Η Ελλάδα αντιμετωπίζει με περισσότερο έντονο τρόπο σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, μια ακόμα κρίση, αυτήν της ενέργειας και του υψηλού πληθωρισμού. Η κρίση αυτή εκδηλώθηκε πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία. Αλλά ο πόλεμος συνιστά ένα έκτακτο γεγονός με πολύ σοβαρές επιπτώσεις στις τιμές και την επάρκεια βασικών αγαθών που αναμένεται να έχουν διάρκεια στον χρόνο. Σε αυτό το πλαίσιο, πέρα από τα απαραίτητα άμεσα μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης ακρίβειας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις και τα θεσμικά μέτρα σε σχέση με την αγορά ενέργειας, αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία η συζήτηση για την επόμενη μέρα και την κατεύθυνση της ανάκαμψης.
Η χώρα μας πρέπει λοιπόν να προετοιμαστεί και να αξιοποιήσει τις δυνατότητες που υπάρχουν για την ανάκαμψη της οικονομίας. Όπως είναι γνωστό, έχει στη διάθεσή της 60 δισεκ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και 12 δισεκ. ευρώ σε δάνεια από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και το ΕΣΠΑ 2021-2027 (συμπεριλαμβάνονται οι πόροι για την Κοινή Αγροτική Πολιτική). Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης είναι διαθέσιμοι για εκταμίευση μέχρι και τον Αύγουστο του 2026 ενώ για το ΕΣΠΑ 2021-2027 μέχρι το τέλος του 2029 (καθώς ισχύει ο κανόνας Ν+2 για τις εκταμιεύσεις του ΕΣΠΑ).
Επομένως, αυτά τα δύο αυτά χρηματοδοτικά εργαλεία έχουν διάρκεια μεγαλύτερη από τον πολιτικό χρόνο μιας κυβέρνησης. Και ως μέγεθος, συνιστούν μια ευκαιρία στρατηγικής σημασίας για τη χώρα.
Ως εκ τούτου, η πρόταση του Αλέξη Τσίπρα (η οποία υποβλήθηκε με σχετική επιστολή του στον πρόεδρο της Βουλής, Κωνσταντίνο Τασούλα), για τη συγκρότηση ειδικής κοινοβουλευτικής επιτροπής που θα παρακολουθεί και θα ελέγχει την πορεία υλοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ 2021-2027 έχει ιδιαίτερη σημασία.
Πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είχε καταθέσει σχετική πρόταση αρκετά πριν τις τελευταίες εξελίξεις και την κορύφωση του κύματος ακρίβειας. Η πρόταση αυτή έχει στόχο να αναπληρώσει το έλλειμμα ουσιαστικής διαβούλευσης και δημοκρατικού διαλόγου που συνόδευσε τον σχεδιασμό και την έγκριση του Ελληνικού Σχεδίου για το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ, να αναδείξει ζητήματα κατεύθυνσης των πολιτικών που έχουν επιλεγεί και να δώσει ουσιαστικές απαντήσεις σε ζητήματα διαφάνειας, εποπτείας, ελέγχου και συνεχούς αξιολόγησης της πορείας υλοποίησης των έργων και εκταμίευσης των πόρων.
Κυρίως όμως μέσα από την διαδικασία κοινοβουλευτικού ελέγχου θα αναδειχτεί η ανάγκη αναθεώρησης και επανασχεδιασμού αυτών των χρηματοδοτικών εργαλείων. Ήδη πριν από την εκδήλωση των πληθωριστικών πιέσεων είχαν εντοπιστεί βασικά προβλήματα σχεδιασμού και επιλογών του σχεδίου της κυβέρνησης για το Ταμείο Ανάκαμψης. Τέτοια είναι:
- Η επιλογή μεροληπτικά ταξικών «μεταρρυθμίσεων», συνδεδεμένων με το Ταμείο, όπως το εργασιακό νομοσχέδιο που μειώνει την διαπραγματευτική δύναμη των εργαζομένων με στόχο να κρατηθούν οι μισθοί χαμηλά.
- Ο ουσιαστικός αποκλεισμός των ΜμΕ από τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης
- Η παντελής απουσία στόχευσης για την αύξηση της εγχώριας παραγόμενης αξίας. Κινδυνεύουμε για άλλη μια χρηματοδοτική περίοδο, οι ευρωπαϊκοί πόροι να κατευθυνθούν σχεδόν αποκλειστικά σε εισαγωγές την ίδια στιγμή που το εμπορικό έλλειμμα της χώρας αυξάνει
- Η υποχρηματοδότηση του κοινωνικού κράτους και κυρίως του τομέα της υγείας και της παιδείας
- Κραυγαλέες ελλείψεις πολιτικής όπως το έλλειμμα στεγαστικής πολιτικής την στιγμή που το πρόβλημα πρόσβασης σε προσιτή στέγη γίνεται εκρηκτικό ειδικά για τα νέα άτομα.
- Η απουσία περιφερειακής διάστασης στον σχεδιασμό του Ταμείου Ανάκαμψης
Εξαρχής λοιπόν, το σχέδιο της κυβέρνησης βρέθηκε πολύ πίσω από τις ανάγκες καθώς διατύπωνε νεοφιλελεύθερες συνταγές που προωθούνταν διεθνώς πριν 3-4 δεκαετίες και οι οποίες αποδείχτηκε ότι δεν οδηγούν με μια βιώσιμη και διατηρήσιμη ανάκαμψη ενώ αυξάνουν τις ανισότητες.
Αλλά μετά την εκτόξευση του κόστους της ενέργειας και τον πόλεμο στην Ουκρανία, γίνεται ακόμα πιο φανερό ότι το ελληνικό σχέδιο έχει ήδη ξεπεραστεί από τα πράγματα και πρέπει να αλλάξει επειγόντως.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τον τομέα της ενέργειας όπου η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα είναι πλέον αναγκαιότητα. Απουσιάζει πλήρως η κυβερνητική στόχευση και τα κατάλληλα χρηματοδοτικά εργαλεία για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μέσω ΑΠΕ από Δήμους, νοικοκυριά, ΜμΕ και αγρότες που είναι δυνατό να κρατήσουν το κόστος ενέργειας χαμηλά χωρίς εξάρτηση από τις διεθνείς αναταράξεις των αγορών ορυκτών καυσίμων. Ο θεσμός των Ενεργειακών Κοινοτήτων που μπορούσε να λειτουργήσει προωθητικά σε αυτή την κατεύθυνση, όχι μόνο δεν στηρίχθηκε από το Υπουργείο Ενέργειας αλλά υπονομεύτηκε και αφέθηκε να αλλοιωθεί. Η κυβέρνηση δεν προωθεί τις απαραίτητες ρυθμίσεις και επενδύσεις ώστε τα δίκτυα διανομής να υποδεχτούν κατά προτεραιότητα μια τέτοιου είδους αποκεντρωμένη παραγωγή, ενώ την ίδια στιγμή καθυστερεί τον χωροταξικό σχεδιασμό με αποτέλεσμα η χωροθέτησή των αιολικών πάρκων βιομηχανικής κλίμακας να γίνεται με κανόνες «άγριας δύσης». Στα προγράμματα «εξοικονομώ» του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ θα έπρεπε να διατεθούν πολλαπλάσιοι πόροι προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες εξοικονόμησης ενέργειας.
Εδώ και σχεδόν δύο χρόνια (πολύ πριν την ενεργειακή κρίση και τον πόλεμο), ο ΣΥΡΙΖΑ μέσω των προγραμματικών του θέσεων αλλά και πλήθος ΜΚΟ όπως το WWF, έκαναν συγκεκριμένες προτάσεις για ενίσχυση της ενεργειακής δημοκρατίας, παραγωγή ηλεκτρική ενέργειας από τους μικρούς καταναλωτές και ενίσχυση των προγραμμάτων εξοικονόμησης ενέργειας που αν προχωρούσαν θα έβρισκαν τη χώρα περισσότερο προετοιμασμένη.
Είναι φανερό ότι ο σχεδιασμός αξιοποίησης των ευρωπαϊκών πόρων πρέπει να αναθεωρηθεί και μάλιστα γρήγορα αν θέλουμε να καταστήσουμε ανθεκτική την ελληνική κοινωνία και οικονομία απέναντι στην τρέχουσα κρίση που αναμένεται να διαρκέσει. Η κοινοβουλευτική επιτροπή παρακολούθησης και ελέγχου της πορείας υλοποίησης των ευρωπαϊκών πόρων μπορεί να είναι ένα πρώτο βήμα για να αναδειχτεί αυτό το κεφαλαιώδους σημασίας ζήτημα.
(Ο Παναγιώτης Κορκολής είναι Υπεύθυνος Ανάπτυξης του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών «ΕΝΑ», Σύμβουλος του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Α. Τσίπρα για θέματα Ανάπτυξης και Οικονομίας, πρώην Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ)