Η εκτίμηση ότι η ανάπτυξη θα συνεχιστεί βραχυπρόθεσμα και θα είναι της τάξης του 1,7% το 2018 και το 2019 για την ελληνική οικονομία, και μεσοπρόθεσμα θα είναι κατά μέσο όρο 1,4% στο διάστημα 2020-2030, διατυπώνεται σε μελέτη που συντάχθηκε από μία κορυφαία ομάδα οικονομολόγων της IHS Markit, επικεφαλής της οποίας ήταν η Elisabeth Waelbroeck-Rocha, υπεύθυνη του τομέα Διεθνών Οικονομικών - και παρουσιάστηκε σήμερα στην Αθήνα.
Ο εκτιμώμενος αυτός ρυθμός ανάπτυξης, σε συνδυασμό με τις μέτριες πληθωριστικές πιέσεις, δεν θα είναι αρκετός για να προκαλέσει σημαντική μείωση του ακαθάριστου χρέους της γενικής κυβέρνησης, σημειώνεται στην μελέτη. Ο λόγος χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί σε 137,4% μέχρι το 2030, δηλαδή σαφώς πάνω από το 118% που ήταν ο στόχος που τέθηκε σε συνεργασία με τους θεσμικούς πιστωτές της Ελλάδας. Η βελτίωση της αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ στο βασικό σενάριο πρόβλεψης - εκτιμάται στη μελέτη - αντικατοπτρίζει σε μεγάλο βαθμό τη σταθεροποίηση των οικονομικών συνθηκών σε πολλούς τομείς που δέχτηκαν σοβαρό πλήγμα την περίοδο 2008-2016, καθώς επίσης και μέτριες προόδους στις εξαγωγές, την απασχόληση και τον τουρισμό. Η ανάπτυξη είναι τόσο υποτονική, ώστε το πραγματικό ΑΕΠ θα επανέλθει στα επίπεδα του 2007 μόλις το 204, εκτιμούν οι οικονομολόγοι στην ανάλυση τους με θέμα «Πώς μπορεί η ελληνική οικονομία να επιτύχει βιώσιμη ανάπτυξη; Εκτίμηση του αντίκτυπου εναλλακτικών μέτρων πολιτικής που σχεδιάστηκαν για την τόνωση της ανάπτυξης».