Τα καταστροφικά φαινόμενα των τελευταίων ετών (σεισμοί Κω και Λέσβου 2017, πλημμύρες Μάνδρας 2017, πυρκαγιά στο Μάτι 2018, καταιγίδα στη Χαλκιδική 2019) και πολύ πρόσφατα στην Εύβοια, την Καρδίτσα και αλλού, υπενθύμισαν ότι η χώρα βρίσκεται, και θα εξακολουθήσει να βρίσκεται σε κίνδυνο.
Τα φαινόμενα που συνήθως πλήττουν τη χώρα μας είναι οι πλημμύρες και οι δασικές πυρκαγιές.
Οι ισχυροί σεισμοί (π.χ. με μέγεθος μεγαλύτερο του 6,0) δεν είναι εξίσου συχνοί, αλλά όταν συμβαίνουν συχνά αποβαίνουν πολύ καταστροφικοί. Διαχρονικά οι σεισμοί αποτελούν το φαινόμενο που προκαλεί τις μεγαλύτερες αρνητικές επιπτώσεις στη χώρα μας, τόσο ως προς την έκταση των βλαβών και οικονομικών συνεπειών όσο και ως προς το πλήθος των θυμάτων.
Για παράδειγμα, ο σεισμός της Πάρνηθας το 1999, με μέγεθος 5,9, προκάλεσε 143 ανθρώπινα θύματα λόγω των ολικών ή μερικών καταρρεύσεων πολλών οικοδομών, και άμεσο οικονομικό κόστος περίπου 3 δις δολάρια, το μεγαλύτερο που προκλήθηκε ποτέ από φυσική καταστροφή στη χώρα στη νεότερη ιστορία της.
Οι φυσικοί μηχανισμοί που προκαλούν τα φαινόμενα δεν σταματούν γιατί δεν εξαρτώνται από τον άνθρωπο. Όμως, οι καταστροφικές συνέπειες των φαινομένων πολλαπλασιάζονται λόγω του ανθρώπινου παράγοντα. Οι μακροχρόνιες παρεμβάσεις στο περιβάλλον αποδεικνύονται ολέθριες.
Μπαζωμένα ρέματα και χείμαρροι, καταπατημένες δασικές εκτάσεις, σε συνδυασμό με την συχνά άναρχη και αυθαίρετη δόμηση και τις πολλαπλές αμέλειες, ενισχύουν υπέρμετρα τις καταστροφικές συνέπειες των καταιγίδων, των πλημμυρικών φαινομένων, των δασικών πυρκαγιών και των σεισμών. Η συχνή εμφάνιση δασικών πυρκαγιών και πλημμυρών τα τελευταία χρόνια έχει «αποκοιμήσει» πολλούς ως προς τον κίνδυνο από σεισμούς.
Πολλοί ξεχνούν την καταστροφικότητα αυτού του φαινομένου, πολλοί αγνοούν ότι διαχρονικά αποτελεί τον υπ’ αριθμόν ένα φυσικό κίνδυνο, άλλοι τόσοι αγνοούν ότι στο παρελθόν (πχ. στη δεκαετία του 1950) εμφανίστηκαν μεγάλα μέγεθη σεισμών, που έφθασαν ακόμη και το 7,7, π.χ. στις 9 Ιουλίου του 1956 στην Αμοργό, οπότε προκλήθηκε και μεγάλο τσουνάμι.
Πολλοί δεν κατανοούν ότι θα ξαναέρθουν τα μεγάλα μεγέθη. Πολλοί ξεχνούν επίσης ότι στη σύγχρονη ιστορία της χώρας οι καταστροφικότεροι σεισμοί γίνονται κατά κύριο λόγο στον ηπειρωτικό κορμό της (π.χ. 1978 Θεσσαλονίκη, 1980 Μαγνησία, 1981 Αλκυονίδες, 1986 Καλαμάτα, 1995 Αίγιο, 1999 Πάρνηθα).
Αυτό συμβαίνει όχι γιατί αυτοί οι σεισμοί είχαν υπερβολικά μεγάλα μεγέθη – δεν ξεπέρασαν το μέγεθος 6,7 – αλλά γιατί στην ηπειρωτική χώρα έχει πυκνώσει η δόμηση, γιατί σε μεγάλο ποσοστό εξακολουθούν να υπάρχουν παλιά σπίτια, γιατί η αυθαίρετη δόμηση εκτείνεται επίσης σε μεγάλο ποσοστό.
Η καταστροφικότητα των σεισμών δεν καθορίζεται μόνο από το μέγεθός τους και από τη θέση του επικέντρου τους (π.χ. στην ξηρά ή στη θάλασσα) αλλά και από τα χαρακτηριστικά του δομημένου περιβάλλοντος. Και συχνά αυτά τα χαρακτηριστικά (παλιές οικοδομές, αυθαίρετα) δεν ακολουθούν τον αντισεισμικό κανονισμό, ο οποίος εξακολουθεί να είναι ένας καλός κανονισμός.
Ο ΟΑΣΠ (Οργανισμός Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας) καταβάλλει σημαντικές προσπάθειες για την ενημέρωση του γενικού πληθυσμού και την κατάρτιση αντισεισμικών κανονισμών. Όμως, η χρηματοδότηση για εφαρμοσμένα προγράμματα αντισεισμικής προστασίας κατά την τελευταία 12ετία είναι μηδαμινή πλέον. Για σύγκριση, πρέπει να γνωρίζουμε ότι στην Ιταλία το Υπουργείο Πολιτικής Προστασίας αποτελεί το σημαντικότερο χρηματοδότη τέτοιων προγραμμάτων.
Έχω επισημάνει στο παρελθόν δημόσια ότι θα έρθει η στιγμή που η χώρα θα βρεθεί ενώπιον αρνητικών εκπλήξεων, ιδίως όταν επαναληφθούν σεισμοί μεγάλων μεγεθών στον ηπειρωτικό κορμό της χώρας.
Στο μεγάλο θέμα των φυσικών κινδύνων η χώρα χαρακτηρίζεται από την έλλειψη προετοιμασίας και σύγχρονης αντίληψης. Δεν εκπονούνται σενάρια και μελέτες μελλοντικών κινδύνων ώστε πάνω σ’ αυτά να βασίζονται τα όποια προληπτικά μέτρα και η εκπόνηση σχεδίων έκτακτης ανάγκης.
Αρκετές είναι οι ασκήσεις επί χάρτου αλλά ελάχιστες οι ασκήσεις με προσομοίωση πραγματικών συνθηκών. Για τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης, π.χ. για τσουνάμι, οι αρχές πολιτικής προστασίας δεν έχουν κάνει προσπάθειες να τα αξιοποιήσουν, ενώ βρίσκονται ακόμη μακράν από την ορθή και πλήρη χρήση του αριθμού έκτακτης ανάγκης 112.
Η φύση είναι αμείλικτη, τα λάθη και οι αμέλειες δεν συγχωρούνται, η χώρα βρίσκεται σε κίνδυνο.
(Ο Δρ Γεράσιμος Α. Παπαδόπουλος είναι Σεισμολόγος, Επιστημονικός συνεργάτης της ΕΕ και UNESCO)