«Δεν καταργείται το 8ωρο, θωρακίζονται οι εργαζόμενοι», δήλωνε από το βήμα της βουλής, στις αρχές του Καλοκαιριού, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, κ.Χατζηδάκης, επιχειρώντας να εξωραΐσει, τις αντεργατικές διατάξεις του ν.4808/2021, που έκαναν «λάστιχο» την ζωή των εργαζομένων. Διατάξεις, που μεταξύ άλλων, προέβλεπαν, απλήρωτες υπερωρίες, απελευθέρωση των απολύσεων, περιστολή των συνδικαλιστικών ελευθεριών, ποινικοποίηση του δικαιώματος της απεργίας, κατάργηση του ΣΕΠΕ, κλπ.
Ο βασικός κορμός των διατάξεων του «νόμου Χατζηδάκη», έχει σαν στόχο να απορρυθμίσει το 8ωρο, και τα χρονικά όρια εργασίας, συμπιέζοντας τις αποδοχές των εργαζομένων. Απώτερος στόχος της κυβέρνησης, παραμένει η πλήρη απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, σε όφελος των επιχειρηματικών ομίλων.
Επιτυγχάνεται σήμερα αυτός ο στόχος;
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με το συγκεκριμένο νομοθέτημα, έδωσε το κατάλληλο σήμα, στις μεγάλες επιχειρήσεις και αμέσως η εργασιακή γαλέρα, άρχισε να «κωπηλατεί», στη θάλασσα της εργοδοτικής αυθαιρεσίας.
1.Πρώτη, έκοψε το νήμα της εργοδοτικής ασυδοσίας, η efood, προτείνοντας κεκαλυμμένη αυτοαπασχόληση σε χιλιάδες ντελιβεράδες, που αμείβονται με 3 ευρώ την ώρα, για να μεγιστοποιήσει ακόμα περισσότερο τα κέρδη της, την ώρα που κάθε μήνα, ένας νεαρός ή γηραιότερος εργαζόμενος, χάνει τη ζωή του στο δρόμο. Την ώρα που και η συντηρητική Ευρώπη, διερευνά μέσω σχεδίου οδηγίας, την κατοχύρωση των ντελιβεράδων (κατώτατος μισθός κλπ), η κυβέρνηση Μητσοτάκη, έδωσε το κλειδί σε μεγάλες επιχειρήσεις διανομής φαγητού, για να προτείνουν αντί για συμβάσεις εργασίας, συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, επιχειρώντας έτσι να ξεφύγουν, από τις προστατευτικές ρυθμίσεις της εργατικής νομοθεσίας. Ο νικηφόρος αγώνας ων εργαζομένων της efood, ανέκοψε αυτήν την πορεία απορρύθμισης, δεχόμενος την υποστήριξη της ελληνικής κοινωνίας.
2.Την σκυτάλη πήρε η Cosco, που φόρτωσε το θανατηφόρο εργατικό ατύχημα, εξαιτίας του οποίου έχασε τη ζωή του ο εργολαβικός εργάτης, Δημήτρης Δαγκλής στον Πειραιά, στους εργολάβους, αποποιούμενη κάθε ευθύνη. Ο νόμος Χατζηδάκη ήταν αυτός, που ενθάρρυνε την Cosco να ζητάει ολιγομελείς διπλοβάρδιες, που προκάλεσαν τα εξαντλητικά ωράρια και το θάνατο του λιμενεργάτη, στον Πειραιά. Οι κινητοποιήσεις των εργαζομένων, που διεκδίκησαν λιγότερες ώρες εργασίας και πρόσληψη επιπλέον προσωπικού, στέφθηκαν με επιτυχία, πετυχαίνοντας, μια ακόμα, σημαντική νίκη.
3.Ακολούθησαν οι εφοπλιστές της ακτοπλοΐας(ΣΕΕΝ), που αρνούνται ακόμα και σήμερα, την σύναψη ΣΣΕ, προτείνοντας «αυξήσεις», της τάξεως του 0% για το 2020 και 1% για το 2021, μάλιστα χωρίς αναδρομικότητα. Πόσο άραγε ενθαρρύνονται, προς την κατεύθυνση αυτή, οι εφοπλιστές, όταν βλέπουν ότι, παρά το γεγονός ότι, ο πληθωρισμός αγγίζει το 5%, η κυβέρνηση της ΝΔ, αρνείται να αυξήσει τον κατώτατο μισθό; Οι ναυτεργάτες παρόλα αυτά, συνεχίζουν τη μάχη, διεκδικώντας αξιοπρεπή μεροκάματα και συνθήκες εργασίας.
4.Ακόμα και επιχειρήσεις, όπως ο ΟΤΕ, οι τράπεζες, η ΔΕΗ, αυτήν την περίοδο, «εξωθούν» τους εργαζόμενούς τους, σε «εθελούσια» αποχώρηση, υπό την απειλή της μετακίνησης σε άλλο υποκατάστημα στην επικράτεια, ή με την απειλή της απορρόφησης σε άλλη θυγατρική εταιρία, με μειωμένες αποδοχές και επιδόματα και χειρότερες συνθήκες δουλειάς. Πρόκειται για εργασιακό πογκρόμ, άνευ προηγουμένου. Αν ακόμα και χώροι, που στο παρελθόν, είχαν ισχυρές ΣΣΕ και Κανονισμούς Εργασίας, βουλιάζουν στην επισφάλεια, μπορεί ο καθένας, να αντιληφθεί τι συμβαίνει στην ελεύθερη αγορά, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
5.Η «εποποιία της στήριξης των εργαζομένων», όπως διατείνονταν ο Υπουργός Εργασίας, κλείνει προς το παρόν, με την εταιρία JUMBO, που με κανονισμό εργασίας, που εγκρίθηκε από το Υπουργείο Εργασίας και τις αρμόδιες διευθύνσεις του, προβλέπει ότι, «η εταιρεία μπορεί να προσδιορίζει τη θέση εργασίας, να μετακινεί και να αποσπά οποιονδήποτε εργαζόμενο από το τμήμα ή το κατάστημα ή την εγκατάσταση στο οποίο εργάζεται, σε άλλο τμήμα ή κατάστημα ή εν γένει θέση της ίδιας ή σχετικής ειδικότητας στα όρια της ελληνικής επικράτειας». Δηλαδή ένα μήνα ένας εργαζόμενος, θα εργάζεται στην Αθήνα, τον άλλο στη Θεσσαλονίκη, τον επόμενο στην Κρήτη κλπ. Σε άλλο άρθρο του Κανονισμού της εταιρίας, προβλέπεται ότι, ως χρόνος εργασίας, θεωρείται αποκλειστικά και μόνο εκείνος, κατά τον οποίο οι εργαζόμενοι παρέχουν πραγματική υπηρεσία, που τους έχει ανατεθεί. Δηλαδή το ωράριο εργασίας, θα γίνεται λάστιχο, κατά το πώς βολεύει την εργοδοσία, η οποία θα διεκδικεί ανά πάσα στιγμή ο εργαζόμενος, να είναι σε ετοιμότητα(οn call). Τέλος, με το άρθρο 18 του Κανονισμού, ο χρόνος και η σειρά χορηγούμενης τμηματικά αδείας (Καλοκαίρι και Χειμώνα) καθορίζεται από την εταιρεία και όχι με συμφωνία εργαζομένου και εργοδότη.
Σε όλα τα παραπάνω, αρκεί να προσθέσει κανείς, την εργοδοτική τρομοκρατία, εις βάρος των συνδικαλιστικών στελεχών, την εξαφάνιση των κλαδικών ΣΣΕ και την απίθανη εργοδοτική αυθαιρεσία, που ξεπερνά κάθε όριο θρασύτητας. Αρκεί να γίνει αντιληπτό ότι, λίγο πριν κρυώσει το αίμα του λιμενεργάτη Δημήτρη Δαγκλή στον Πειραιά, ή εταιρία έσπευσε να προστρέξει στα δικαστήρια, ώστε να βγάλει την απεργία, που προκήρυξε το σωματείο των εργαζομένων, παράνομη και καταχρηστική. Τέτοια ευαισθησία επέδειξε η εργοδοσία, απολαμβάνοντας τις πλάτες των νουθετημάτων κυβέρνησης.
Δεν πρόκειται για μεμονωμένα φαινόμενα αλλά για φυσικές συνέπειες, μιας πολιτικής, ταξικής, που μετατρέπει την καθημερινότητα των εργαζομένων, σε πραγματική κόλαση. Η πολιτική ευθύνη για τη σημερινή κατάσταση βεβαίως είναι διαχρονική, δεν μπορεί να παραγνωρίσει όμως κανείς, την ποιοτική επιδείνωση του νομικού πλαισίου, την τελευταία διετία, που διαμορφώνει συνθήκες απάνθρωπες, για τον κόσμο της εργασίας. Μια επιδείνωση, που φέρει ατόφια, την σφραγίδα του «νόμου Χατζηδάκη».
Μοναδική ελπίδα να σταματήσει η κατηφόρα, είναι η στήριξη των συνδικάτων, η συμμετοχή και η αγωνιστική δράση, που μπορεί να βάλει φρένο σε αυτές τις πολιτικές. Παράλληλα κρίνεται απαραίτητο να υπάρξει αναθεμελίωση της εργατικής νομοθεσίας, που θα συμβάλει, όχι μόνο στην βελτίωση των όρων εργασίας, αλλά και στην ανάπτυξη και στην πρόοδο όλης της κοινωνίας.
(Ο Διονύσης Τεμπονέρας είναι Δικηγόρος – Εργατολόγος)