Πώς μπορεί η Γερμανία να αποφύγει μια μη αντιστρέψιμη, μόνιμη δηλαδή, χαλάρωση του Κόφτη Χρέους και του Συμφώνου Σταθερότητας και ταυτόχρονα να καλύψει τις ανάγκες χρηματοδότησης της Πράσινης Μετάβασης αλλά και της μετά την Πανδημία συνολικής οικονομικής ανάκαμψης;
Αυτήν την εξισορρόπηση προσπάθησε να πετύχει ο Υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Λίντνερ στην πρώτη του ομιλία στην Μπούντεσταγκ την Παρασκευή 14 Ιανουαρίου αλλά και λίγο πριν την σύνοδο του Eurogroup την περασμένη Δευτέρα.
Με άλλα λόγια το ζητούμενο για τον διάδοχο του Σολτς στο Υπουργείο Οικονομικών ήταν να διασφαλίσει με δημιουργική λογιστική το ευρύτερο δυνατό περιθώριο δημοσιονομικών ελιγμών για την Γερμανία και ταυτόχρονα να διαμηνύσει στα υπόλοιπα μέλη της Ευρωζώνης ότι το διάλλειμα τελείωσε.
Έτσι ανακοίνωσε την επιστροφή στην κανονικότητα της μόνιμης λιτότητας για την Γερμανία και την Ευρωζώνη από 1.1.2023.
Δεν μπορούμε και δεν πρέπει να συνεχίσουμε όπως συνέβαινε στο παρελθόν -τόνισε- να συνεχίσουμε την αναδιανεμητική πολιτική σε βάρος του μέλλοντος.
Στο επίμαχο θέμα αν και κατά πόσον το Βερολίνο να δεχθεί να συζητήσει την χαλάρωση των πλαφόν του Συμφώνου Σταθερότητας υπογράμμισε ότι δεν εμπόδισε την λήψη έκτακτων μέτρων όταν προέκυψε η ανάγκη και πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση είναι ανοικτή στο να συζητήσει λογικές προτάσεις.
Εδώ βέβαια τίθεται το ερώτημα τι εννοεί ο Λίντνερ ως λογικές προτάσεις και αν ο Ντράγκι και ο Μακρόν θα κινηθούν μέσα στο πλαίσιο περιορισμένων προσαρμογών η θα προωθήσουν αλλαγές που στο Βερολίνο θα καταγραφούν ως ανατρεπτικές.
Αξίζει τον κόπο να δούμε πως ο Σολτς και ο Λίντνερ προσπαθούν να δηλώσουν πίστη στην κληρονομιά του Σόιμπλε και ταυτόχρονα να στηρίξουν την Πράσινη Μετάβαση και τον Μετασχηματισμό της Οικονομίας.
Θα δημιουργηθεί ένα Ειδικό Ταμείο το οποίο δεν θα χρηματοδοτηθεί με νέες δράνες αλλά με τις μη απορροφημένες εγκρίσεις εκταμιεύσεων για το 2021 για την αντιμετώπιση της Πανδημίας.
Ο πραγματικός διάλογος για τους δημοσιονομικούς κανόνες θα αρχίσει τον Ιούνιο κατέληξε ο Λίντνερ υπό την προϋπόθεση ας μας επιτραπεί να προσθέσουμε ότι συνομιλητές του Σολτς θα είναι ο Μακρόν και ο Ντράγκι και όχι η Λεπέν και η Μελόνι.
Από ότι φαίνεται η Γερμανία διαπιστώνει ότι τόσο η Πράσινη Μετάβαση όσο και η αναθέρμανση της Οικονομίας της δεν είναι στόχοι συμβατοί με την τήρηση κατά γράμμα του Κόφτη Χρέους και του Συμφώνου Σταθερότητας.
Το σκηνικό που διαμορφώνεται στο Βερολίνο, στην έδρα της ΕΚΤ στην Φραγκφούρτη και στις Βρυξέλλες θυμίζει το 1998 όταν Γαλλία και Γερμανία είχαν πατήσει τις κόκκινες δημοσιονομικές γραμμές του Μάαστριχτ και είχαν σιωπηρά αποδεχθεί μια ελαστική ερμηνεία ή και παρερμηνεία η οποία επέτρεψε την συμμετοχή της Ιταλίας και της Ισπανίας και δύο χρόνια αργότερα της Ελλάδας.
Να συνοψίσουμε το Βερολίνο δεν θέλει να υποθηκεύσει την ανάκαμψη με άκαμπτη εφαρμογή σκληρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, δεν θέλει όμως επιλογές που να καθιστούν μη αντιστρέψιμη την εγκατάλειψη μιας γραμμής πλεύσης που διασφάλισε την κυριαρχία του στην λειτουργία της Ευρωζώνης.
Ο Γιώργος Καπόπουλος είναι δημοσιογράφος-διεθνολόγος