Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό καθώς τέσσερις μέρες πριν από τις Εκλογές της Κυριακής στην Γερμανία οι διακυμάνσεις των δημοσκοπήσεων δεν αποκλείουν ανατροπές της τελευταίας στιγμής.
Το ερώτημα τι θα σημάνει η πιθανή ανάδειξη του Σοσιαλδημοκράτη Σολτς ως Καγκελαρίου για την Ε.Ε –Ευρωζώνη κυριαρχεί όχι μόνον στην Ελλάδα αλλά και στην Γαλλία και στο σύνολο των χωρών – μελών του Νότου της Ε.Ε.
Το τι θα σημάνει η πρωτιά των Σοσιαλδημοκρατών και η είσοδος του Σολτς στην Καγκελαρία αφορά την πιθανότητα ή όχι μια νέα κυβέρνηση στο Βερολίνο να δεχθεί την χαλάρωση της μόνιμης δημοσιονομικής λιτότητας έτσι όπως αυτή προσδιορίζεται από το Σύμφωνο Σταθερότητας.
Ας ανοίξουμε εδώ μια παρένθεση για την διάψευση των υψηλών προσδοκιών αλλαγής που είχαν διαμορφωθεί στην Ελλάδα με τις Εκλογές του 1945 στην Βρετανία και τις Εκλογές του 1976 στις ΗΠΑ.
Την νίκη των Εργατικών του Αττλή τον Ιούλιο του 1945 την χειροκρότησαν και την πανηγύρισαν στην Ελλάδα οι οπαδοί του ΕΑΜ και του ΚΚΕ βλέποντας τους δύο πρωταγωνιστές της βρετανικής επέμβασης στην Ελλάδα τον Δεκέμβρη του 1944 τον Τσόρτσιλ και τον Ήντεν να αποχωρούν από την εξουσία.
Ο ενθουσιασμός της Αριστεράς μεγάλωσε όταν έγινε γνωστό ότι διάδοχος του Ήντεν στο Φόρειν Όφις ήταν ο Ερνστ Μπέβιν, βετεράνος συνδικαλιστής λιμενεργάτης και πρόεδρος στην περίοδο 1918-20 της επιτροπής «Κάτω τα χέρια από την Ρωσία».
Δυο τρεις μήνες μετά την νίκη των Εργατικών όλοι διαπίστωναν την διακομματική συνέχεια της Εξωτερικής Πολιτικής της Βρετανίας.
Ίδιο σκηνικό το 1976 όταν οι απανταχού της γης Έλληνες πανηγύρισαν την νίκη του Κάρτερ στις ΗΠΑ με την ελπίδα αλλαγής της πολιτικής Κίσινγκερ στα Ελληνοτουρκικά και στο Κυπριακό, προσδοκίες που διαψεύσθηκαν πολύ γρήγορα.
Ας επιστρέψουμε όμως στην Γερμανία για να θυμηθούμε ότι η υιοθέτηση σκληρής πολιτικής λιτότητας σαν απάντηση στην Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Κρίση που ξέσπασε τον Σεπτέμβριο του 2008 ήταν απόφαση της πρώτης κυβέρνησης Μεγάλου Συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών –Σοσιαλδημοκρατών με Υπουργό Οικονομικών τον Σοσιαλδημοκράτη Στάινμπρουκ.
Δεν είναι τυχαίο ούτε συμπτωματικό ότι όταν ο Σόιμπλε εγκατέλειψε το Υπουργείο Οικονομικών το 2017, την σκυτάλη την πήρε ο Σολτς, που συνέχισε στην ίδια γραμμή πλεύσης που είχαν χαράξει οι δύο παραπάνω προκάτοχοι του.
Πριν από μερικούς μήνες όταν υπήρξε ομοβροντία δηλώσεων υπέρ της επιστροφής στην κανονικότητα της λιτότητας από τους Σόιμπλε, Λάσετ και Βάιντμαν, μετά από λίγο προστέθηκε και ο Σολτς…
Για να μονιμοποιηθούν τα εργαλεία του κοινού δανεισμού και της μεταφοράς πόρων που νομιμοποίησε το Σύμφωνο Ανάπτυξης χρειάζονται θεσμικά βήματα για τα οποία σήμερα δεν υπάρχουν στην Γερμανία ούτε η βούληση ούτε η δυνατότητα.
Για να καταργηθεί ο Κόφτης Χρέους που έχει ενταχθεί στο Γερμανικό Σύνταγμα χρειάζεται πλειοψηφία των δύο τρίτων στην Ομοσπονδιακή Βουλή ενώ για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας χρειάζεται ομοφωνία;
Τι σημαίνουν τα παραπάνω, ότι μια κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών –Πρασίνων και Αριστεράς υπό τον Σολτς θα συνεχίσει στον ίδιο δρόμο;
Η απάντηση βρίσκεται σε ένα άλλο ερώτημα κατά πόσον η Πανδημία και οι παρενέργειες της στρίμωξαν το Βερολίνο σε βαθμό που να χρειάζεται πολιτική αναθέρμανσης της Οικονομίας μέσω της Αύξησης της Ζήτησης.
Με άλλα λόγια αν και κατά πόσον ανεξαρτήτως του όποιου εκλογικού αποτελέσματος έχουν αλλάξει οι Συνθήκες που επέτρεπαν μέχρι τώρα στο Βερολίνο μια α λα καρτ ευρωπαϊκή συμπόρευση και αλληλεγγύη.
Ο Γιώργος Καπόπουλος είναι δημοσιογράφος-διεθνολόγος