Για τις ανάγκες της προεκλογικής καμπάνιας του ΠΑΣΟΚ το 1981 πολλοί θα θυμούνται το χιλιάρικο με την ηγέτιδα και ηρωίδα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 Μπουμπουλίνα να κρατάει το «καλάθι της νοικοκυράς». Ο συμβολισμός υψηλός, αφού μετά από τα χρόνια της πετρελαϊκής κρίσης στη δεκαετία του 1970 και τον αποκλεισμό από αξιοπρεπείς μισθούς μεγάλου τμήματος της ελληνικής κοινωνίας, λόγω κοινωνικών φρονημάτων, η «Αλλαγή» υποσχόταν καλύτερη ζωή σε όλους, με στόχο τις ψήφους από την τεράστια δεξαμενή των χαμηλών και μικρομεσαίων εισοδηματικά στρωμάτων. Αν, ωστόσο, εξαιρέσουμε την περίοδο της «οικονομικής φούσκας», κυρίως την περίοδο της διακυβέρνησης Σημίτη, καθώς και λίγο πριν και λίγο μετά, τότε που κατά τη λαϊκή ρήση «δέναμε τα σκυλιά με τα λουκάνικα», η αγοραστική δύναμη των πολλών ελληνικών νοικοκυριών βρισκόταν ανέκαθεν σε μια λεπτή γραμμή ισορροπίας ανάμεσα στην επάρκεια και την αδυναμία.
Σήμερα, ένας λόγος παραπάνω να μας απασχολεί το ζήτημα, αφού μετά από δέκα χρόνια οικονομικής κρίσης, δύο πανδημίας, ένα ενεργειακής κρίσης και έξι μήνες πολέμου, οι προβλέψεις για τις δυνατότητες των νοικοκυριών φαίνονται μάλλον δυσοίωνες. Και εδώ ο ρόλος του κράτους είναι κομβικός. Όσο κι αν θέλουν κάποιοι να δαιμονοποιούν την κρατική παρέμβαση, χωρίς αυτή τα πράγματα θα γίνουν ανεξέλεγκτα λόγω της μεγάλης ακρίβειας και των ανατιμήσεων. Ήδη, η οικονομική δυσπραγία έχει προκαλέσει έντονη κοινωνική δυσαρέσκεια, ενώ στις δημοσκοπήσεις η ακρίβεια καταγράφεται ως το πρώτο ζήτημα, μακράν των υπολοίπων, που απασχολεί τους πολίτες. Αν σε αυτά προστεθεί και το θέμα της θέρμανσης για τον επερχόμενο χειμώνα, που ευτυχώς για τα οικονομικά μας δεν λέει ακόμη να έρθει, τότε το κοκτέιλ φαίνεται να γίνεται εκρηκτικό με απρόβλεπτες συνέπειες.
Τα μέτρα που αναμένονται στο πλαίσιο του «καλαθιού του νοικοκυριού» όπως ονομάστηκε, είναι ευπρόσδεκτα αρκεί να γίνουν πράξη και να ισχύσουν. Οι φόβοι για αποτυχία της εφαρμογής της κυβερνητικής απόφασης που περιλαμβάνει 51 προϊόντα είναι διάχυτη, αφού μέχρι σήμερα ανάλογες προσπάθειες που έχουν ενδυθεί με το ρούχο της «ισχυρής πολιτικής βούλησης» και της «συνείδησης του ελληνικού επιχειρείν» έχουν πέσει στο κενό. Αιτίες δεν είναι άλλες από την αποφυγή εκ μέρους των επιχειρηματιών να επωμιστούν μέρος των βαρών, μετακυλίοντας τελικά τις ανατιμήσεις στους καταναλωτές και ο πλημμελής έλεγχος από την πλευρά της πολιτείας και των ελεγκτικών μηχανισμών. Φαινόμενα και στρεβλώσεις που δεν σχετίζονται μόνο με τις παγκόσμιες τάσεις και την παγκοσμιοποιημένη οικονομία, αλλά αποτελούν διαχρονικές παθογένειες του καθ’ ημάς μοντέλου της ελεύθερης οικονομίας,.
Η κυβέρνηση και ο επιχειρηματικός κόσμος οφείλουν να κατανοήσουν ότι η κοινωνία είναι κουρασμένη και παρά την πολιτική απάθεια ή την εκτόνωση των εντάσεων λόγω της προηγούμενης διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ, η απόγνωση δεν θα αργήσει να μεταμορφωθεί σε κοινωνική αντίδραση. Αν αναλογιστούμε ότι σε χώρες όπως η Γερμανία, που οι θεσμοί λειτουργούν και η οικονομία δεν είναι εύθραυστη υπάρχουν σθεναρές αντιδράσεις, τότε μπορούμε να υποθέσουμε, και με την εμπειρία του παρελθόντος, τι μπορεί να συμβεί στη χώρα μας. Και ο λαός δεν θα είναι ανεκτικός σε φαινόμενα παραπλάνησης όπως η προσωρινή πτώση των τιμών των καυσίμων, που «ξανατσιμπάνε» πάλι προς τα πάνω ή η διατήρηση λόγου χάρη των τιμών στα απορρυπαντικά, όταν το προϊόν στη συσκευασία είναι μειωμένο. Η συνειδητοποίηση, αν δεν ληφθούν και εφαρμοστούν σωστά μέτρα, ότι το καλάθι θα είναι τελικά «τρύπιο», θα πυροδοτήσει νέο κύκλο αγανάκτησης που η Ελλάδα δεν θα μπορέσει εκ νέου να αντέξει…
(Ο Δημήτρης Στεμπίλης είναι δημοσιογράφος- διεθνολόγος)