Δυστυχώς, εκτός από το μέτωπο του πολέμου στην Ουκρανία μετά τη ρωσική εισβολή υπάρχει πανευρωπαϊκά και παγκόσμια το μέτωπο της ακρίβειας, κάτι που όμως δεν προέκυψε ξαφνικά στις 24 Φεβρουαρίου όταν τα ρωσικά στρατεύματα εισέβαλαν στην ανατολική Ουκρανία, αλλά ήδη από το φθινόπωρο τα μηνύματα ήταν σαφή σε σχέση με την άνοδο των τιμών σε βασικά προϊόντα λόγω της ενεργειακής κρίσης. Ο πόλεμος, βέβαια, ήλθε και έκανε την κατάσταση πιο δραματική, γεγονός που επιβεβαιώνεται και στη χώρα μας με τις συνεχείς αυξήσεις των τομών των προϊόντων. Στο πλαίσιο αυτό, ο Έλληνας πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε με ένα ακόμη διάγγελμά του, μέτρα ελάφρυνσης, που όταν βέβαια εκ των υστέρων αναλύθηκαν από τους ειδικούς, πρόκειται κυριολεκτικά για «ψίχουλα», που δεν θα μπορέσουν να αναχαιτίσουν τη διαπιστωμένη πια οικονομική δυσπραγία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Ένας από τους καθ’ ύλην αρμόδιους -ο πιο αρμόδιος- υπουργός της ελληνικής κυβέρνησης, αυτός της Οικονομίας και Επενδύσεων, κ. Άδωνης Γεωργιάδης, απευθυνόμενος διαμέσου των τηλεοπτικών διαύλων που φιλοξενείται, δήλωσε με πολιτικό κυνισμό ότι «είναι ύβρις να διαμαρτύρονται οι Έλληνες για ακρίβεια όταν πέφτουν βόμβες στην Ουκρανία» και ότι «δεν κρυώνει ο κόσμος σήμερα. Η επιδότηση στο πετρέλαιο θέρμανσης είναι τριπλάσια από ό,τι την εποχή του ΣΥΡΙΖΑ. Ο κόσμος έχει μια κυβέρνηση που είναι στο πλάι του συνεχώς», προσθέτοντας ότι «δεν είναι ώρα τώρα για το Τσοβόλα, δώσ’ τα όλα». Ένας έτερος βουλευτής της συμπολίτευσης και εξαιρετικά έμπειρος στην επικοινωνία, ο πρώην υπουργός κ. Θεόδωρος Ρουσόπουλος, δήλωσε κι αυτός με κυνικό τρόπο ότι «εάν μειωθεί ο φόρος στα καύσιμα, θα μείνει χωρίς κονδύλια η Υγεία». Και οι δύο πολιτικοί, όπως και όλοι οι συνάδελφοί τους στην κυβέρνηση και στα έδρανα της συμπολίτευσης στέλνουν το ίδιο μήνυμα στην κοινωνία. Αυτό της σκληρής πολιτικής της μη παρέκκλισης.
Ακόμη και αν δεχτούμε τις πιο σοβαρές δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών κ. Χρήστου Σταϊκούρα, για την ανάγκη αποθέματος για τις δύσκολες ώρες, δεν μπορούμε παρά να επισημάνουμε ότι η λογιστική αντιμετώπιση της τρέχουσας δύσκολης κατάστασης έχει αντικαταστήσει την πολιτική και κοινωνική λογική. Αναγνωρίζοντας το κόστος που έχει υποστεί η ελληνική οικονομία από την πανδημία -κάτι που αφορά βέβαια σε όλον τον πλανήτη- ως απλοί πολίτες αντιλαμβανόμαστε ότι η κυβέρνηση εδώ και πολύ καιρό πορεύεται χωρίς δημοσιονομικό σχέδιο που δεν κρατήσει την κοινωνία και την αγορά καθημαγμένες, όπως συνέβη στην προηγούμενη δεκαετία της κρίσης. Ή αν έχει τότε επιβεβαιώνει όλους όσοι επικρίνουν την πολιτική της ως ακραία νεοφιλελεύθερη που δεν λαμβάνει υπόψη της την ανέχεια στην οποία έχουν περιέλθει τα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα και τα αντιμετωπίζει με παραδοξολογίες και ευφυολογήματα σαν αυτά του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών κου Θόδωρου Σκυλακάκη που δήλωσε ότι «τα καύσιμα, τα πιο φτωχά νοικοκυριά τα χρησιμοποιούν πολύ λιγότερο γιατί δεν έχουν αυτοκίνητο, ο βαρύς φόρος στα καύσιμα είναι στη βενζίνη».
Με αυτά στο νου μας και την πλάτη μας, και αναλογιζόμενοι το γεγονός ότι η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, άφησε στην παρούσα κυβέρνηση 37 δις ευρώ «μαξιλάρι», αναρωτιόμαστε εάν η κυβέρνηση σκέφτεται καθόλου τους πολίτες της ή λειτουργεί μόνο επικοινωνιακά προφυλάσσοντας το προφίλ του πρωθυπουργού, που μετά την αποτυχία του «επιτελικού κράτους» έχει πληγεί σφόδρα στα μάτια της κοινής γνώμης. Γεγονός που επιβεβαίωσε με επίσης κυνικό τρόπο ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών κ. Στέλιος Πέτσας απαντώντας σε ερώτηση για το αν θα γίνουν εκλογές μέσα στο 2022, ότι «όχι, δεν βλέπω εκλογές. Πρώτον γιατί ο Πρωθυπουργός είναι κατηγορηματικός, πάντα, ότι οι εκλογές θα γίνουν το 2023 και δεύτερον γιατί όταν είμαστε σε μία περίοδος αναταραχής όπως αυτή είναι λογικό ο πολίτης, όταν μάλιστα δυσκολεύεται να βγάλει το μήνα, να θέλει να τιμωρήσει την κυβέρνηση ασχέτως αν τα έχει πάει εξαιρετικά σε άλλα πεδία». Με λίγα λόγια, και στον γκρεμό να πηγαίνει η χώρα, δεν θα γίνουν εκλογές αν τα πράγματα δεν ευνοϊκά για το κυβερνών κόμμα. Δηλαδή, ακόμη μια στατιστική-λογιστική αντιμετώπιση της της κοινωνίας και της χώρας.
Κλείνοντας, ίσως είναι καλό να υπενθυμίσουμε στους κυβερνώντες δύο πράγματα: Πρώτον, ότι πίσω από τους αριθμούς υπάρχουν άνθρωποι και δεύτερον, ότι υπάρχει περίπτωση να την «πατήσουν» όπως ο Λίντον Τζόνσον και Ρόμπερτ Μακ Ναμάρα, που επιλέγοντας την αριθμητική των πτωμάτων έχασαν οι ΗΠΑ τον πόλεμο στο Βιετνάμ και οι Δημοκρατικοί την εξουσία…
ΥΓ: Η Ιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών θα πρέπει να διασώσει το κύρος της παίρνοντας, επιτέλους, θέση στο ζήτημα του διδακτορικού του Περιφερειάρχη Αττικής κ. Γιώργου Πατούλη. Όσο η ιστορία αυτή σέρνεται ή αν δεν υπάρξει μια κατηγορηματική θέση που θα διαλευκάνει την υπόθεση, υπονομεύεται η υπόστασή της ως μια από τις πιο σημαντικές πανεπιστημιακές σχολές στην Ελλάδα και την Ευρώπη.