Αυτή την περίοδο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έχει ξεκινήσει η συζήτηση για την Πρόταση Οδηγίας για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Διαβάζοντας την Πρόταση Οδηγίας, αναρωτιέμαι πώς να την διάβασε η κυβέρνηση της ΝΔ. Γιατί πρόκειται για μια πρόταση που μιλάει για τη σημασία των κατώτατων μισθών και των συλλογικών διαπραγματεύσεων, που βάζει στόχο την επάρκεια του κατώτατου μισθού, την όσο γίνεται ευρύτερη κάλυψη των εργαζομένων από συμφωνημένους κατώτατους μισθούς και την ανοδική κοινωνική σύγκλιση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία και η Ευρωπαϊκή Αριστερά επιμένουν πως δίκαιες και ανθεκτικές οικονομίες και κοινωνίες μπορούν να οικοδομηθούν, μόνο όταν εξασφαλίζονται δίκαιες συνθήκες εργασίας και διαβίωσης με εργαζόμενους που αμείβονται με επαρκείς μισθούς. Εδώ και δεκαετίες φωνάζουμε ότι διευρύνονται οι μισθολογικές ανισότητες, οι εργαζόμενοι με μισθούς φτώχειας, που δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα, οι εργαζόμενοι που μένουν ακάλυπτοι από συλλογικές εθνικές ή κλαδικές συμβάσεις.
Εμείς πάντα υποστηρίζαμε ότι οι αυξημένοι μισθοί χρειάζονται για να στηριχτεί η εγχώρια ζήτηση, ότι η ανάπτυξη βασίζεται στους μισθούς και στις συλλογικές συμβάσεις και όχι το ανάποδο, δηλαδή στην κατακρήμνιση των μισθών και στην απορρύθμιση της εργασίας.
Εμείς λέγαμε ότι οι επαρκείς κατώτατοι μισθοί ενισχύουν τα κίνητρα για εργασία και αυξάνουν την απασχόληση, σε αντίθεση με άλλους, που έλεγαν ότι όταν αυξάνονται οι κατώτατοι μισθοί αυξάνεται η ανεργία. Και το κάναμε πράξη το 2018, αυξάνοντας τον κατώτατο μισθό, καταργώντας τον υποκατώτατο μισθό και ταυτόχρονα επιτυγχάνοντας μείωση της ανεργίας κατά δέκα ποσοστιαίες μονάδες.
Με άλλα λόγια, το πρόβλημα που θέλει να θεραπεύσει η υπό συζήτηση Οδηγία της Ε.Ε. είναι στον πυρήνα των διεκδικήσεών μας, των αγώνων των προοδευτικών και των αριστερών πολιτών, συνδικάτων, κομμάτων και κινημάτων.
Τα υπενθυμίζουμε όλα αυτά, επειδή εδώ και δέκα χρόνια, η τρόικα, οι κυρίαρχες δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι εγχώριοι τροϊκανοί της Νέας Δημοκρατίας και των φιλικών της ΜΜΕ, μας βομβάρδιζαν νυχθημερόν με τις αντίθετες απόψεις. Πως μόνο με την υποτίμηση των μισθών θα έχουμε ανάπτυξη, πως όλα αυτά περί συλλογικών συμβάσεων και συλλογικών διαπραγματεύσεων είναι περίπου αρχαϊσμοί και παρωχημένες ιδεοληψίες, που εμποδίζουν την ευελιξία των επιχειρήσεων και την πρόοδο, πως ο κάθε εργαζόμενος ατομικά και η κάθε επιχείρηση μόνη της μπορεί μια χαρά να διαπραγματεύονται μισθούς χωρίς το βάρος συλλογικών συμβάσεων και νομοθετημένων μισθών, πως οι νέοι κάτω των 25 ετών πρέπει να έχουν υποκατώτατο μισθό, αλλιώς θα μένουν άνεργοι. Ακόμα και για τοπικούς κατώτατους μισθούς είχαμε ακούσει.
Και δεν μιλάμε μόνο για το παρελθόν, αφού αυτά ακριβώς θέλει και τώρα να νομοθετήσει η ΝΔ, αφού και η Έκθεση Πισσαρίδη που υιοθετεί η κυβέρνηση, αυτές τις απόψεις έχει. Η νομοθεσία για επαρκείς και αξιοπρεπείς κατώτατους μισθούς που πρέπει μάλιστα να μην υπολείπονται του 60% του ακαθάριστου διάμεσου μισθού, όπως ζητά η Πρόταση Οδηγίας, η όσο γίνεται ευρύτερη κάλυψη εργαζομένων με συλλογικές διαπραγματεύσεις, είναι αυτά που προκαλούν αλλεργία στον κ. Μητσοτάκη, τον κ. Χατζηδάκη και τους υπόλοιπους θιασώτες της νεοφιλελεύθερης ιδεοληψίας.
Εμείς από τη μεριά μας θα θέλαμε να πήγαινε πιο μακριά η συζητούμενη Οδηγία. Η υποχρεωτικότητα κατώτατων μισθών θα ήταν βήμα προς τα μπρος, όπως και η δεσμευτική εφαρμογή των κριτηρίων για επαρκείς μισθούς. Η έξοδος των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την κρίση μπορεί να είναι μόνο βασισμένη στην εργασία και την αξιοπρεπή αμοιβή της και αυτή είναι και η προϋπόθεση για να εξασφαλιστεί και η επιβίωση και κερδοφορία των μικρών επιχειρήσεων που είναι αντιμέτωπες με τη χρεωκοπία.
Πόσο μάλλον όταν σε αυτή την κρίση αναγνωρίσαμε τη σημασία όλων αυτών των εργαζόμενων, και πολύ συχνά εργαζομένων γυναικών, στην υγεία, στη φροντίδα ηλικιωμένων και ανήμπορων συμπολιτών μας, στα σούπερ μάρκετ και στις επιχειρήσεις διανομής και κούριερ, εργαζόμενοι δηλαδή που συχνά αμείβονται με κατώτατους μισθούς, εργάζονται σε συνθήκες επισφάλειας και δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα.
Ζητάμε μάλιστα να υπάρξουν ρητές προβλέψεις για τους εργαζόμενους με τηλεργασία και να αναλαμβάνονται δεσμεύσεις από τις κυβερνήσεις για την εξάλειψη της αδήλωτης απασχόλησης και της αναγκαστικής μερικής και ελαστικής απασχόλησης. Χρειαζόμαστε μηχανισμούς ελέγχου της παραβατικότητας που θα αξιοποιούν τυχόν βέλτιστες πρακτικές κρατών-μελών της Ε.Ε. Είναι αναγκαία επίσης η κοινή ευρωπαϊκή δέσμευση ότι κάθε εταιρία που συνάπτει συμβάσεις με κυβερνήσεις και ωφελείται από πάσης φύσεως ευρωπαϊκές ενισχύσεις, θα σέβεται τις συλλογικές συμφωνίες που ισχύουν σε κάθε χώρα.
Η ανάπτυξη και η έξοδος από την παρούσα κρίση, που γονατίζει την Ένωση, θα έρθει μέσα από περισσότερη και ασφαλέστερη απασχόληση και καλύτερους μισθούς.
Ο Γιάννης Μπουρνούς είναι Βουλευτής Ν.Λέσβου, Αναπληρωτής Τομεάρχης Εξωτερικών για τις Ευρωπαϊκές Υποθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία