Λίγες μέρες πριν τις νέες διερευνητικές Ελλάδας – Τουρκίας αλλά και την πενταμερή για το Κυπριακό η, κατ’ ουσία, ακύρωση του μεγαλεπήβολου σχεδίου EASTMED έρχεται να διαλύσει σειρά ψευδαισθήσεων για το μέλλον της Ανατολικής Μεσογείου.
Σήμερα είναι πλέον φανερό ότι ο EastMed που εξαγγέλθηκε με τόσες τυμπανοκρουσίες ήταν ένα πολιτικό σχέδιο αποκλεισμού της Τουρκίας χωρίς να είναι οικονομικά βιώσιμο: το κόστος για την κατασκευή του ήταν δυσανάλογα μεγάλο αλλά και κατασκευαστικά το ίδιο το σχέδιο παρουσίαζε εξαιρετικές δυσκολίες.
Γενικά, τα κοιτάσματα στα ανοιχτά της Κύπρου ήταν μια χρυσή ευκαιρία για τις δυο κοινότητες να προχωρήσουν κοιτάζοντας το μέλλον. Δεν εξελίχθηκαν όμως τα πράγματα έτσι. Δυστυχώς, αντιμετωπίστηκαν από την Κυπριακή Δημοκρατία ως μέσο για το αποκλεισμό της Τουρκίας αντί ως γέφυρα συνεννόησης.
Η Κύπρος έχασε με δική της ευθύνη την ευκαιρία να χρησιμοποιήσει τα κοιτάσματα της για επίλυση του Κυπριακού, ενώ θεώρησε ότι θα μπορούσε να περιθωριοποιήσει και να απονευρώσει την Τουρκία με τριμερείς και τετραμερείς που την αποκλείουν. Στον ολισθηρό αυτό δρόμο την συνέδραμε και η Ελλάδα.
Η Ελλάδα και η Κύπρος θεώρησαν ότι οι συμμαχίες με Αίγυπτο και Ισραήλ και η σχέση τους με τη Γαλλία θα ήταν αρκετές. Σήμερα φαίνεται το αδιέξοδο των επιλογών. Η Γαλλία, μετά τις αντιτουρκικές κορώνες Μακρόν, τώρα συνομιλεί με την Άγκυρα για την εξομάλυνση των σχέσεων. Αυτό δεν πρέπει να εκπλήσσει: η Τουρκία είναι εξαιρετικά σημαντική γεωπολιτικά για να αγνοηθεί. Το πρόσφατο «λάθος» της Αιγύπτου είναι χαρακτηριστικό.
Το Κάιρο στη χάραξη των θαλασσίων οικοπέδων φάνηκε να ακολουθεί την τουρκική άποψη για μηδενική επιρροή του Καστελόριζου. Ακόμη και αν, μετά την ελληνική παρέμβαση, άλλαξε τη χάραξη στο αμφισβητούμενο οικόπεδο το μήνυμα ήταν σαφές. Ειδικά στην περίπτωση αυτή αξίζει να επισημάνουμε ότι το Υπουργείο Εξωτερικών της Αιγύπτου στελεχώνεται κατά βάση από Αδελφούς Μουσουλμάνους στους οποίους ο Πρόεδρος Σίσι δεν έχει καμιά επιρροή.
Βρίσκονται απόλυτα υπό την επιρροή του Ερντογάν, γεγονός που φάνηκε και αυτές τις μέρες.
Σε κάθε περίπτωση, η ένταση παραμένει στην περιοχή παρά την πρόσφατη ύφεση που σχετίζεται πρωτίστως με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου όπου αναμένεται να συζητηθεί η θετική ατζέντα για την Τουρκία.
Το ΝΑΤΟ εξάλλου βρίσκεται σε δυσκολία στην Ανατολική Μεσόγειο: η ένταση ανάμεσα στην Τουρκία και άλλες χώρες της Συμμαχίας, όπως η Ελλάδα και η Γαλλία λειτουργεί ανοιχτά υπέρ της Ρωσίας η οποία ανεμπόδιστη δρα στη Μέση Ανατολή αλλά και διεκδικεί ρόλο στη σταθεροποίηση της Λιβύης, του Ιράκ και της Συρίας όπου, σημειωτέον, η επιρροή της Τουρκίας παραμένει πολύ μεγάλη.
Η προσωρινή ύφεση θα δώσει ευκαιρία στους διεθνείς παίκτες να επιχειρήσουν να επιλύσουν μικρά και μεγάλα προβλήματα. Από την πλευρά της ΕΕ είναι σαφές ότι δεν υπάρχει καμιά διάθεση για κυρώσεις, όπως διαφαίνεται από όλες τις ανακοινώσεις όπου η λέξη αυτή απουσιάζει.
Αν η ΕΕ προχωρήσει στη θετική ατζέντα , κύριο μέρος της οποίας αποτελεί η αναβάθμιση της τελωνειακής ένωσης ΕΕ- Τουρκίας, τότε η δυναμική θα συμπαρασύρει και το δεύτερο μεγάλο ζήτημα, το μεταναστευτικό με τους 4 εκατομμύρια πρόσφυγες που φιλοξενούνται στο τουρκικό έδαφος.
Αλλά και αυτό δεν είναι απλό: πολλά κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα ζητήσουν αλλαγές στο επίπεδο της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, θέματα που η Τουρκία θέλει να αποφύγει. Στόχος της Άγκυρας είναι η ατζέντα να περιοριστεί στο εμπόριο, την οικονομία και το προσφυγικό χωρίς καμιά αναφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα και την κατάσταση της κοινωνίας πολιτών στην Τουρκία. Αυτό καθιστά κάθε συμφωνία εξόχως αβέβαιη.
Ο Ερντογάν έχει δηλώσει ότι επιθυμεί βελτίωση των σχέσεων του με ΕΕ και ΗΠΑ. Βασικό όμως εμπόδιο αποτελεί η συμμαχία του με τους ακραίους εθνικιστές, οι οποίοι είναι εναντίον της παραμικρής παραχώρησης. Οι σχέσεις με τη Δύση είναι υψηλά στη ατζέντα των μετριοπαθών, οι οποίο όμως μετά τα γεγονότα των τεσσάρων τελευταίων κυρίως χρόνων είναι πολύ αμφίβολο αν θα τον ψηφίσουν. Το εκλογικό σώμα που τον στηρίζει έχει συνεπώς μετατοπιστεί προς την ισλαμική, αντιευρωπαϊκή δεξιά. Άρα αν και η συμφωνία με την ΕΕ μπορεί να προσφέρει μια ανάσα στην χειμαζόμενη οικονομία, είναι αβέβαιο αν του προσφέρει κάτι εκλογικά.
Πάντως, παρά τη ρητορική της Κυβέρνησης για δήθεν τουρκική απομόνωση η Τουρκία είναι ένας αναντικατάστατος σύμμαχος της Δύσης στην Ανατολική Μεσόγειο. Απλώς η Τουρκία του Ερντογάν αισθάνεται αρκετά ισχυρή για να μη δεσμεύεται ούτε από το ΝΑΤΟ, ούτε από τις οικονομικές σχέσεις της με την ΕΕ. Βέβαια δεν πρέπει να υποτιμηθεί η εξάρτηση της Τουρκίας, οικονομική και εμπορική από την Ένωση.
Δεδομένου ότι η Τουρκία δεν έχει τα περιθώρια να αποκοπεί από την Ευρώπη, θα επιχειρηθεί κατά συνέπεια να βρεθούν λύσεις κοινά αποδεκτές χωρίς να ανατραπεί η πορεία ‘αυτονόμησης’ της εξωτερικής της πολιτικής που τη χαρακτηρίζει τα τελευταία χρόνια.
Αυτή τη στιγμή το μόνο που φαντάζει σίγουρο είναι μια συμφωνία για το προσφυγικό ενώ, ενδεχομένως, να αρχίσουν προκαταρκτικές συζητήσεις για την αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης. Η λέξη ‘κυρώσεις’ δεν πρόκειται να ακουστεί στα Συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής, όσο κι αν το επιθυμούν η Ελλάδα και η Κύπρος.
Τούτων δοθέντων, είναι εντυπωσιακό πόσο παραμορφωτικά παρουσιάζεται από την Κυβέρνηση και τα φιλικά της ΜΜΕ τόσο η σημερινή Τουρκία όσο και η δομική σχέση της με τη Δύση. Συνειδητή πολιτική να παρουσιάζονται τα πράγματα όπως θα επιθυμούσαν, βολονταρισμός ή άγνοια; Η Τουρκία πάντως καθώς και οι ευρωτουρκικές σχέσεις αποτελούν μια σύνθετη πραγματικότητα, η οποία αν δεν αναλυθεί με ενάργεια και χωρίς μικροκομματισμούς δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με αποτελεσματικότητα.
Η Μαριλένα Κοππά είναι Αναπλ. Καθηγήτρια Συγκριτικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο