Η χθεσινοβραδινή παρατήρηση της κόρης μου, με σόκαρε. Άλλο να το γνωρίζεις, άλλο να το ακούς. «Στις αρχές Μαΐου, θα κλείσω τα 15. Όταν πρωτομπήκαμε σε καραντίνα ήθελα δυο μήνες για να κλείσω τα 14. Θέλω να χαρώ την εφηβεία μου, αλλά δεν μπορώ. Θέλω να κάνω βλακείες με τους φίλους μου, να πάω βόλτες, να, να, να».
Έβλεπα στο δακρυσμένο βλέμμα της την απόγνωση και την αγωνία. Μία αγωνία το ίδιο σοκαριστική με εκείνη την υπαρξιακή που διακρίνεις στα μάτια του ανθρώπου που είναι στη δύση της ζωής του.
Είναι δεκαετίες μικρότερη από μένα και ακόμα περισσότερες από τη γιαγιά της, αλλά ο χρόνος μετράει αλλιώς γι αυτήν. Νοιώθει τρόμο ότι χάνει κάτι που της ανήκει δικαιωματικά και που δεν θα έχει την ευκαιρία να το ξαναβρεί. Ναι! Θα είναι έφηβη και του χρόνου. Αλλά δεν θα είναι 15χρονη. Δεν θα είναι, δηλαδή, από τους μεγάλους, τους «τελειόφοιτους» του Γυμνασίου. Θα μεταβεί «αυτόματα» στα «πρωτάκια» του Λυκείου. Και θα το κάνει, μετά από πολλούς μήνες μοναξιάς και απομόνωσης. Σα να ξεκινάει από την αρχή. Χωρίς τη φυσική συνέχεια.
Πως θα βγει όλο αυτό; Ο θεός ξέρει…
Στην πρώτη καραντίνα, ενήλικες και παιδιά, τουλάχιστον τα μεγαλύτερα, προσαρμόστηκαν ακαριαία. Οι μεγάλοι από φόβο. Οι έφηβοι από την έξαψη του καινούργιου. Μιας περιπέτειας με ένταση, εικόνες «γροθιά» στο στομάχι, που όμως έκρυβε ένα προσωπικό στοίχημα στο άγουρο, ανήσυχο μυαλό της εφηβείας. Την υπέρβαση του αναπάντεχου εμποδίου, χωρίς προσωπικές απώλειες. Με την αντοχή του μικρότερου που όμως νοιώθει προσβεβλημένο όταν του φέρεσαι σαν παιδί! Που έχει άποψη για τα πάντα και κάθε αντίρρηση από τους μεγαλύτερους θεωρείται a priori παρωχημένο.
Ήταν σχεδόν ευτυχισμένοι οι έφηβοι με αυτή τη νέα virtual πραγματικότητα. Δεκαπέντε ώρες την ημέρα μόνοι στο δωμάτιο, σε διαρκή σύνδεση. Το όνειρο κάθε 15χρονου.
Τώρα, τίποτα από τα παραπάνω δεν ισχύει πια. Η περιπέτεια τράβηξε πολύ. Το αυστηρό lockdown της περασμένης άνοιξης, μετατράπηκε σε «ακορντεόν» και τα νεύρα έγιναν «κρόσια».
Οι χυμοί της εφηβείας ξεχειλίζουν εγκλωβισμένοι στους τέσσερις τοίχους ενός δωματίου. Η τηλεκπαίδευση, μήνα με τον μήνα, μετράει όλο και περισσότερα «νεαρά κορμιά, ξαπλωμένα στο κρεβάτι, που συνδέονται στην έναρξη του μαθήματος και μετά χάνονται στις σκέψεις τους. Ακόμα και οι επιμελείς μαθητές δυσκολεύονται να διατηρήσουν ακμαία την προσοχή τους στο μάθημα. Γονείς μοιραζόμαστε μεταξύ μας την ανημπόρια που νοιώθουμε όταν τα ακούμε να περπατάνε μέσα στο σπίτι στη μέση της νύχτας, μήπως και βρουν που έχασαν τον ύπνο τους.
Απαντήσεις δεν υπάρχουν. Ίσως τις διαθέτουν οι ειδικοί. Οι υπόλοιποι, μπορούμε να κάνουμε μόνο σκέψεις. Και το πρώτο που έρχεται στο μυαλό είναι ένα σχέδιο που δεν θα προκρίνει την οικονομία έναντι της σχολικής ζωής, ούτε το αντίστροφο, αλλά θα διασφαλίζει τη συμπόρευσή τους. Δεν το βρήκαμε μέχρι σήμερα. Ας το καταφέρουμε, έστω, τώρα.
Τέλος του μήνα, τα σχολεία. Αλλά, τέλος του μήνα. Όχι άλλη αναβολή!
Το ποτήρι έχει γεμίσει επικίνδυνα. Αν αργήσουμε κι άλλο, πολύ φοβάμαι ότι θα «μουσκέψουμε» τα ιατρεία ψυχολόγων και ψυχιάτρων. Όλοι μας. Επαγγελματίες, γονείς, έφηβοι και παιδιά. Και μπαίνει και η άνοιξη…
Η Έλλη Τριανταφύλλου είναι δημοσιογράφος