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, ή περισσότερο από το 6% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ).
Μια ασθενέστερη οικονομία των ΗΠΑ μετά από έναν «παγκόσμιο πόλεμο δασμών», αναμένεται να αυξήσει το έλλειμμα, καθώς οι κρατικές δαπάνες συνήθως αυξάνονται, όταν η οικονομική δραστηριότητα επιβραδύνεται.
«Αυτά τα νέα έρχονται σε μια εποχή που οι αγορές είναι πολύ ευάλωτες και έτσι είναι πιθανό να δούμε μια αντίδραση», δήλωσε ο Τζέι Χάτφιλντ, διευθύνων σύμβουλος της Infrastructure Capital Advisors.
Πολλοί Ρεπουμπλικάνοι «βλέπουν» σκοπιμότητα πίσω από την υποβάθμιση
Τον Μάιο, ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, ο οποίος έχει επισημάνει τις αποδόσεις των 10ετών ομολόγων ως βασικό δείκτη μέτρησης, δήλωσε στους νομοθέτες ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σε μια μη βιώσιμη τροχιά.
«Τα στοιχεία για το χρέος είναι πράγματι τρομακτικά» και μια κρίση θα συνεπάγεται «ένα ξαφνικό σταμάτημα της οικονομίας, καθώς η πίστωση θα εξαφανιζόταν», είχε αναφέρει, για να προσθέσει: «Είμαι αποφασισμένος να μην συμβεί αυτό».

Η Μικτή Επιτροπή Φορολογίας είχε εκτιμήσει το συνολικό κόστος του νομοσχεδίου στα 3,8 τρισεκατομμύρια δολάρια την επόμενη δεκαετία, αν και άλλοι ανεξάρτητοι αναλυτές έχουν δηλώσει ότι θα μπορούσε να κοστίσει πολύ περισσότερο εάν παραταθούν οι προσωρινές διατάξεις του νομοσχεδίου.
Ωστόσο, μια βασική Επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων απέτυχε να προωθήσει το νομοσχέδιο των Ρεπουμπλικάνων για τους φόρους και τις δαπάνες, αφού οι σκληροπυρηνικοί συντηρητικοί αντιτάχθηκαν στον Τραμπ και μπλόκαραν το νομοσχέδιο λόγω ανησυχιών για το κόστος.
Ο Τζόζεφ Λαβόρνα, ο οποίος εργάστηκε στο Εθνικό Οικονομικό Συμβούλιο του Λευκού Οίκου κατά την πρώτη κυβέρνηση Τραμπ, δήλωσε ότι η χρονική στιγμή της υποβάθμισης είναι «πολύ περίεργη», δεδομένου ότι το Κογκρέσο βρίσκεται στη μέση της επεξεργασίας αυτού του σημαντικού νομοσχεδίου.
Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ στο 100% «δεν είναι ασυνήθιστος» στον κόσμο, σημείωσε ο Λαβόρνα, ο οποίος είναι τώρα επικεφαλής οικονομολόγος των ΗΠΑ στην SMBC Nikko Securities.
Οι ΗΠΑ είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη βιομηχανική χώρα και έχουν την καλύτερη παραγωγικότητα κατά κεφαλήν, επομένως η υποβάθμιση δεν έχει νόημα, πρόσθεσε.
Ανησυχητικές προοπτικές για την οικονομία των ΗΠΑ
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ βρίσκεται σε καλό δρόμο για να ξεπεράσει τα επίπεδα ρεκόρ χρέους που σημειώθηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο σε μόλις 4 χρόνια, φτάνοντας το 107% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος έως το 2029, είχε αναφέρει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου τον Ιανουάριο.
Αυτή η εκτίμηση δεν περιλαμβάνει την πιθανή επίδραση μιας σαρωτικής μείωσης των φόρων από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, την οποία οι οικονομολόγοι βλέπουν να προσθέτει μελλοντικά τρισεκατομμύρια δολάρια στο δημόσιο ταμείο.
Μακροπρόθεσμα, οι υψηλότερες ομοσπονδιακές δαπάνες για την Κοινωνική Ασφάλιση και το Medicare -αποτέλεσμα της γήρανσης του πληθυσμού- αναμένεται να αυξήσουν το ομοσπονδιακό χρέος τις επόμενες δεκαετίες, μαζί με τα υψηλότερα επιτόκια που έχουν αυξήσει το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους.
Το CBO δήλωσε τον Μάρτιο ότι ο κίνδυνος δημοσιονομικής κρίσης «φαίνεται χαμηλός», αλλά δεν είναι δυνατόν να ποσοτικοποιηθεί αξιόπιστα. Σύμφωνα με την εκτίμηση, «τα ομοσπονδιακά ελλείμματα αναμένεται να διευρυνθούν, φτάνοντας σχεδόν το 9% του ΑΕΠ έως το 2035, από 6,4% το 2024, κυρίως λόγω των αυξημένων πληρωμών τόκων επί του χρέους, των αυξανόμενων δαπανών για επιδόματα και της σχετικά χαμηλής παραγωγής εσόδων».
Η Moody’s προσδιόρισε τις υψηλότερες αποδόσεις των ομολόγων του αμερικανικού Δημοσίου ως παράγοντα που βλάπτει τη δημοσιονομική βιωσιμότητα των ΗΠΑ. Οι αποδόσεις μεταξύ 4% και 5% είναι κοντά στα επίπεδα που επικρατούσαν πριν από το 2007 και τη χρηματοπιστωτική κρίση.