Την Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου, μετά μια σειρά από ήττες στην Ανατολική Ουκρανία, ο Πρόεδρος Πούτιν κάλεσε σε μερική επιστράτευση, με το πρόσχημα της «νατοϊκής απειλής για την ασφάλεια της χώρας».
Από τον Φεβρουάριο που ξεκίνησε η Ρωσική επίθεση, ο Πούτιν μιλούσε για «ειδική στρατιωτική επιχείρηση», αποφεύγοντας να χρησιμοποιήσει τη λέξη «Πόλεμος». ‘Πόλεμος’ θα σήμαινε, όπως αναφέρει ο Ιβάν Κράστεβ σε πρόσφατο άρθρο του, επιστράτευση και γενική εμπλοκή του πληθυσμού, κάτι που έως τώρα ο Πούτιν ήθελε με κάθε τρόπο να αποφύγει.
Η εισβολή του 2008 στην Γεωργία και η εμπλοκή της Ρωσίας στη Συρία είχαν χαρακτηριστεί και οι δύο ως «ειδικές στρατιωτικές επιχειρήσεις». Αυτό σήμαινε ότι δεν επηρέαζαν κατά βάση τη ζωή του πληθυσμού. Ο τελευταίος πόλεμος που πολέμησε η Ρωσία, κατά την κρατούσα άποψη, ήταν ο πόλεμος κατά των Ναζί.
Έτσι λοιπόν, οι δυο βασικές αρχές με τις οποίες κινήθηκε ο Πούτιν στην εισβολή ήταν α) η σύγκρουση αυτή να μην αγγίξει τη ρωσική κοινωνία, ώστε να διατηρήσει ο ίδιος υψηλά ποσοστά υποστήριξης για την «ειδική επιχείρηση» και β) να τελειώνει σύντομα με την Ουκρανία.
Το δεύτερο αποδείχθηκε αδύνατο με αποτέλεσμα το πρώτο να μην μπορεί πλέον να διαφυλαχτεί. Παράλληλα, οι βίαιες συγκρούσεις στα σύνορα Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν ενδεχομένως να σημαίνει ότι πλέον δημιουργείται η πεποίθηση ότι η Μόσχα δεν μπορεί πια να ελέγξει με τις ίδια αποτελεσματικότητα τις «παγωμένες» συγκρούσεις στον πρώην Σοβιετικό χώρο, χάνοντας ουσιαστικά την δυνατότητα ελέγχου της ευρύτερης περιοχής.
Είναι γεγονός ότι οι τελευταίες Ουκρανικές νίκες έπληξαν το αφήγημα της Μόσχας περί αήττητου στρατού και περί ‘απλής αποστολής’. Έτσι την εξαγγελία δημοψηφισμάτων για ένωση με τη Ρωσική Ομοσπονδία από τις φιλορωσικές αρχές των κατεχόμενων περιοχών Λουχάνσκ, Ντονέσκ, Ζαποριζίγια και Χερσώνας για το διάστημα 23 έως 27 Σεπτεμβρίου, ακολούθησε το διάγγελμα για ‘μερική επιστράτευση΄ του Προέδρου Πούτιν στις 21 Σεπτεμβρίου.
Αυτή η μερική επιστράτευση σημαίνει ότι 300.000 έφεδροι θα σταλούν στο Ουκρανικό μέτωπο. Την προηγούμενη μέρα, χωρίς καμιά προειδοποίηση, εισήχθησαν στην Ντούμα, το Ρωσικό Κοινοβούλιο, τροπολογίες που προέβλεπαν ιδιαίτερα υψηλές ποινές σε όσους αρνιόντουσαν να παρουσιαστούν για στρατιωτική υπηρεσία.
Τα τρία αυτά γεγονότα (ρωσική υποχώρηση, εξαγγελία για δημοψηφίσματα και μερική επιστράτευση) οδηγούν σε ένα απλό συμπέρασμα:
Με το να μετατραπούν οι ρωσοκρατούμενες περιοχές της Ουκρανίας σε τμήμα της Ρωσίας ο πόλεμος εναντίον της Ρωσίας στην Ουκρανία θα μετατραπεί σε πόλεμος εναντίον της Ρωσίας στην ίδια τη Ρωσία.
Πλέον κάθε χτύπημα, στο Ντονέσκ για παράδειγμα, θα είναι πλήγμα κατά της Ρωσίας. Έτσι μια ειδική επιχείρηση κατά άλλης χώρας μετατρέπεται αυτόματα σε προσπάθεια υπεράσπισης της Ρωσίας. Η εισβολή γίνεται με τον τρόπο αυτό αμυντικός πόλεμος!
Η άτακτη αποχώρηση των Ρώσων στρατιωτών από το Χάρκοβο και η γρήγορη επανακατάληψη σημαντικών εδαφών από τις ουκρανικές δυνάμεις στο νότο και τα ανατολικά, έσπασε τον μύθο του ανίκητου ρωσικού στρατού. Ο Πούτιν βρέθηκε κατά συνέπεια μπροστά σε μεγάλα διλήμματα στα οποία έπρεπε να απαντήσει στην βάση ενός ταμπού : «Η Ρωσία δεν μπορεί να ηττηθεί».
Η επιλογή να μεταφέρει εντός αυτού που θα θεωρείται πλέον Ρωσία την πολεμική σύγκρουση κλιμακώνει κατά δραματικό τρόπο την ένταση με τη Δύση, με παράλληλες απειλές για ενδεχόμενο πυρηνικό χτύπημα, αν απειληθεί η εδαφική ακεραιότητα της Ρωσίας, άρα και των προσαρτημένων μετά τις 27 Σεπτεμβρίου περιοχών. Κατά βάση ο Πούτιν με τις τελευταίες αυτές κινήσεις επιχειρεί να μεταφέρει τα διλήμματα στην πλευρά των Δυτικών, φέρνοντας όμως πιο κοντά το ενδεχόμενο εμπλοκής με το ΝΑΤΟ.
Τα πράγματα όμως δεν είναι απλά για αυτόν. Η επιστράτευση, έστω μερική, έστω και μόνο των εφέδρων, μεταφέρει το πρόβλημα μέσα στη ρωσική κοινωνία και αναστατώνει τις εύθραυστες ισορροπίες που ο Πούτιν είχε επιτύχει από τον Φεβρουάριο που άρχισε η σύγκρουση. Αυτή τη στιγμή, ο Πρόεδρος βρίσκεται στην αρχή μιας εσωτερικής αντίδρασης σε έναν πόλεμο τον οποίο οι περισσότεροι Ρώσοι δεν θέλουν να πολεμήσουν.
Εξάλλου η εμφανής πλέον αναντιστοιχία εξαιρετικά φιλόδοξων στόχων με δυνάμεις που εκ των πραγμάτων προκύπτει ότι δεν μπορούν να τις πραγματοποιήσουν, οδηγεί την ηγεσία της Μόσχας σε επιλογές ανάμεσα σε κακές εναλλακτικές. Ο χρόνος δεν είναι εξάλλου με το μέρος του Πούτιν. Η αναμονή για τον σκληρό ρωσικό χειμώνα για να καμφθεί η Ουκρανία φαντάζει πλέον μη ρεαλιστική. Αυτό καθώς και η αυξανόμενη πίεση στο εσωτερικό και η ανάγκη μιας νίκης στην Ουκρανία κάνει τον Πούτιν ακόμη πιο επικίνδυνο και απρόβλεπτο.
Το σίγουρο είναι ότι ακόμη και αν η λέξη «πόλεμος» δεν έχει βγει από επίσημα χείλη, το διάγγελμα του Πούτιν στις 21 Σεπτεμβρίου για μερική επιστράτευση ισοδυναμεί με αναγνώριση ότι η χώρα είναι σε πόλεμο. Κάνει παράλληλα κάθε ρωσική υποχώρηση πιο δύσκολη και κάθε διαπραγμάτευση σχεδόν αδύνατη. Και την πυρηνική απειλή πιο μεγάλη.
Τώρα, περισσότερο από ποτέ, είναι επιτακτική ανάγκη να πολλαπλασιαστούν οι ευρωπαϊκές προσπάθειες για τερματισμό της σύγκρουσης με τρόπο που θα επιτρέπει αξιοπρεπείς υποχωρήσεις και από τις δύο μεριές. Ο κίνδυνος για την ανθρωπότητα αυξάνει, και προοπτικά κανείς δεν μπορεί να βγει νικητής.
(Η Μαριλένα Κοππά είναι Αναπλ. Καθηγήτρια Συγκριτικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Μέλος ΔΣ του ΙΔΙΣ)