Πριν λίγες ημέρες, ο Γάλλος επιθετικός Κιλιάν Εμπαπέ αρνήθηκε να φωτογραφηθεί με τους συμπαίκτες του στην Εθνική Γαλλίας, γιατί δεν ήθελε να να χρησιμοποιηθεί η εικόνα του για διαφημιστικούς λόγους, από τους χορηγούς της Εθνικής ομάδας.
Ήδη, από τον περασμένο Μάρτιο, ο ίδιος παίκτης αρνήθηκε να συμμετάσχει στη διαφημιστική καμπάνια των εταιρειών που διαφήμιζαν φαγητά ή αναψυκτικά που δεν είναι υγιεινά και απευθύνονται κυρίως σε παιδιά. «Έχω δικαίωμα να γνωρίζω με ποιο προϊόν συνδέεται το όνομά μου», είχε δηλώσει τότε. Οι εκπρόσωποί του είχαν ζητήσει από τη Γαλλική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία, να εξετάσει το θέμα, αλλά ο Πρόεδρος της Νοέλ Λε Γκρε απάντησε ότι αυτή η συζήτηση θα μπορούσε να γίνει μετά το Μουντιάλ. Ο Εμπαπέ αντέδρασε, με αποτέλεσμα να φτάσουμε στην πρόσφατη άρνηση φωτογράφισης.
Οι υπεύθυνοι της Γαλλικής Ομοσπονδίας, οι οποίοι τον τελευταίο καιρό κατηγορούνται και για σκάνδαλα σεξουαλικής κακοποίησης ανέκρουσαν πρύμναν και ανακοίνωσαν ότι η Ομοσπονδία είναι έτοιμη να τροποποιήσει τις συμφωνίες με τους χορηγούς, «λαμβάνοντας υπόψη της νόμιμες πεποιθήσεις που εκφράστηκαν από όλους τους ποδοσφαιριστές». Ο Γάλλος διεθνής φορ, με τη δήλωσή του, έμμεσα κατέστησε γνωστό ότι τα δικαιώματα της εικόνας του είναι αντικείμενο προσωπικής εμπορικής εκμετάλλευσης και είναι διατεθειμένος να παραχωρήσει την εκμετάλλευση στη γαλλική ομοσπονδία, μόνο υπό όρους. Η Γαλλική ομοσπονδία, με την υποχώρηση που έκανε αναγνωρίζει (έμμεσα και αυτή) τα δικαιώματα του Εμπαπέ και των άλλων διεθνών ποδοσφαιριστών.
Γη και ύδωρ
Ο 23χρονος αστέρας της Παρί Σεν Ζερμέν ήταν πρωταγωνιστής στο μεγαλύτερο σίριαλ της προηγούμενης μεταγραφικής περιόδου. Το συμβόλαιο του έληγε τον περασμένο Ιούνιο. Ο Πρόεδρος της Ρεάλ Μαδρίτης του πρόσφερε ένα διετές συμβόλαιο με αμοιβή 50 εκ. ετησίως και 120 εκ. μπόνους υπογραφής, προκειμένου να τον ντύσει στα λευκά.
Όλα φαίνονταν συμφωνημένα.Ο ίδιος ο ποδοσφαιριστής έκανε δηλώσεις, με τις οποίες ανέφερε ότι το όνειρό του ήταν να αγωνιστεί στη Ρεάλ. Ωστόσο, ο Άραβας ιδιοκτήτης της Παρί Σεν Ζερμέν δεν είχε πει την τελευταία του λέξη. Έριξε στα πόδια του Γάλλου αστέρα τριετές συμβόλαιο, επίσης, με 50 εκ. Ευρώ το χρόνο και πριμ υπογραφής 100 εκ. Ευρώ .Επιπλέον, δεσμεύθηκε ότι ο Γάλλος επιθετικός θα έχει τον πλήρη έλεγχο του ποδοσφαιρικού πρότζεκτ της ομάδας. Θα έχει λόγο για τους παίκτες που πρέπει να φύγουν και αυτούς που θα έρθουν, αλλά ακόμα και για την επιλογή του νέου προπονητή.
Με τη βοήθεια του Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας Μανουέλ Μακρόν, ο οποίος του τηλεφώνησε προσωπικά και του είπε πόσο σημαντικό είναι για τη Γαλλία, να παραμείνει ο παίκτης στην Παρί Σεν Ζερμέν, ο Εμπαπέ ξέχασε τα παιδικά του όνειρα και παρέμεινε… Παριζιάνος.
Έτσι, για πρώτη φορά στην ιστορία του ποδοσφαίρου, ένας ποδοσφαιριστής αποκτούσε αρμοδιότητες Τεχνικού Διευθυντή. Για πρώτη φορά στην ιστορία του ποδοσφαίρου, στο οργανόγραμμα μίας ποδοσφαιρικής ομάδας, ένας παίκτης, εκτός από τη θέση στο γήπεδο, καταλάμβανε θέση, ανώτερη από αυτή του προπονητή.
Η άρνηση του Ζιντάν
Το γεγονός αυτό, προκάλεσε σοβαρά προβλήματα, στην προσπάθεια της Διοίκησης των Πρωταθλητών Γαλλίας να βρουν προπονητή που θα αναλάμβανε την ομάδα. Όλα τα μεγάλα ονόματα που προσέγγισε ο ιδιοκτήτης Ελ Κελαϊφί αρνούνταν. Πρώτος και καλύτερος αρνήθηκε ο Ζινεντίν Ζιντάν, μία κορυφαία προσωπικότητα του Παγκόσμιου Ποδοσφαίρου. Ο «Ζιζού», παρά τα χρήματα που του έταξε ο Άραβας Πρόεδρος της Παρί, αρνήθηκε να αναλάβει την τεχνική ηγεσία μίας ομάδας, όπου ένας παίκτης της θα είχε μεγαλύτερες αρμοδιότητες από αυτόν. Έτσι, ο Ελ Κελαϊφί κατέληξε στη λύση του, μέχρι τότε, προπονητή της Νις Κριστόφ Γκατιέ. Ενός τεχνικού με περγαμηνές, αλλά, σίγουρα, χωρίς την προσωπικότητα του Ζιντάν.
Η μετά Μέσι και Ρονάλντο εποχή
Η γενιά μας είχε την τύχη να παρακολουθήσει αγωνιζόμενους και… ανταγωνιζόμενους δύο από τους μεγαλύτερους ποδοσφαιριστές στην ιστορία του αθλήματος. Τον Λιονέλ Μέσι και του Κριστιάνο Ρονάλντο. Και αυτοί ήταν τυχεροί, διότι μεσουράνησαν την εποχή της παγκοσμιοποίησης. Εκτός από τεράστιοι ποδοσφαιριστές, έγιναν παγκόσμια εμπορικά σήματα, κέρδισαν τεράστια ποσά και έφεραν στις ομάδες που αγωνίστηκαν τεράστια κέρδη. Το τέλος της καριέρας τους, συνέπεσε με την άνοδο δύο νέων εξαιρετικά ταλαντούχων ποδοσφαιριστών, που δείχνουν έτοιμοι να τους αντικαταστήσουν, στην κορυφή του ποδοσφαιρικού κόσμου. Του Νορβηγού Χάλαντ και του Εμπαπέ.
Και αν για τον Χάλαντ αρκούσαν 75 εκ. για να μεταγραφεί το περασμένο καλοκαίρι, από την Μπορούσια Ντόρτμουντ στη Μάντσεστερ Σίτι, η υπόθεση της ανανέωσης του συμβολαίου του Εμπαπέ εισάγει εντελώς νέα ήθη στον κόσμο του ποδοσφαίρου. Κυρίως, εισάγει μία νέα προσέγγιση αναφορικά με το αθλητικό μάρκετινγκ και μάνατζμεντ. Διότι, όσο μεγάλος ποδοσφαιριστής και αν είναι ο Εμπαπέ (ή οποιοσδήποτε ποδοσφαιριστής ανάλογης αξίας), σίγουρα η απόδοσή του δε δικαιολογεί ούτε τις αμοιβές που του προτάθηκαν, ούτε την αναθεώρηση του οργανογράμματος μίας ομάδας.
Ο Εμπαπέ στην προκειμένη περίπτωση γίνεται ένα «brand», δηλαδή ένα εμπορικό σήμα, που αναμένεται να φέρει στην Παρί Σεν Ζερμέν πακτωλό χρημάτων, που σχετίζεται με την εμπορική εκμετάλλευση της φανέλας και της εικόνας του. Επιπλέον, όμως, εκτός από την οικονομική διάσταση του θέματος, η κινητοποίηση του Προέδρου Μακρόν αποδεικνύει, ότι εκτός από τα δολάρια (ή τα Ευρώ) η ιδιοκτησία των μεγάλων ευρωπαϊκών κλαμπ είναι ευκαιρία επίδειξης δύναμης, για όποιον έχει αποφασίσει να κινηθεί στο παγκόσμιο αθλητικό, αλλά και πολιτικό, παιχνίδι. Αυτό, βέβαια, ήταν κάτι γνωστό. Το καινούργιο στοιχείο είναι ότι στην προσπάθεια επίδειξης δύναμης δεν περιλαμβάνονται μόνο οι ομάδες, αλλά και τα πρόσωπα: ο Μέσι, ο Ρονάλντο, ο Χάλαντ, ο Εμπαπέ…
Αυξημένες ευθύνες
Σε αυτή τη διαδικασία, οι ποδοσφαιριστές διαθέτουν, εκτός από την ποδοσφαιρική αξία τους, και την εικόνα τους. Διαθέτουν, τα δικαιώματα εμπορικής εκμετάλλευσης της εικόνας τους. Οι αμοιβές που λαμβάνουν για αυτή την εμπορική εκμετάλλευση, όσο μεγάλες και αν είναι, δεν τους απαλλάσσουν από την ευθύνη που έχουν απέναντι στην κοινωνία να συνδέσουν το όνομά τους με προϊόντα ή και δράσεις που είναι προς όφελος της κοινωνίας. Πολλώ δε μάλλον, όταν όλοι αυτοί οι σπουδαίοι ποδοσφαιριστές απευθύνονται σε νέους ανθρώπους και παιδιά. Με άλλα λόγια, οι ίδιοι έχουν την υποχρέωση να βάλουν τα όρια της διάθεσης ενός σημαντικού δικαιώματος που αναφέρεται στην προσωπικότητά τους.
Αυτό κάνει με πραγματικά υποδειγματικό τρόπο (μέχρι σήμερα τουλάχιστον), ένα άλλο μεγάλο «brandname» της εποχής μας, ο Γιάννης Αντετοκούμπο. Ο δικός μας Γιάννης, εκτός από ένας από τους μεγαλύτερους καλαθοσφαιριστές της εποχής μας, είναι και ένα σύμβολο συμπεριφοράς, ήθους, κοινωνικής ευαισθησίας και ευθύνης. Η ομάδα του στο ΝΒΑ, οι «Μπακς» του Μιλγουόκι, αξιοποιούν την εικόνα του για να πουλήσουν φανέλες «Αντετοκούμπο», αλλά και προκειμένου να αυξήσουν την οπαδική βάση τους, προσελκύοντας οικογένειες, μικρά παιδιά, γυναίκες… Για το λόγο αυτό, επιδίδονται σε μία εξελιγμένη μορφή αθλητικού μάρκετινγκ, που γίνεται με όρους εταιρικής κοινωνικής ευθύνης. Και αποδεικνύουν, με αυτόν τον τρόπο, πως ο συνδυασμός του αθλητισμού με την οικονομία και το κέρδος, δεν είναι μόνο εφικτός, αλλά και κοινωνικά επωφελής.
Αν ο Εμπαπέ και η Παρί Σεν Ζερμέν θα ακολουθήσουν παρόμοιο δρόμο, θα αποδειχθεί στο μέλλον.
Ο Πιντουρίκιο…
Στην Αναγέννηση, διάφοροι άρχοντες επεδείκνυαν τον πλούτο και, επομένως και τη δύναμή τους, φέρνοντας στην αυλή τους τους πιο φημισμένους καλλιτέχνες της εποχής. Οι καλλιτέχνες που εργάζονταν για λογαριασμό του άρχοντα με την τέχνη, τη γνώση και την κοινωνική προσφορά τους, έγιναν προπομποί νέων ιδεών. Από αυτούς προήλθε η Αναγέννηση, ένα καλλιτεχνικό κίνημα, που διαχρονικά συγκινεί και προάγει καλλιτεχνικές, κοινωνικές και ηθικές αξίες.
Φαίνεται ότι, στις μέρες μας, η επίδειξη της δύναμης και του πλούτου, από εκείνους που (θέλουν να) κινούν τα νήματα είναι η παραμονή στην αυλή τους (όπου αυλή = ομάδα) σπουδαίων αθλητών.
Κάποτε ο Τζιοβάνι Ανιέλι, Πρόεδρος της ΦΙΑΤ και της Γιουβέντους, είχε προσδώσειστον Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο, το προσωνύμιο «Πιντουρίκιο». Είχε παραλληλίσει, δηλαδή, τον σπουδαίο μεσοεπιθετικό της ομάδας του με το μεγάλο αναγεννησιακό ζωγράφο, που γεννήθηκε στην Περούτζια της Ιταλίας το 1454 και είχε βοηθήσει στις νωπογραφίες της Καπέλα Σιξτίνα.
Αν για τον Ανιέλι, που ήταν άνθρωπος με μεγάλη πνευματική καλλιέργεια και κουλτούρα, ο παραλληλισμός αυτός ήταν μία ένδειξη θαυμασμού, για έναν από τους μεγαλύτερους βιρτουόζους του ποδοσφαίρου, για όλους όσους ασχολούνται με τον αθλητισμό, από οποιαδήποτε θέση, μπορεί να είναι ένας λόγος βαθύτερης σκέψης και προβληματισμού, για το πώς η μπάλα (οποιασδήποτε μορφής) δεν είναι μόνο χρήμα, αλλά γεννά περαιτέρω ευκαιρίες κέρδους, αλλά και υποχρεώσεις.
Φαίνεται ότι, στις μέρες μας, η επίδειξη της δύναμης και του πλούτου, από εκείνους που (θέλουν να) κινούν τα νήματα είναι η παραμονή στην αυλή τους (όπου αυλή = ομάδα) σπουδαίων αθλητών. Και φαίνεται ότι, αυτοί οι αθλητές είναι τόσο μεγάλες και τόσο επιδραστικές προσωπικότητες, που οφείλουν να αξιοποιήσουν την τιμή τους, προκειμένου να γίνουν και κοινωνικά χρήσιμοι. Οφείλουν δηλαδή, να υπερασπιστούν την Τιμή τους, αναλαμβάνοντας την ευθύνη που τους αναλογεί.
(Ο Κώστας Καρβουναρίδης είναι Δικηγόρος – Μάστερ Αθλητικού Δικαίου και Μάνατζμεντ | Διεθνές Κέντρο Αθλητικών Σπουδών CIES – FIFA)