Η Καρολάιν στην Αλόννησο, η Κωνσταντίνα στη Μακρινίτσα, η Γαριφαλιά στη Φολέγανδρο . Τραγικές ιστορίες που συζητήθηκαν πολύ και έχουν όλες ένα κοινό: δεν ειπώθηκαν ποτέ από τα θύματα. Γιατί οι δολοφονημένες γυναίκες δεν μιλούν.
Μια ακόμα δολοφονία, μια ακόμα γυναικοκτονία συγκλόνισε το πανελλήνιο, αυτή τη φορά στη Φολέγανδρο, με θύμα την 26χρονη φαρμακοποιό, η οποία στις στιγμές που θα έπρεπε να είναι οι πιο ανέμελες, στις διακοπές της, είδε τη ζωή της να γκρεμίζεται πάνω στα βράχια της Λυγαριάς.
Όσο και να σοκάρει η συγκεκριμένη υπόθεση, στην πραγματικότητα πρόκειται δυστυχώς για μια χιλιοειπωμένη, σχεδόν μπανάλ ιστορία. Ένας άνδρας θύμωσε, βρέθηκε εκτός εαυτού. Θεώρησε ότι είχε το δικαίωμα να οδηγήσει μια γυναίκα στον γκρεμό και όταν είδε ότι αυτή κατάφερε να γλυτώσει, τίποτα δεν τον σταμάτησε από το να απλώσει τα χέρια του πάνω της και να την σπρώξει στα βράχια. Την άφησε εν γνώσει του, αναίσθητη, να πνιγεί. Μετά, είχε το θράσος να βγει και να πει δημόσια ότι «ήταν η κακιά στιγμή».
Κι όμως, σαν να επρόκειτο για το πρώτο τέτοιο περιστατικό που λαμβάνει χώρα στην Ελλάδα ή στον κόσμο, η στυγερή δολοφονία της 26χρονης ανοίγει και πάλι τη συζήτηση σχετικά με το αν πρέπει να χρησιμοποιούμε τον όρο γυναικοκτονία, ή εάν η λέξη ανθρωποκτονία είναι πιο ταιριαστή.
Ορισμένες φορές, ακόμα και ο γνωστός χαρακτηρισμός ως «έγκλημα πάθους», μια οξύμωρη φράση με δύο αντίθετα φορτισμένες έννοιες -η μία θετικά και η άλλη αρνητικά- προτιμάται, με σκοπό να αμβλύνει λίγο τις γωνίες, να αποκρύψει το φρικαλέο πρόσωπο μιας ωμής πραγματικότητας.
Εντούτοις, όλοι όσοι προσπαθούν να βαφτίσουν ως ανθρωποκτονίες τις γυναικοκτονίες που συμβαίνουν ανά χιλιάδες στον πλανήτη μας, ξεχνούν κάτι πολύ σημαντικό.
Η δολοφονία μιας γυναίκας από τον σύντροφο, σύζυγο, πρώην, ή πατέρα της -με λίγα λόγια κάποια ανδρική φιγούρα που θεωρεί πως έχει εξουσία πάνω της και λόγο στη ζωή της- δεν συμβαίνει σχεδόν ποτέ εν κενώ.
Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια ακραία έκβαση ενός πολύ καθημερινού φαινομένου, ενός καλά κρυμμένου μυστικού που παραμονεύει πίσω από κλειδωμένες πόρτες: αυτό της έμφυλης βίας, της ενδοοικογενειακής. Αποκορύφωμα αυτής της βίας, στην οποία το φύλο του θύματος και του θύτη διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο, μπορεί να είναι η δολοφονία της γυναίκας-θύματος, εν ολίγοις η γυναικοκτονία.
Ο όρος γυναικοκτονία στην πραγματικότητα δεν είναι καινούριος. Δεν πρόκειται για ένα buzzword που επινοήθηκε στο Twitter, όπως πολλοί θέλουν να πιστεύουν.
Ήδη από το 1848 η λέξη γυναικοκτονία (femicide) δημοσιεύτηκε στο λεξικό νομικών όρων του Wharton’s, ενώ από το 1976, η συγκεκριμένη λέξη χρησιμοποιείται προκειμένου να περιγράψει «τη δολοφονία γυναικών από άντρες επειδή είναι γυναίκες».
Σε αρκετές χώρες ανά τον κόσμο, όπως είναι η Χιλή, το Μεξικό, η Κόστα Ρίκα και η Δομινικανή Δημοκρατία, η γυναικοκτονία είναι ένας όρος αναγνωρισμένος νομικά, καθώς οι θάνατοι ως απόρροια της έμφυλης βίας έχουν αγγίξει τέτοια ύψη, που οι κυβερνήσεις αποφάσισαν να συμπεριλάβουν τον όρο στον Ποινικό Κώδικα των κρατών.
Δυστυχώς, όμως, και στην «πολιτισμένη Δύση» ο όρος αυτός φαίνεται να είναι αναγκαίος για να περιγράψει το ίδιο φαινόμενο που οι στατιστικές έρευνες αποδεικνύουν εδώ και δεκαετίες.
Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ), σε ολόκληρο τον κόσμο, πάνω από το 35% των δολοφονημένων γυναικών πέθαναν από τα χέρια του συντρόφου/συζύγου/πρώην τους, σε αντιπαραβολή με το αντίστοιχο ποσοστό για τους άνδρες, το οποίο δεν ξεπερνά το 5%.
Μάλιστα, οι ειδικοί πιστεύουν ότι οι αληθινοί αριθμοί είναι κατά πολύ υψηλότεροι, καθώς υπάρχει σημαντική έλλειψη επίσημων δεδομένων, ενώ υπογραμμίζουν ότι όταν οι γυναίκες φτάνουν στο σημείο να σκοτώσουν τους συντρόφους τους βρίσκονται συχνά σε κατάσταση άμυνας, εν αντιθέσει με τους άνδρες που πιο συχνά δολοφονούν για λόγους που σχετίζονται με το αίσθημα της κτητικότητας και της ζήλιας. (Η ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ)
Οι διεθνείς έρευνες, λοιπόν, ανά τον πλανήτη επιμένουν να υποδεικνύουν μια και μόνο πραγματικότητα: όλες αυτές οι γυναίκες που έχουν χάσει τη ζωή τους εξαιτίας ενός ανθρώπου που νόμιζαν ότι μπορούσαν να εμπιστευθούν, δεν είναι θύματα κάποιων «μεμονωμένων περιστατικών».
Τα επίσημα στοιχεία είναι εκείνα που διαψεύδουν την εικόνα του άγνωστου, επικίνδυνου ξένου, φανερώνοντας ότι, τελικά, η μεγαλύτερη απειλή για τη ζωή μιας γυναίκας έχει συχνά τα κλειδιά του σπιτιού της.
Πρόκειται για ένα φαινόμενο που πλήττει την παγκόσμια κοινότητα και η χρήση της λέξης γυναικοκτονία, σε όποια εγκλήματα αυτή αρμόζει, θα ήταν ένα βήμα προς την ανάδειξη αυτού του φαινομένου και ως εκ τούτου στη μεγαλύτερη αναγνώριση της κοινωνίας αναφορικά με το ζήτημα της έμφυλης βίας και της δολοφονίας των γυναικών.
Μιας κοινωνίας που προσπαθεί να κλείσει τα μάτια της στην αλήθεια, επιμένοντας ότι οι αλλεπάλληλοι φόνοι γυναικών από τους άνδρες στις ζωές τους δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια «κακιά στιγμή», μια «φάση που χάλασε»…
(Η Ελένη Μπορμπόλη είναι δημοσιογράφος)