«Τα έθνη δεν έχουν σταθερούς φίλους ή εχθρούς. Έχουν μόνο σταθερά συμφέροντα» συνήθιζε να λέει στα μέσα του 19ου αιώνα ο Βρετανός πρωθυπουργός Λόρδος Πάλμερστον. Ακόμη και σήμερα που τα έθνη-κράτη υποτίθεται ότι είναι αποδυναμωμένα και η παγκοσμιοποίηση αναδεικνύει τη σχετικότητα αλλά και την αλληλεξάρτηση των κρατών και κυρίως των οικονομιών τους, η ρήση αυτή φαίνεται να είναι όσο ποτέ επίκαιρη. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και οι συνέπειές της που ήλθαν να επικαθήσουν στην ενεργειακή κρίση που ξεκίνησε από τον περασμένο Σεπτέμβριο καταδεικνύει με τον πιο εμφαντικό τρόπο ότι οι συμμαχίες επιβάλλονται από τη συγκυρία. Και αυτό αφορά και χώρες σαν την Ελλάδα που ανήκουν σε ευρύτερες διεθνείς οικογένειες όπως η ΕΕ και το ΝΑΤΟ, που η δυνατότητα σημαντικών παρεκκλίσεων από τις κοινές αποφάσεις δεν είναι αυτονόητη, εκτός αν πρόκειται για κράτη-μέλη με κυβερνήσεις όπως του Όρμπαν στην Ουγγαρία.
Αφορμή για το παρόν κείμενο αποτελούν τα γεγονότα του τελευταίου δεκαήμερου που σχετίζονται με το Ιράν και με τη Βενεζουέλα. Η παρούσα ελληνική κυβέρνηση και στις δύο περιπτώσεις εφάρμοσε πιο προωθημένες πολιτικές από πολλά άλλα κράτη, που το λιγότερο την κάνουν να φαίνεται στην ελληνική κοινή γνώμη ότι δρα λίγο βεβιασμένα ή και αντιφατικά. Συγκεκριμένα, αξίζει να θυμηθούμε ότι με το καλημέρα της διακυβέρνησής της αναγνώρισε για τη Βενεζουέλα το αμφίβολο και τελικά ανυπόστατο status Γκουαϊδό και στην περίπτωση του Ιράν, υπερθεμάτισε στην πολιτική των ΗΠΑ, με την κατάσχεση ιρανικού πετρελαίου στη χώρα μας και τη ρητορική κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του Έλληνα πρωθυπουργού στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού –στο σημείο αυτό να σημειώσουμε ότι το παρών Μέγαρο Μαξίμου «όρισε» για τον εαυτό του περισσότερες αρμοδιότητες σχετικά με την εφαρμογή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Τα αποτελέσματα γνωστά: από τη μια δεν ξέρουν πώς να μαζέψουν όλα όσα λέγονταν για την προηγούμενη κυβέρνηση αναφορικά με τη Βενεζουέλα και τους «Μαδούρους», τώρα που η μεγάλη σύμμαχος ΗΠΑ δίνει το οκ για μεταφορά πετρελαίου από τη λατινοαμερικανική χώρα και από την άλλη είχαμε την κατάληψη από κομάντο των «Φρουρών της Επανάστασης» δύο ελληνικών τάνκερ στον Περσικό Κόλπο. Και οι επίσημες αναφορές αφορούν στα καθεστώτα των δύο αυτών χωρών, που θα συμφωνήσουμε ότι δεν ασπαζόμαστε ως κράτη τα ίδια μοντέλα διακυβέρνησης και τις ίδιες αξίες για τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Εμείς είμαστε μια εξελιγμένη -και καλά κάνουμε-, έστω και με στρεβλώσεις, αστική δημοκρατία δυτικού τύπου και η μεν Βενεζουέλα, παρά τη λαϊκή καταγωγή των κυβερνώντων της, δεν έχει εμπεδώσει την δημοκρατική εκδοχή της αντιπροσώπευσης, ενώ το Ιράν είναι ένα αυταρχικό θεοκρατικό καθεστώς.
Το ίδιο όμως δεν συμβαίνει και με την Αίγυπτο ή τη Σαουδική Αραβία; Αυτές οι σύμμαχοι χώρες έχουν καμιά σχέση με τη δυτική δημοκρατία και τις θεμελιώδεις αξίες της που εκπροσωπούμε εμείς. Φυσικά και όχι. Αλλά η μεν Αίγυπτος είναι ένας δυνατός παίκτης και διαχρονικά σύμμαχος στην ανατολική Μεσόγειο και η Σαουδική Αραβία μας προέκυψε από έναν ευρύτερο αντιιρανικό συνασπισμό. Κι επειδή δεν μπορούμε σε αυτό τον κόσμο να ζήσουμε μόνοι μας, τα πράγματα είναι απλά μέσα στην πολυπλοκότητά τους. Δεν χρειάζεται, εκτός κι αν πρόκειται για κάτι εξαιρετικά τραβηγμένο, να κάνουμε εσωτερική πολιτική με την εξωτερική. Διαφορετικές θεάσεις υπάρχουν, αλλά εκτιμάμε ότι στα βασικά ζητήματα η τήρηση των ισορροπιών και οι κατά συνθήκη αυτονομήσεις εξασφαλίζουν συμφέροντα και κύρος. Γιατί διαφορετικά δείχνουμε να έχουμε ξεχάσει που θέλουμε να πάμε, που λένε και στην «Ταξιδιάρα Ψυχή» οι «Τρύπες», αφού από ήδη από τη Συνθήκη της Βεστφαλίας το 1648 γνωρίζουmε ότι στις διεθνείς σχέσεις δεν υπάρχει Magic Bus…
(Ο Δημήτρης Στεμπίλης είναι δημοσιογράφος και ιστορικός)