Μπορεί ο Νίκος Ανδρουλάκης να μην μίλησε ως αρχηγός του ΚΙΝΑΛ στη Βουλή, στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό, ωστόσο, ήταν απών-παρών, αφού η φορά που έχει μετά την εκλογή του στην ηγεσία του κόμματος όσο και τα δημοσκοπικά ευρήματα, του προσφέρουν την επέκταση της ευνοϊκής συγκυρίας πέραν του απόηχου των εσωκομματικών εκλογών. Μάλιστα, όσοι νόμιζαν ότι το φαινόμενο Ανδρουλάκη θα ξεφουσκώσει αμέσως, μάλλον ανακρούουν πρύμναν στις εκτιμήσεις τους και αναπροσαρμόζουν τα σχέδια αντιμετώπισής του. Και αυτό αφορά και τους δύο όμορους πολιτικούς χώρους, τη Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, που ταυτόχρονα αποτελούν του δύο πόλους του σύγχρονου δικομματισμού.
Στο στρατόπεδο της συντηρητικής παράταξης, αφού δεν μπόρεσε να εκλεγεί αρχηγός του ΚΙΝΑΛ ο «εκλεκτός» τους Ανδρέας Λοβέρδος, ήλπιζαν ότι η συστημική διάσταση της περίπτωσης Ανδρουλάκη, σε συνδυασμό με τον ήπιο λόγο του, δεν θα «επαναπατρίσει» ψηφοφόρους από την κυβερνώσα παράταξη, πράγμα που αν πιστέψουμε τις έρευνες κοινής γνώμης δείχνει να συμβαίνει. Σε πρώην ψηφοφόρους τους ΠΑΣΟΚ και του Κέντρου γενικά, που δεν θέλουν ν’ ακούσουν για τον ΣΥΡΙΖΑ, το νεοδημοκρατικό κοστούμι τους έπεφτε και τους πέφτει ιδεολογικά στενό και αυτό φάνηκε καθαρά, αφού με την πρώτη ευκαιρία αλλαγής των δεδομένων υπάρχουν καθαρές φυγόκεντρες τάσεις. Στη Συγγρού φαίνεται να μην είχαν καταλάβει ότι αυτοί οι παραδοσιακοί ψηφοφόροι του κέντρου, που έτσι κι αλλιώς μετακινούνται, βρίσκονταν υπό προθεσμία στην εκλογική, και μόνο, δύναμη της Νέας Δημοκρατίας.
Από την άλλη πλευρά, στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, υποτίμησαν την αναγέννηση της μνήμης των ένδοξων πασοκικών εποχών, στηρίζοντας κι αυτοί τις εκτιμήσεις τους στη «συστημικότητα» της παρουσίας Ανδρουλάκη. Κι αν σε γενικές γραμμές θα μπορούσε να υιοθετηθεί μια τέτοια άποψη σε μια περίοδο που η κοινωνία και η οικονομία δοκιμάζονται, δεν υπολόγισαν ότι η σε πολλές περιπτώσεις αντιπολιτευτική μετεώρηση και η απουσία καθαρού στίγματος από την Κουμουνδούρου θα έστελνε την είσπραξη της φθοράς της κυβέρνησης σε ένα νέο πρόσωπο που υπερασπίζεται παλιές, αλλά βαθιά ριζωμένες κοινωνικά ιδέες. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι ξαναείδαμε έναν πραγματικά και πολιτικά στιβαρό Αλέξη Τσίπρα, με θεσμικό και πρωθυπουργικό ύφος και αισθητική, μόλις στις 18 Δεκεμβρίου στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό, και αυτό δεν είναι διόλου άσχετο με τη δυναμική εμφάνιση Ανδρουλάκη στο πολιτικό σκηνικό.
Η πορεία της πανδημίας και η κυβερνητική διαχείριση της θα λειτουργήσουν με τα όποια αποτελέσματα ως επιταχυντής στη διαμόρφωση του νέου πολιτικού χάρτη. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίσει να μην εισπράττει την προαναφερόμενη φθορά και ταυτόχρονα δεν βρει ιδεολογικό βηματισμό προς το Κέντρο με ευπρόσδεκτο ριζοσπαστικό λόγο στα δεξιά και στα αριστερά του, τότε, σε συνδυασμό με τις επαναλαμβανόμενες κυβερνητικές αστοχίες, ο χρόνος θα δουλεύει υπέρ του Νίκου Ανδρουλάκη. Αν δε ο τελευταίος επιδείξει ηγετικές ικανότητες -δεν γνωρίζουμε αν έχει- χωρίς βιαστικές κινήσεις, έχει μόνο λαμβάνειν, με τους δύο μεγάλους μονομάχους να αποδυναμώνονται με διαρροές προς το στρατόπεδό του.
Κυριάκος Μητσοτάκης και Αλέξης Τσίπρας το καταλαβαίνουν, γι’ αυτό και προσπαθούν, με το βλέμμα στραμμένο στις επόμενες εκλογές, να τον προσεγγίσουν, ο καθένας με το δικό του πολιτικό ύφος, ως τον «φτωχό» συγγενή ή «δεκανίκι» για ενδεχόμενη μετεκλογική συνεργασία. Η ΝΔ μιλάει για φιλοσυριζαϊκό λόγο και ο ΣΥΡΙΖΑ για κλίση προς τα δεξιά.
Ωστόσο, παρά τον κοινότοπο λόγο του και τις πολιτικές γενικότητες που εκστομίζει, καθώς και την παλαιοκομματική του τακτική σε σχέση με τους μηχανισμούς -εξάλλου έτσι ανδρώθηκε κομματικά και μάλλον εξελέγη-, ο νέος ηγέτης του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, δεν φαίνεται διατεθειμένος να παίξει έναν τέτοιο ρόλο…
Ο Δημήτρης Στεμπίλης είναι δημοσιογράφος-ιστορικός