Opinions

Μαριλένα Κοππά: Η έννοια της ασφάλειας σήμερα και η στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης

Η Ευρώπη οφείλει να διευρύνει το περιεχόμενο της στρατηγικής αυτονομίας πέρα από τη στενή ερμηνεία για να βρει τη θέση της στον κόσμο. Δεν μπορεί να παραμένει εξαρτημένη από το ΝΑΤΟ, κατ΄ ουσίαν από τις ΗΠΑ.

Με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου τελειώνει και η παραδοσιακή έννοια της διεθνούς ασφάλειας όπως την γνωρίζαμε. Αρχικά, οι απειλές πολλαπλασιάζονται και δεν προέρχονται όπως έως τότε αποκλειστικά από κρατικούς δρώντες: παραστρατιωτικά σώματα, τρομοκρατικές οργανώσεις ακόμη και μια πανδημία ή η κλιματική αλλαγή αποτελούν νέες απειλές για την ασφάλεια. Πλέον δεν εννοούμε με τον όρο ασφάλεια μόνο την ασφάλεια των κρατών αλλά και των ανθρώπων ξεχωριστά : αρχίζει έτσι να αναπτύσσεται η έννοια της ανθρώπινης ασφάλειας, όπου μέλημα της πολιτικής γίνεται πια το άτομο. Η ανθρώπινη ασφάλεια δίνει προτεραιότητα στον άνθρωπο και σε κάθε πρόκληση, οικονομική, κοινωνική, στρατιωτική, στην επιβίωση, διαβίωση και αξιοπρέπεια του. Έτσι, κρίσεις, φυσικές καταστροφές, η διαρκής φτώχεια, η οικονομική κατάρρευση συνθέτουν το πλαίσιο που καλείται η διεθνής κοινότητα να αντιμετωπίσει.

Έχουμε όμως και τις νέες προκλήσεις για την ασφάλεια: ασφάλεια διαστήματος, κυβερνοασφάλεια, ενεργειακή ασφάλεια αλλά και υγειονομική ασφάλεια έρχονται να κάνουν την εικόνα ακόμη πιο σύνθετη και τις απαντήσεις σε αυτά πιο απαιτητικές.

Όλα αυτά καθιστούν παράλληλα εμφανές ότι πλέον τα όρια εξωτερικής με εσωτερική ασφάλεια είναι δυσδιάκριτα: τι είναι το κυβερνοέγκλημα ή η διεθνής τρομοκρατία; (Ποια εργαλεία πρέπει να κινητοποιηθούν; Ο στρατός ή η αστυνομία; Καλούμαστε λοιπόν να δώσουμε και μια θεσμική απάντηση στο νέο τοπίο και πιστεύω ότι πολλές εξελίξεις θα υπάρξουν τα επόμενα χρόνια).

Η ΕΕ προσπαθεί να τοποθετηθεί απέναντι σε αυτό το σύνθετο και συχνά δυστοπικό διεθνές περιβάλλον με έναν τρόπο που να διαφυλάσσει την ασφάλεια των πολιτών της. Το βασικό όμως πρόβλημα είναι αυτό το επιχειρεί την ώρα που η συλλογική άμυνα της ΕΕ έχει παραχωρηθεί στο ΝΑΤΟ για όσα κράτη μέλη ανήκουν σε αυτό. Η αντίστοιχη πολιτική της ΕΕ, η ΚΠΑΑ, η οποία παρέχει στρατιωτική επιχειρησιακή δυνατότητα στην ΕΕ, μπορεί να επιχειρεί μόνο εκτός της ΕΕ, στην ευρύτερη περιφέρεια της : Έως σήμερα υλοποιείται μέσα από 38 στρατιωτικές και μη στρατιωτικές αποστολές και επιχειρήσεις σε τρεις ηπείρους με τελευταία το 2022 την EUMAM Ukraine. Ισχύει δηλαδή το παράδοξο, την ώρα που την συλλογική άμυνα της ΕΕ την έχει αναλάβει ένας τρίτος δρών, να συζητάμε για στρατηγική αυτονομία. Αυτό αποκαλύπτει διαρθρωτικές αδυναμίες και παθογένειες της Ένωσης, στο επίπεδο της άμυνας και ασφάλειας. Αλλά θα ήταν η ανάλυση μας εσφαλμένη αν ξεχνούσαμε τη βασική απουσία εμπιστοσύνης και πολιτικής βούλησης από τα κράτη μέλη. Επιπλέον ανεπαρκές θεσμικό πλαίσιο, αδράνεια των κρατών μελών, αλλά και απουσία βασικών στρατιωτικών δυνατοτήτων οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση. Σε κάθε περίπτωση, η ρωσική εισβολή και ο πόλεμος στην Ουκρανία κάνει τη συζήτηση ιδιαίτερα επίκαιρη και επείγουσα.
Αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή:

Ο όρος στρατηγική αυτονομία αναπαράγεται σε διάφορα πλαίσια χωρίς να είναι σαφές σε όλους τι σημαίνει κι αν σημαίνει το ίδιο πράγμα για όλους.

Αν δίναμε έναν πρώτο ορισμό θα λέγαμε ότι στρατηγική αυτονομία είναι η ικανότητα της Ένωσης να θέτει τις δικές της προτεραιότητες και να λαμβάνει τις δικές της αποφάσεις σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας, κατά προτίμηση σε συνεργασία με τους συμμάχους αλλά αν αυτοί δεν μπορούν και μόνη. Ουσιαστικά αφορά την απελευθέρωση της ΕΕ από εξωτερικές εξαρτήσεις και πλέον θεωρείται ένας κεντρικός στόχος της εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας της ΕΕ.
Μια και το αντίθετο της στρατηγικής αυτονομίας είναι να υφίστασαι στρατηγικές αποφάσεις που λαμβάνουν άλλοι, αν η ΕΕ επιθυμεί να γίνει ένας διεθνής παίκτης αυτό αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση.
Η ιδέα δεν είναι καινούργια. Εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Διακήρυξή της αγγλογαλλικής συνάντησης στο StMalo το 1998 (theUnionmusthavethecapacityforautonomousaction…),

Την ξανασυναντάμε στην Παγκόσμια Στρατηγική ασφάλειας της Φ. Μογκερίνι το 2016, όπου επανεπιβεβαιώνεται ότι αποτελεί κεντρικό στόχο για την ΕΕ. Ουσιαστικά σημαίνει ότι η ΕΕ θα έχει τη δυνατότητα να δρα αυτοβούλως όταν διακυβεύονται τα ζωτικά της συμφέροντα.

Η αναγκαιότητα της καθίσταται σαφής κυρίως μετά το 2016, με την προεδρία Τραμπ με τη δυσπιστία στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, αλλά και το BREXIT.

Δυστυχώς, 25 χρόνια μετά, η ΕΕ είναι ακόμη μακριά από αυτόν τον στόχο. Η Λιβύη το 2011, η Ουκρανία το 2014 και σήμερα αποδεικνύουν ότι η Ένωση εξαρτάται ακόμη από τις υποδομές του ΝΑΤΟ περισσότερο από όσο θα ήθελε να αναγνωρίσει. Αποδεικνύουν επίσης την ανάγκη κοινής ευρωπαϊκής στρατηγικής κουλτούρας και μια κοινής κατανόηση των απειλών και του διεθνούς περιβάλλοντος, προαπαιτούμενα μιας στρατηγικής αυτονομίας, πολιτικής, επιχειρησιακής ή βιομηχανικής. Κατά βάση η ΕΕ στερείται και αυτονομίας αλλά και στρατηγικής. Οι διαφορετικές οπτικές του Παρισιού και του Βερολίνου το αποδεικνύουν. Για τη Γερμανία η στρατηγική αυτονομία περιορίζεται στην Ευρωπαϊκή Αμυντική Βιομηχανία ενώ για τη Γαλλία αφορά όλες τις πτυχές, πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές, στρατιωτικές και φυσικά βιομηχανικές.

Σε μια ομιλία του Σεπτεμβρίου 2020 ο Σαρλ Μισέλ είπε ότι η στρατηγική αυτονομία είναι ο στόχος της γενιάς μας για την Ευρώπη. Είναι ενδιαφέρον ότι την έννοια την χρησιμοποιούν κυρίως η Επιτροπή, που ενδιαφέρεται για την δημιουργία μιας ανεξάρτητης ευρωπαϊκής στρατιωτικής βιομηχανίας, αλλά και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που έχει αναγνωρίσει τη σημασία της, ενώ το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο την αγνοεί πλήρως. Δηλαδή οι υπερεθνικοί θεσμοί το υποστηρίζουν ενώ το διακυβερνητικό Συμβούλιο το απορρίπτει. Οι Αμερικάνοι είναι ιδιαίτερα δύσπιστοι για το τι αυτό σημαίνει στην πράξη για το διατλαντικό δεσμό.

Πάντως μέχρι σήμερα, μόνο στο επίπεδο μιας αυτόνομης ευρωπαϊκής στρατιωτικής βιομηχανίας έχει αρχίσει να υπάρχει κάποια ομοφωνία.

Αν και η έννοια της ΣΑ είναι το κεντρικό ζητούμενο τηςEUGS, σήμερα παραμένει μια αμφισβητούμενη έννοια και είναι αβέβαιο κατά πόσο μπορούν πίσω της να συνταχθούν τα ΚΜ.
Πάντως το κρίσιμο σημείο είναι αλλού: χωρίς την αυτόνομη δυνατότητα της ΕΕ να αναλάβει την συλλογική άμυνα της, η ιδέα της στρατηγικής αυτονομίας παραμένει στον αέρα. Αυτή είναι μια συζήτηση που αργά ή γρήγορα πρέπει να γίνει.

Η Στρατηγική Αυτονομία θεωρείται συστατικό στοιχείο της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Ένωσης (ΕΑΕ), μια παλιά ιδέα που πρωτοεμφανίστηκε τη δεκαετία 1950, την οποία, ο Ζαν Κλωντ Γιούνκερ επανέφερε το 2017 υπό ένα νέο πρίσμα: στενά συνδεδεμένη με την στρατηγική αυτονομία, η ΕΑΕ θα είναι το αντίστοιχο της ΟΝΕ στον αμυντικό τομέα. Ο Γιούνκερ επίσης έθεσε ως ορίζοντα για την υλοποίηση της το 2025. Πάντως η Αμυντική Ένωση είναι πολύ πιο δύσκολο να επιτευχθεί από την ΟΝΕ γιατί ενώ στην οικονομία επικρατεί η κοινοτική μέθοδος, στην άμυνα επικρατεί ο διακυβερνητισμός και ο κανόνας της ομοφωνίας.

Είναι σαφές ότι το πιο αδύνατο σημείο της ΕΕ είναι η άμυνα και η ασφάλεια. Ο λόγος είναι ότι, ενώ η Ένωση επιδιώκει και μετεξελιχθεί σε μια αμυντική ένωση, ο βασικός τόπος της αμυντικής συνεργασίας των περισσότερων κρατών μελών παραμένει το ΝΑΤΟ. Αυτή η δομική αντίθεση υπονομεύει όλη τη διαδικασία.

Σήμερα ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει οξύνει ακόμη περισσότερο τα μεγάλα διλήμματα. Αναγκάζει την ΕΕ να ξανασκεφτεί την αρχιτεκτονική ασφαλείας της, τις πραγματικές στρατιωτικές δυνατότητες της και τις σχέσεις με τους συμμάχους της.

Η Δύση φαίνεται ξανά ενωμένη μετά την τραυματική εμπειρία της Προεδρίας Τραμπ. Ενωμένη υπό την ηγεσία των ΗΠΑ. Παρά την επανεργοποίηση της Γερμανίας στον αμυντικό τομέα και μια νέα αποφασιστικότητα που φάνηκε τους τελευταίους μήνες, η ΕΕ αδυνατεί να βρει ένα κοινό βηματισμό και η ίδια η ιδέα της στρατηγικής αυτονομίας βρίσκεται υπό πίεση. Υπό τις σημερινές συνθήκες το ΝΑΤΟ επανεπιβεβαιώνει την πρωτοκαθεδρία του ( Σουηδία και Φινλανδία) ενώ ένας άξονας χωρών από τις βαλτικές, στην Πολωνία, Ρουμανία και Βουλγαρία, ομνύουν στο ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ και αρνούνται οποιαδήποτε συζήτηση για στρατηγική αυτονομία της ΕΕ.Ενώ η Γαλλία είναι πλέον απομονωμένη.
Ακόμη και η νέα Ευρωπαϊκή στρατηγική για την άμυνα και την ασφάλεια, η Στρατηγική Πυξίδα που παρουσιάστηκε στη Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου 2022, τονίζει περισσότερο από κάθε προηγούμενο ευρωπαϊκό κείμενο την κεντρικότητα που έχει η συνεργασία με το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ.

Ποια μπορεί να είναι μια προοδευτική απάντηση σε όλα αυτά; Ο στόχος της στρατηγικής αυτονομίας πρέπει να παραμείνει ζωντανός γιατί σε έναν κόσμο που εξελίσσεται ραγδαία, δεν ξέρουμε ποιοι θα είναι οι συσχετισμοί στις ΗΠΑ μετά τις απόμενες προεδρικές εκλογές.

Υπάρχει πιθανότητα η Αμερική να ξαναμπεί σε άλλη τροχιά. Η Ευρώπη οφείλει να βρει τον δικό της δρόμο : να διευρύνει το περιεχόμενο της στρατηγικής αυτονομίας πέρα από τη στενή ερμηνεία για να βρει τη θέση της στον κόσμο. Δεν μπορεί να παραμένει εξαρτημένη από το ΝΑΤΟ, κατ’ ουσία από τις ΗΠΑ. Για να γίνει όμως αυτό πρέπει να προχωρήσει η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και η εμβάθυνση σε όλα τα επίπεδα και φυσικά και στην άμυνα. Χρειάζεται σύγκλιση συμφερόντων και προτεραιοτήτων μεταξύ ευρωπαϊκών θεσμών και κρατών μελών, πιο ευέλικτα και αποτελεσματικά θεσμικά πλαίσια αλλά και σαφής προσδιορισμός των συμφερόντων και στόχων της ΕΕ σε έναν κόσμο που αλλάζει.

Χρειάζεται όμως και αποφασιστικότητα, τόλμη και θάρρος ώστε να γίνει κοινή συνείδηση κάτι που φάνηκε με το πόλεμο: τα συμφέροντα των ΗΠΑ και της ΕΕ μπορεί και να είναι αποκλίνοντα. Κάθε μέρα που ο πόλεμος παρατείνεται γίνεται και πιο σαφές.

Παράλληλα, αξίζει να σημειώσουμε ότι δεν πρέπει τη στρατηγική αυτονομία να την αντιλαμβανόμαστε αποκλειστικά με στρατιωτικούς και αμυντικούς όρους. Αφορά και την πρόληψη συγκρούσεων, τη διαμεσολάβηση, την οικοδόμηση ειρήνης μετά το τέλος των συγκρούσεων, την ενίσχυση της ανθεκτικότητας κοινωνιών και κρατών. Και αν και η ΕΕ οφείλει να αναπτύξει την στρατιωτική της πλευρά, η δύναμη της κρύβεται ακριβώς στην μη στρατιωτική συμβολή της στη διεθνή ασφάλεια.
Και πρέπει να ανοίξει μια μεγάλη συζήτηση στην οποία να μετέχουν και οι προοδευτικές δυνάμεις. Δεν μπορούμε να χαρίζουμε τα ζητήματα άμυνας και ασφάλειας, την ίδια μας την επιβίωσή στις συντηρητικές δυνάμεις. Πρέπει να έχουμε θέσεις ρεαλιστικές που κοιτούν μπροστά και θα μπορέσουν να κάνουν την ΕΕ ένα κεντρικό διεθνή παίκτη, όπου η χώρα μας θα έχει θέση και ρόλο.

(Η Μαριλένα Κοππά είναι Καθηγήτρια Συγκριτικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο-Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την «Κυριακάτικη Αυγή»)

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Survivor All Star: Χαμός στο συμβούλιο με τρεις υποψήφιους για αποχώρηση
Αν ο Μητσοτάκης κερδίσει τις εκλογές, τελειώνει η «δυναστεία Καραμανλή» - Η τύχη του Δένδια
Chevron Right