«Λαός και για μούντζα και για λιβάνι»
Έτσι μας αποκαλεί ο Κωστής Παλαμάς. Πόσο δίκιο έχει και πόσο μας πληγώνει όλους εμάς τους Έλληνες, αλλά και μας μπερδεύει , αυτή η σχιζοειδής συλλογική μας προσωπικότητα. Που τη βλέπουμε να εκφράζεται καθημερινά με ορμή και βία...
Μεγάλωσα -όπως όλοι μας πιστεύω -με ένα αίσθημα εθνικής υπερηφάνειας και υπεράσπισης του αλλοπρόσαλλου χαρακτήρα του συλλογικού μας ασυνείδητου και των πολλαπλών εκφράσεων του στη καθημερινότητά μας.
Και σαν καλό παιδί που ήμουν περίμενα με χαρά τις εθνικές μας εορτές για να παρελάσω κι εγώ η «άριστη» μαθήτρια καμαρωτή σαν παραστάτης και αργότερα σημαιοφόρος. Να τραγουδήσω ύμνους για ηρωικά κατορθώματα, να δακρύσω καταθέτοντας στεφάνια τιμής και να σύρω το χορό ντυμένη Αμαλία, Μπουμπουλίνα κλπ.
Έτσι ζυμώθηκα, όπως οι περισσότεροι, με έντονο «πατριωτισμό». Ένα τυφλό πατριωτισμό που με έκανε παθιασμένη στις συζητήσεις μου με συνεργάτες η φίλους μου ανά τον κόσμο, στη διάρκεια της καριέρας μου και στα ταξίδια αναψυχής μου.
Ελληνίδα με τα όλα μου βλέπετε. Κάτι ανάμεσα σε Αθηνά και Άρτεμη την είχα δει- οπλισμένη με την πεποίθηση - και υπεροψία του ανώτερου entitled όντος που το επιβουλεύονται . Και για χρόνια υπέρμαχος του «πάς μη Έλλην βάρβαρος», αναλώθηκα σε τιτάνιες λογομαχίες με δήθεν ανεγκέφαλους και ανιστόρητους εχθρούς της πατρίδας. Και ειδικά τη περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων και μετά στη σκληρή πραγματικότητα των μνημονίων και με το θέμα της Μακεδονίας έγινα σχεδόν γραφική....
Γιατί κάθε λαός την ιστορία του τη φαντάζεται ως success story. Ειδικά με τέτοιο ένδοξο και ηρωικό παρελθόν. Και με σχολικά βιβλία απέχοντα από την αντικειμενικότητα και συχνά και τη πραγματικότητα.
Και σίγουρα αρνιόμουν πεισματικά ως παιδί, αλλά και αργότερα, να δω την εικόνα που καυστικά περιέγραφε ο Σουρής, αλλά και ο Βιζυηνός: την εικόνα ενός λαού που είναι μαθημένος να περιμένει δύο βασικά πράγματα: «ελεημοσύνη απ’ τη Φραγκιά / κι απ’ την Τουρκιά χαστούκια»
Μακραίωνα και πολύπλοκα τα μονοπάτια της ιστορίας μας και χρειάζονται τολμηρά μυαλά και επιδέξια πόδια για να τα διαβείς. Δεν ισχυρίζομαι ότι διαθέτω σε επάρκεια κανένα από τα δυο, αλλά σίγουρα με τα χρόνια άρχισα να βλέπω και την άλλη πλευρά του νομίσματος.
Αυτό που είμαστε σήμερα εμείς οι Έλληνες είναι απόρροια ενός ταραχώδους παρελθόντος με πολλές διακυμάνσεις: με ηρωικές απαστράπτουσες στιγμές, αλλά και άλλες λιγότερο τιμητικές .
Και αν βλέπουμε μόνο τη μία όψη, αγνοούμε τη μισή μας ιστορία, τον μισό μας εαυτό. Και με αυτό τον τρόπο εφησυχαζόμαστε και παύουμε να αναπτυσσόμαστε σαν άτομα και συλλογικά.
Ήμουν τυχερή γιατί ταξίδεψα πολύ, διάβασα πολύ(καλά να είναι οι ατελειωτες ώρες πτήσης) και συζήτησα με άτομα εντός και εκτός Ελλαδας που άνοιξαν τους ορίζοντες μου και με βοήθησαν να αμφισβητήσω -ακόμη και να άλλαξω -κάποιες βαθειά ριζωμένες πεποιθήσεις μου . Ανάμεσα στις οποίες και την ερμηνεία που σήμερα δίνω στην ουσία της επανάστασης του 21 .
Και όπως καθημερινά παρακολουθώ την κορύφωση των εορταστικών εκδηλώσεων για τα 200 χρόνια κάτι δε μου πάει καλά. Γιατί ενώ μέσα μου είμαι βαθειά ευγνώμων για τη συγκυρία που οδήγησε στην επανάσταση και για όλους αυτούς που θυσιάστηκαν για να αναπνέω ελεύθερη, κάτι με ενοχλεί.
Και δεν είναι μόνο τα ανεπίκαιρα πανηγύρια σε εποχή κορονοϊού. Ούτε οι μικρές η μεγαλύτερες δόσεις υπερβολής η κιτς. Ούτε καν τα ερωτηματικά και η πικρή γεύση που μου είχε αφήσει η ανάγνωση της εκδοχής της επανάστασης από τον Σκαρίμπα και η αποδόμηση ηρώων-ειδώλων των παιδικών μου χρόνων.
Απλά αναρωτιέμαι τι γιορτάζουμε ακριβώς σήμερα, Τι απέμεινε από το όραμα των Ηρώων μας και τι πετύχαμε από τις τότε διεκδικήσεις. Αποτινάξαμε το ζυγό των Τούρκων. Αλλά αποτινάξομε το ραγιαδισμό; Κερδίσαμε ελευθερία, αλλά πετύχαμε ανεξαρτησία;
Γίναμε κράτος αυτοδύναμο και κράτος δικαίου;
Και ο λογαριασμός που κάνω αυτόματα είναι δυστυχως ελλειμματικός ...
Παραμείναμε μια μικρή και ευάλωτη χώρα των 10 εκατομμυρίων που εξακολουθεί να διώχνει τα παιδιά της από το ζωτικό χώρο της πατρίδας. Και μάλιστα στο τέλος του αιώνα που διανύουμε κινδυνεύουμε να μείνουμε 5 εκ( όταν οι Τούρκοι θα είναι σχεδόν 100)
Μια χώρα στο σταυροδρόμι Ανατολής και Δύσης που όμως δε μπόρεσε να γεφυρώσει ικανοποιητικά το χάσμα με τη Δύση, όπως το πόθησαν οι διαφωτιστές που μας ήλθαν από την Εσπερία και παρότι το προσπάθησαν κάποιοι φωτισμένοι μας ηγέτες (σταγόνες στον ωκεανό των ελλειμματικών ηγετών μας)
Μια χώρα που είναι συνεχώς χρεωμένη στους τοκογλύφους «συμμάχους» της. Ξεκινώντας από τις πανάκριβες φρεγάτες την επόμενη του αγώνα του 21 που τις πληρώσαμε χρυσές και συνεχίζουμε να τις πληρώνουμε...
Μιά χώρα που για να διατηρήσει το «βιοτικό» της επίπεδο εκποιεί μέρα με τη μέρα τα λίγα «ασημικά» που της έχουν μείνει μέσα από συχνά ανίερες η έστω μη αμοιβαίως επωφελείς συμφωνίες με «επενδυτές» εντός και εκτός συνόρων.
Μια χώρα που τρώει τις σάρκες της γιατί διχάζεται ξανά και ξανά από στείρο φανατισμό. Ένα διχασμό που ξεκίνησε την επόμενη του απελευθερωτικού αγώνα (αν και είναι κουσούρι που μάλλον κουβαλάμε από παλιά και το βγάζουμε στην επιφάνεια μετά από κάθε σπουδαίο αγώνα)
Μια χώρα που τα παιδιά της είναι όχι μόνο αφιλοσόφητα και ανιστόρητα αλλά - φεύ-λειτουργικά αναλφάβητα. Γιατί η παιδεία στηρίζεται στην στείρα αποστήθιση και τη βαθμοθηρία χωρίς κριτική σκέψη η πνεύμα ομαδικότητας.
Μια χώρα όπου το κράτος, η πολιτεία, οι θεσμοί και οι νόμοι έχουν πέσει σε τέτοια ανυποληψία που τίποτα δεν αντιμετωπίζεται πλέον με σεβασμό , ούτε καν η ανθρώπινη ζωή.
Μια χώρα που λόγω των ανωτέρω έχει παραμείνει φοβική και που ταλανίζεται από προκαταλήψεις και από έντονους «ισμούς»: σεξισμό, ρατσισμό, λαϊκισμό και δυστυχώς άκρατο και γραφικό εθνικισμό.
Μια χώρα με ιδιαίτερη σχέση με την κάθε «κρατία» πέραν της δημοκρατίας( που κι αυτή αμφισβητείται δυστυχώς στις μέρες μας). Που μαστίζεται από πνιγηρή γραφειοκρατία, οδυνηρή αναξιοκρατία , ανεξέλεγκτη «αριστο»κρατία και ανεξήγητη οικογενειοκρατία. Και όλα αυτά συντηρούν και τρέφουν τη τρομοκρατία.
Μια χώρα που πλέον δεν παράγει και δεν κατασκευάζει περίπου τίποτε, αλλά τρώει από τα έτοιμα, απλά εμπορευόμενη ( όχι πάντα επιτυχημένα) το φημισμένο όνομα που μας άφησαν οι πρόγονοι και τη φυσική ομορφιά που μας χάρισε ο θεός.
Μια Ελλάδα που κατάντησε πια μόνο «οικόπεδα, θάλασσα και φρέσκο φεγγάρι», όπως λέει κι ο Νίκος Καρούζος.
Το οικόπεδο όμως εξακολουθεί να είναι γωνία. Και το καλό υπάρχει και ανθίζει ανάμεσα μας, μόνο που χάνεται στα ψιλά γράμματα..Ανάμεσα στη σκληρότητα και τον κυνισμό, τον ωχαδελφισμο και τη βαρεμάρα, υπάρχει το γονίδιο της ανθρωπιάς και της μεγαλοσύνης.
Κι εγώ έμαθα να το διακρίνω καθημερινά πίσω από μια οθόνη η στο τηλέφωνο σε ένα βλέμμα κι ένα χαμόγελο, σε μια λέξη η ένα e- mojí. Να με αγγίζει και να μου αλαφρώνει τη καρδιά ..
Και θα παραμείνω ρομαντική και αισιόδοξη. Ψηφίζω Ελλάδα δαγκωτό. Και «πουθενά δε θα πάω , ακούς;»
Γιατί την αγαπώ αυτή τη παράξενη και όμορφη πατρίδα και τους συμπατριώτες μου : αδέλφια, φίλους και συνεργάτες, νέους και γέρους, συντηρητικούς και προοδευτικούς, βόρειους και νότιους κάθε θρησκείας και χρώματος (ακόμη και τους παναθηναϊκούς!!!).
Γιατί ναι, είμαστε λαός ικανός για το χειρότερο αλλά και για το καλλίτερο. Κι αν δε συμφωνούμε σε πολλά και το εκδηλώνουμε λίγο «άγαρμπα» δε πειράζει. Γιατί αυτά που μας ενώνουν ζώντας σε αυτόν τον ευλογημένο τόπο είναι περισσότερα από αυτά που νομίζουμε ότι μας χωρίζουν. Και όταν μας σεβαστούν και μας κινητοποιήσουν με το σωστό τρόπο είμαστε οι καλλίτεροι , γρήγοροι και ευέλικτοι με φρέσκες ιδέες και πολλή ανθρωπιά.
Κι ο Ελύτης από όλους μας τους ποιητές είναι αυτός που με εμπνέει πιο πολύ αυτή τη περίοδο, με την κριτική αλλά φωτεινή και αισιόδοξη ματιά του.
Σίγουρα «για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολύ», αλλά «παλεύοντας το σκοτάδι μέσα μας θα το ξανά κατέχουμε το μερτικό μας στον ήλιο»
Με όπλα μας το πολυμήχανο της φύσης μας, το φιλότιμο και την αντοχή που έχουμε επιδείξει ώστε να επιβιώσουμε 2500 χρόνια, παρά τα δεινά από τους «εχθρούς» και τις παθογένειες της φυλής.
Με πρόγραμμα και σκληρή αλλά «έξυπνη» δουλειά και πάνω από όλα με ομοψυχία θα τα καταφέρουμε να βγούμε από το τέλμα.
Και θα γιορτάζουμε φυσικά . Όχι όμως με παράτες και πανηγύρια, αλλά με ταπεινότητα και ευγνωμοσύνη , τουλάχιστον μέχρι να αξίζουμε πραγματικά τη χώρα που τόσοι πολλοί θυσίασαν το αίμα τους για να τη κρατήσουν ελεύθερη και ανεξάρτητη
Ας τιμήσουμε την ελευθερία μας με το σωστό τρόπο και ας μη
«Πάμε μαζί κι ας μας λιθοβολούν, κι ας μας φωνάζουν ονειροβάτες, χτίζουμε ονειρευόμαστε και τραγουδάμε»
Γατί ξέρω «κι ας πάντα με λέγαν τρελό , ότι από το τίποτα γίνεται ο παράδεισος».