Οικονομία

Tράπεζες, εξαγορές και συγχωνεύσεις: Το παρασκήνιο της επιτάχυνσης των deals

Οι τράπεζες αναζητούν εναγωνίως στόχους εξαγορών για να συνεχίσουν να παρουσιάζουν αύξηση εσόδων και κερδών.
ΤΡΑΠΕΖΙΤΕΣ

Στόχους εξαγορών αναζητούν πυρετωδώς οι Έλληνες τραπεζίτες, με στόχο να αυξήσουν τα έσοδα των τραπεζών και να διατηρήσουν την υψηλή κερδοφορία, τα γενναιόδωρα μερίσματα και, κυρίως, τις χρυσές αμοιβές και τα μπόνους τους.

Η μείωση των επιτοκίων στην ευρωζώνη από το 4% στο 2% έχει σκοτώσει «την κότα με τα χρυσά αυγά» και τα υψηλά έσοδα από τόκους και οι τραπεζίτες συνειδητοποιούν ότι ο μόνος τρόπος να συνεχίσουν να αυξάνουν τα κέρδη τους είναι να προχωρήσουν σε εξαγορές, με τις οποίες θα προσθέσουν αυτόματα πελάτες και έσοδα στους ισολογισμούς τους.

Ο «υγιής» τρόπος για να αυξηθούν τα τραπεζικά έσοδα είναι η αύξηση των δανείων, αλλά στο πεδίο αυτό υπάρχει το πρόβλημα ότι η πλειονότητα των επιχειρήσεων στην Ελλάδα όπως και πολλά νοικοκυριά δεν καλύπτουν τα τραπεζικά κριτήρια ή είναι εγκλωβισμένοι σε κόκκινα δάνεια.

Τo πρόβλημα επομένως των ελληνικών τραπεζών, είναι ότι δεν μπορούν να βρουν καινούριους πελάτες για να δανειοδοτήσουν, αφού οι εταιρείες που πληρούν τα τραπεζικά κριτήρια και μπορούν να δανειοδοτηθούν έχουν ήδη πάρει δάνεια. Η αύξηση των χορηγούμενων δανείων που παρουσιάζουν οι τράπεζες στους ισολογισμούς τους (+14% το πρώτο εξάμηνο του 2025) οφείλεται κατά το μεγαλύτερο μέρος σε νέα δάνεια που παίρνουν ήδη υφιστάμενοι πελάτες.

Επιπλέον, ένα σημαντικό κομμάτι επιχειρηματικών δανείων συνδέονται με τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο λήγει σε ένα χρόνο, οπότε η αύξηση του δανεισμού που παρουσιάζουν τώρα  οι τράπεζες έχει ημερομηνία λήξης και το αδιέξοδο για τα τραπεζικά έσοδα είναι ορατό.

Μπορεί λοιπόν τα οικονομικά αποτελέσματα να δείχνουν υψηλά κέρδη το 2025 και οι ανακοινώσεις των τραπεζών να αποπνέουν αισιοδοξία, αλλά οι τραπεζίτες είναι προβληματισμένοι αφού γνωρίζουν πολύ καλά ότι η υψηλή κερδοφορία έχει ημερομηνία λήξεως.

Η περίοδος των παχέων αγελάδων και των υψηλών επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που την τελευταία τριετία τροφοδοτούσε με υψηλά, εύκολα και άκοπα έσοδα τις τράπεζες έχει παρέλθει.

Οι τράπεζες μάζευαν το χρήμα των καταθέσεων πληρώνοντας στους πελάτες ένα από τα χαμηλότερα επιτόκια της ευρωζώνης, αλλά μετέφεραν τα χρήματα στον ειδικό υψηλότοκο λογαριασμό «διευκόλυνσης των τραπεζών» της ΕΚΤ, εισπράττοντας υψηλό τόκο για ίδιον όφελος. Από εκεί προήλθαν τα κέρδη της τελευταίας τριετίας, που ξεπέρασαν συνολικά τα 12 δισ ευρώ.

Το νέο σκηνικό

Το νέο, δύσκολο σκηνικό, αποτυπώνεται στα έσοδα από τόκους, που την τελευταία τριετία έδωσαν πάνω από τα ⅔ των εσόδων και κερδών στις ελληνικές τράπεζες, αλλά υποχώρησαν κατά 4% το πρώτο εξάμηνο του 2025, λόγω της μείωσης των επιτοκίων στην ευρωζώνη.

Τώρα που το «πάρτι» των υψηλών επιτοκίων τελείωσε οι Έλληνες τραπεζίτες αναζητούν διέξοδο στις εξαγορές και τις συγχωνεύσεις, με τις οποίες μια τράπεζα αποκτά αυτόματα έσοδα και νέους πελάτες, ενώ μειώνονται και τα έξοδα, αφού κατά κανόνα μια τέτοια κίνηση ακολουθείται από  περικοπές προσωπικού με εθελούσια έξοδο ή με απολύσεις.

Μπροστά λοιπόν στο επερχόμενο αδιέξοδο, στα επιτελεία των τραπεζών συζητήθηκαν και συζητούνται παρασκηνιακά διάφορα σενάρια εξαγορών ή και συγχωνεύσεων: Από εξαγορές ασφαλιστικών εταιρειών ή εταιρειών επενδύσεων μέχρι εξαγορές ή συγχωνεύσεις μεταξύ ελληνικών τραπεζών, κυρίως μεταξύ μιας από τις 4 συστημικές τράπεζες (Εθνική, Πειραιώς, Eurobank, Alpha) που εποπτεύονται απευθείας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με μια από τις μη συστημικές (όπως η Optima και η Credia Bank η οποία προέκυψε από τη συγχώνευση της Τράπεζας Αττικής με την Παγκρήτια) που εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος.

Η Τράπεζα της Ελλάδος, όμως,  έβαλε «πάγο» στα σενάρια τραπεζικών συγχωνεύσεων, με το σκεπτικό ότι η ελληνική αγορά πάσχει από έλλειψη ανταγωνισμού και μια συγχώνευση θα μείωνε τον αριθμό των τραπεζών που λειτουργούν, μειώνοντας τον ανταγωνισμό αντί να τον αυξήσει. Αντίθετα, το ζητούμενο για την ΤτΕ ήταν και παραμένουν οι συνεργασίες μεταξύ ελληνικών και ξένων τραπεζών, όπως η πρόσφατη εξαγορά του 9,6% της Alpha Bank από την ιταλική Unicredit.

Εξαγορές εταιρειών

Έτσι, οι όποιες σκέψεις και συζητήσεις για συγχωνεύσεις μεταξύ ελληνικών τραπεζών, (ανάμεσα στις οποίες και το ενδεχόμενο συγχώνευσης της Alpha Bank και την Optima που σύμφωνα με πληροφορίες συζητήθηκε) μπήκαν στο συρτάρι.

Τώρα πλέον τα τραπεζικά επιτελεία προσανατολίζονται σε εξαγορές εταιρειών που συνδέονται με τον κλάδο, όπως οι ασφαλιστικές αλλά και εταιρείες επενδύσεων.

Το δρόμο άνοιξε η Τράπεζα Πειραιώς η οποία εξαγόρασε το 100% της Εθνικής Ασφαλιστικής με το τίμημα να ανέρχεται σε περίπου 600 εκατ. ευρώ για το 100% των μετοχών και τη συναλλαγή να αναμένεται να ολοκληρωθεί το Νοέμβριο.

Στην Alpha Bank η ιταλική Unicredit απέκτησε πρόσφατα το 9,5% της Alpha Bank το οποίο εξαγόρασε από την ολλανδική Reggeborgh  και σε συνδυασμό με το προηγούμενο 9,6% που ήδη κατείχε, το συνολικό ποσοστό της προσεγγίζει τώρα το 20%. Έχει αιτηθεί στις ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές να μπορέσει να αυξήσει το ποσοστό της μέχρι το 29,9%.

Τελευταία εξέλιξη η κίνηση της  CrediaBank (πρώην Attica Bank) που βρίσκεται σε τροχιά εξαγοράς πλειοψηφικού πακέτου της HSBC Μάλτας, μετά την ανακοίνωση της μητρικής της HSBC την προηγούμενη εβδομάδα ότι έχει επιλέξει την ελληνική τράπεζα ως προτιμώμενο υποψήφιο αγοραστή. Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο μερών αναμένεται να διαρκέσουν αρκετούς μήνες, ενώ οι υπουργοί Οικονομικών και των δύο χωρών, της Ελλάδας και της Μάλτας, χαιρέτισαν αυτή την εξέλιξη.

Οι εκτιμήσεις έγκυρων παραγόντων της αγοράς είναι ότι η πίεση για εξαγορές στο επόμενο διάστημα θα είναι μεγαλύτερη για την Eurobank και την Alpha, από τους ξένους μετόχους οι οποίοι θα περιμένουν να δουν συνεχιζόμενη άνοδο στα μεγέθη των ισολογισμών τους.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Πυροσβέστης επιχειρεί σε φωτιά Chevron Left
Φωτιά τώρα στη Χαλκιδική, σηκώθηκαν και εναέρια