Για πρώτη φορά μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ένα μεταφασιστικό κόμμα στην Ιταλία βρίσκεται προ των πυλών της διακυβέρνησης. Η νίκη των Αδελφών της Ιταλίας (Fdl), του κόμματος της Τζόρτζια Μελόνι, έρχεται να εντείνει την αβεβαιότητα στην πολιτική σκηνή της χώρας και να τροφοδοτήσει έναν νέο κύκλο ανασφάλειας για ένα πολύ μεγάλο τμήμα της ιταλικής κοινωνίας που νιώθει ότι έρχονται πολύ δύσκολες μέρες.
Οι εξαιρετικά ανησυχητικές εξελίξεις στην Ιταλία καταγράφονται δύο εβδομάδες έπειτα από εκείνες στη Σουηδία, όπου μία υπερσυντηρητική και οπισθοδρομική συμμαχία που συμπεριλαμβάνει τους Σουηδούς Δημοκράτες (SD), κόμμα που προέκυψε από το νεοναζιστικό κίνημα, σημείωσε εκλογική νίκη και έγινε η μεγαλύτερη δεξιά παράταξη στη σκανδιναβική χώρα. Το SD και το Fdl ανήκουν στην ίδια πολιτική οικογένεια στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ασπάζονται τις ίδιες ιδέες για το μέλλον των κοινωνιών, επιθυμώντας την επιστροφή σε ένα σκοτεινό παρελθόν, γεμάτο μίσος, κοινωνική ανασφάλεια, φόβο, βαθιές ανισότητες και φυλετικούς διαχωρισμούς.
Το κόμμα της Μελόνι έχει ανοιχτά στραφεί κατά των μεταναστών και προσφύγων, κατά της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, κατά των αμβλώσεων και της αυτοδιάθεσης του σώματος, ασκώντας σκληρή κριτική σε προοδευτικά νομοσχέδια και σε ό,τι φέρνει την ελευθερία, την αλληλεγγύη και την πρόοδο στο επίκεντρο της πολιτικής δράσης. Η εμπρηστική ρητορική της Μελόνι χτύπησε «κόκκινο» τους προηγούμενες μήνες στην Ιταλία, με την ίδια και κορυφαία στελέχη της να «επενδύουν» σε έναν ακραίο λαϊκισμό, επιλογή η οποία αποδείχθηκε ικανή να δώσει τη νίκη στις εκλογές, αλλά όπως έχει επανειλημμένως επαληθευτεί και στην Ιταλία και αλλού στην Ευρώπη, τις ΗΠΑ και τον υπόλοιπο κόσμο, καταλήγει πάντα με τον ίδιο τρόπο, με την καταστροφή, με τη διάλυση της κοινωνικής και οικονομικής συνοχής, την ενίσχυση του διχασμού και την υπερσυντηρητικοποίηση της πολιτικής.
Όλα τα ακροδεξιά κόμματα στην Ευρώπη, με το πρώτο και κύριο το κόμμα της Λεπέν στη Γαλλία και το ισπανικό Vox, έσπευσαν να δώσουν τα συγχαρητήριά τους στην Μελόνι και να υπενθυμίσουν στις Βρυξέλλες ότι «οι λαοί παίρνουν στα χέρια τους την εξουσία». Μία φράση απατηλή, που δεν ανταποκρίνεται σε καμία περίπτωση στην πραγματικότητα και στις πολιτικές που υπόσχονται κι ασκούν τα ακροδεξιά κόμματα. Η περίπτωση Σαλβίνι που προηγήθηκε στην Ιταλία απέδειξε γιατί ακριβώς τα ακροδεξιά κόμματα παίρνουν την εξουσία με ψέματα κι ασκούν διακυβέρνηση με μίσος και μόνο στόχο την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων οικονομικών συμφερόντων. Όσο για την Κομισιόν, ιδίως για τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που επί χρόνια προωθούνται και επιβάλλονται στα κράτη-μέλη, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι έχουν οδηγήσει σε πολιτικές τερατογενέσεις και έχουν «θολώσει» τις θεμελιώδεις αρχές της Ένωσης, εκείνες της αλληλεγγύης, της συνεργασίας και της κοινωνικής ανάπτυξης και συνοχής.
Επίσης, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας και βέβαια με το εκλογικό σώμα και τις ευρωπαϊκές κοινωνίες συνολικά, το μερίδιο ευθύνης των προοδευτικών δυνάμεων, και κυρίως της αριστεράς, στις πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία είναι μεγάλο. Πολύ μεγάλο για την ακρίβεια. Η ιταλική αριστερά είναι εδώ και δεκαετίες κατακερματισμένη, εγκλωβισμένη σε ιδεολογήματα, χωρίς άμεση επαφή με τις κοινωνικές δυνάμεις και τη νεολαία. Δεν πείθει, δεν εμπνέει και φαίνεται ότι τελικά δεν θέλει να διεκδικήσει ένα καλύτερο αύριο για την ιταλική κοινωνία, παραμένοντας μακριά από τις μεγάλες προκλήσεις της εποχής. Η εκλογική απόδοση και σε αυτές τις εκλογές ήταν προβληματική και το μέλλον διαγράφεται ανησυχητικό.
Η Ιταλία, και συνολικά η Ευρώπη, χρειάζονται «ανάσες» ελπίδας και προοπτικής. Χρειάζεται να γίνουν βήματα μπροστά και να δοθούν απαντήσεις στα σύγχρονα προβλήματα, όχι να γίνουν βήματα προς τα πίσω. Η ευθύνη της αριστεράς και των προοδευτικών δυνάμεων είναι να προσφέρουν πειστικές λύσεις και διέξοδο στα μεγάλα ζητήματα, όχι να παρακολουθούν τις εξελίξεις. Η ηττοπάθεια και η έλλειψη καθαρών θέσεων, ο μαξιμαλισμός και η απουσία ρεαλισμού, οδηγούν στην πλήρη απαξίωση και, τελικά, στη διάλυση.
Μπροστά στον κίνδυνο της επιστροφής σε δύσβατα μονοπάτια για τη δημοκρατία, οι δημοκρατικοί πολίτες και οι προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις καλούνται να βγάλουν χρήσιμα συμπεράσματα από τις εξελίξεις στη γειτονική Ιταλία, να παραμερίσουν τις διαφορές τους, να βρουν κοινό βηματισμό και να δώσουν πειστικές απαντήσεις στην ανασφάλεια και τον φόβο των λαϊκών στρωμάτων.
(Ο Βασίλης Τσίρκας είναι δικηγόρος, πρώην βουλευτής Άρτας, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία)