Με δύο παρεμβάσεις προεκλογικού χαρακτήρα, επιχειρεί η κυβέρνηση να ξεγελάσει τους συνταξιούχους, το αμέσως επόμενο διάστημα.
Η πρώτη αφορά το επίδομα προσωπικής διαφοράς 200, 250 και 300 ευρώ, που θα καταβληθεί στους λογαριασμούς 1,112 εκατ. συνταξιούχων, οι οποίοι είτε δεν είδαν καθόλου την αύξηση του 7,75% είτε είχαν μικρότερη αύξηση από 7%.
Η δεύτερη αφορά την καταβολή αναδρομικών 100 ευρώ ανά μήνα, σε 40.000 συνταξιούχους επικουρικών συντάξεων, που έχουν καταθέσει αιτήματα συνταξιοδότησης και έχουν λάβει ήδη τις κύριες συντάξεις τους.
Πρόκειται συνολικά, για μια ακόμα εξαπάτηση εις βάρος των συνταξιούχων, από μια κυβέρνηση, που δεν έχει στόχο να ενισχύσει ουσιαστικά και μόνιμα το εισόδημα των συνταξιούχων, αλλά να υφαρπάξει την ψήφο τους:
1. Ως προς το επίδομα προσωπικής διαφοράς, οι αριθμοί μιλάνε από μόνοι τους. Το επίδομα θα δοθεί σε 1,112 εκατομμύρια συνταξιούχους, που είδαν μικρές ή μηδενικές αυξήσεις από την αρχή του χρόνου. Η κυβέρνηση, αντί να χορηγήσει αυξήσεις στο σύνολο των 2,6 εκατομμυρίων συνταξιούχων επέλεξε συνειδητά να αποκλείσει περίπου 910.000 εξ αυτών, ενώ και αρκετοί από τους 1,7 εκατομμύρια υπόλοιπους συνταξιούχους, έλαβαν αυξήσεις ελάχιστες, οπωσδήποτε πολύ μικρότερες του πληθωρισμού, που για το 2022 σκαρφάλωσε στο 9,6%.Η μέση κύρια σύνταξη στη χώρα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του συστήματος «ΗΛΙΟΣ» ήταν για τον Ιανουάριο, 735 ευρώ.
Αυτό σημαίνει ότι, αν ένας συνταξιούχος λάμβανε το ποσό της αύξησης, που προβλέπει ο νόμος(ν.4475/2017 και ν.4670/2020), θα έπρεπε να λάβει συνολικά σε ετήσια βάση 683,55 ευρώ μόνιμα και σταθερά εφεξής, τα επόμενα χρόνια. Αντί για αυτό, η κυβέρνηση μοιράζει στην καλύτερη των περίπτωση ένα μικρό εφάπαξ επίδομα, από 200-300 ευρώ, δίνει δηλαδή σε αρκετές περιπτώσεις λιγότερο από το 1/3 του ποσοστού της αυξήσεως, που προβλέπει ο νόμος. Η κυβέρνηση απαντά ότι, η καταβολή της αύξησης στο σύνολο των συνταξιούχων, δεν είναι δυνατή δημοσιονομικά και πάλι όμως οι αριθμοί την εκθέτουν. Η δαπάνη για μια τέτοια πρωτοβουλία, δεν ξεπερνά τα 650 εκατομμύρια ευρώ, ποσό που είναι απολύτως επιλέξιμο, αν διαβάσει κανείς την πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού και την είσπραξη των εσόδων από έμμεσους και άμεσους φόρους, που για το 2022 υπερέβην το στόχο, κατά 4 δισεκατομμύρια ευρώ. Οι συνταξιούχοι που μέσω της κατανάλωσης υπήρξαν βασικοί συντελεστές στο γεγονός αυτό, δεν θα έπρεπε να πάρουν πίσω ένα τμήμα των υπερεσόδων, ειδικά όταν η κυβέρνηση πανηγυρίζει για τους υψηλούς αναπτυξιακούς ρυθμούς;
Οι συνταξιούχοι πληρώνουν ρεύμα, βάζουν βενζίνη, πηγαίνουν σούπερ μάρκετ και θυσιάζουν μέρος του εισοδήματός τους, στο βωμό της αισχροκέρδειας, που έχει γιγαντωθεί. Η κυβέρνηση συνειδητά επιλέγει να επιδοτεί την ασύμμετρη κερδοφορία ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων, αντί να στηρίξει ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όπως οι συνταξιούχοι. Ακόμα και έτσι, η πρωτοβουλία της κυβέρνησης αφήνει εκτός πληρωμών, τους συνταξιούχους με συντάξεις άνω των 1.600 ευρώ αλλά και εκείνους που ναι μεν πήραν ακέραια την αύξηση (οπότε δεν δικαιούνται την οικονομική ενίσχυση), αλλά η ανοδική πορεία της φορολογικής κλίμακας και οι υπόλοιπες κρατήσεις(για παράδειγμα ΕΑΣ, κράτηση ασθενείας και λοιπές φορολογικές επιβαρύνσεις)απορρόφησαν μέρος της αύξησης. Επίσης, παράδοξο είναι το γεγονός ότι, ενώ η κυβέρνηση γνώριζε ότι το θέμα με τον αποκλεισμό από τις αυξήσεις θα προέκυπτε εδώ και μήνες, επέλεξε να δώσει το έκτακτο επίδομα, μόνο υπό το βάρος της κατακραυγής των συνταξιούχων, δηλαδή προεκλογικά. Οι συνταξιούχοι, που μόνο λόγω της κατάργησης της 13ης΄σύνταξης και της μη καταβολής των αναδρομικών από περικοπές, σε επικουρικές συντάξεις και δώρα, έχουν χάσει 7 δισεκατομμύρια ευρώ τα τελευταία 4 χρόνια, λαμβάνουν πίσω μόλις 280 εκατομμύρια από την παρέμβαση της κυβέρνησης, δηλαδή μόλις το 4% των απωλειών τους. Πρόκειται για ξεκάθαρη κοροϊδία, εις βάρος των συνταξιούχων.
2. Η δεύτερη παρέμβαση, αφορά την καταβολή αναδρομικών σε 40.000 συνταξιούχους επικουρικών συντάξεων, ύψους 100 ευρώ, ανά μήνα αναμονής. Αρχικά είναι απορίας άξιο, γιατί η παρέμβαση αυτή γίνεται τόσο καθυστερημένα. Τι εμπόδιζε άραγε την κυβέρνηση να προχωρήσει στην καταβολή των αναδρομικών εδώ και μήνες; Η κυβέρνηση απαντάει ότι, δεν υπήρχαν οι αποφάσεις των κύριων συντάξεων, όμως ο ίδιος ο κ.Χατζηδάκης ισχυριζόταν από το καλοκαίρι του 2022 ότι, « το ζήτημα των εκκρεμών κύριων συντάξεων είναι παρελθόν». Επίσης πρέπει να διευκρινιστεί ότι, τα χρήματα αυτά δεν είναι επιπλέον χρήματα που θα λάβουν οι συνταξιούχοι, αλλά αυτά θα συμψηφιστούν με τα χρήματα που θα λάμβαναν έτσι και αλλιώς, όταν θα εκκαθαριστεί η οριστική επικουρική τους σύνταξη. Ουσιαστικά πρόκειται για μια προκαταβολή επικουρικής σύνταξης, που δίνεται έναντι των μελλοντικών καταβολών. Τα προβλήματα όμως δεν σταματούν εδώ. Η μέση επικουρική σύνταξη είναι σήμερα 180 ευρώ, που σημαίνει ότι οι συνταξιούχοι θα πάρουν ως προκαταβολή, τα μισά χρήματα από εκείνα που δικαιούνται. Αυτό που επίσης δεν είναι γνωστό, είναι το πότε θα εκδοθούν οι οριστικές επικουρικές συντάξεις. Δεν είναι τυχαίο ότι, οι εκκρεμότητες στις επικουρικές συντάξεις τους τελευταίους μήνες, αντί να μειώνονται, αυξάνονται .Έτσι, σήμερα έχουμε 130.000 εκκρεμείς επικουρικές συντάξεις και όχι 80.000 όπως ισχυρίζεται το Υπουργείο Εργασίας(με αλχημείες το ΥΠΕΚΑ εμφανίζει ως εκκρεμείς μόνο εκείνες τις συντάξεις, για τις οποίες έχει εκδοθεί η κύρια σύνταξη και όχι το σύνολο των εκκρεμοτήτων). Η έλλειψη υπαλληλικού προσωπικού, η έλλειψη ψηφιακού ιστορικού και η απουσία του Ενιαίου Κανονισμού Παροχών (που προβλέπει ομογενοποιημένους κανόνες), καθιστούν άγνωστη την ημερομηνία οριστικοποίησης των αποφάσεων απονομής, ενώ υπαρκτός είναι και ο κίνδυνος να προκύψουν αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά σε μη δικαιούχους. Τέλος ο στόχος να βγουν 40.000 αποφάσεις επικουρικής σύνταξης μέσα στον Φεβρουάριο, όπως ισχυρίζεται δεν είναι εφικτός. Η μεταφορά της διαδικασίας των fast track συντάξεων και «συντάξεων εμπιστοσύνης» (που εφαρμόζεται ήδη στις κύριες) θα οδηγήσει σε μεγάλες αποκλίσεις στα ποσά των επικουρικών συντάξεων, κατά κανόνα εις βάρος των υποψηφίων συνταξιούχων, αποτέλεσμα που ήδη παρατηρείται σε 1 από τις 3 κύριες συντάξεις, στις οποίες εφαρμόζεται το μέτρο.
Συμπερασματικά, οι δυο παρεμβάσεις της κυβέρνησης, είναι ρυθμίσεις προεκλογικού χαρακτήρα, εντελώς αναντίστοιχες με τις ανάγκες των συνταξιούχων, που δυστυχώς διαπιστώνουν για άλλη μια φορά ότι, το «καλάθι των συνταξιούχων είναι τρύπιο».
(Ο Διονύσης Τεμπονέρας είναι Δικηγόρος – Εργατολόγος)