Πριν λίγες ημέρες, ο Καρλ – Χάιντς Ρουμενίγκε ανακοίνωσε ότι στο τέλος του μήνα θα παραιτηθεί από τη θέση του Προέδρου της Μπάγερν Μονάχου. Έξι μήνες πριν το τέλος της θητείας του, ύστερα από τριάντα χρόνια στη διοικητική ηγεσία του κορυφαίου γερμανικού συλλόγου, ο «Κάλε» ανοίγει το δρόμο στους εκπροσώπους μίας νέας γενιάς στελεχώνκαι συγκεκριμένα στον Όλιβερ Καν. Αφού υπερασπίστηκε επί δεκατέσσερα χρόνια την εστία της Μπάγερν, ο Καν έγινε ένας από τους εμβληματικούς παίκτες στην ιστορία του συλλόγου και ξέρει καλά τους στόχους και τη νοοτροπία του. Ως τέτοιον, ο Βαυαρικός σύλλογος, με τη σειρά του ξεκίνησε την προετοιμασία του Καν, για τα νέα καθήκοντα για πάνω από δύο χρόνια, προσπαθώντας να διαμορφώσει ένα νέο υψηλότατο στέλεχος, που θα εξελίξει το έργο του Ρουμενίγκε.
«Στρατηγικά, αυτή είναι η καλύτερη στιγμή, για να αποχωρήσω. Τώρα που κλείνουν οι ισολογισμοί και ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στην ομάδα, με τον καινούριο προπονητή. Είναι το καλύτερο για το μέλλον της Μπάγερν, να ξεκινήσει η αγωνιστική περίοδος με τον Καν, στη θέση του νέου CEO». Με τη δήλωση αυτή, ο Ρουμενίγκε απέδειξε ότι στο μυαλό του υπάρχουν όλες οι παράμετροι που συνθέτουν τον «Οργανισμό Μπάγερν», τον οποίο υπηρέτησε: η οικονομική, η διοικητική και, φυσικά, η αγωνιστική. Ακόμα και η στιγμή και ο τρόπος της αποχώρησης λειτουργούν στην υπηρεσία αυτής της ολοκληρωμένης αντίληψης.
Ο στόχος: το ποδόσφαιρο
Η Μπάγερν είναι ένας οργανισμός με προσανατολισμό το ποδόσφαιρο, την κατάκτηση τίτλων σε όλα τα επίπεδα. Το ότι το πετυχαίνει δε χρειάζεται απόδειξη. Είναι, σχεδόν μόνιμη πρωταθλήτρια στη χώρα της και σταθερή πρωταγωνίστρια στο Champions League, το οποίο το κατακτά σε… τακτά χρονικά διαστήματα. Και όταν η ομάδα εμφανίζει αγωνιστικά παραστρατήματα (μέρος του παιχνιδιού είναι κι αυτό), τα ενδεχόμενα λάθη στον αγωνιστικό σχεδιασμό, διορθώνονται εγκαίρως και επιστρέφει στην τροχιά των τίτλων.
Έχει πετύχει, όμως, και κάτι επιπλέον, που είναι εξαιρετικά σπάνιο: Έχει αποσυνδέσει την επιτυχία στο γήπεδο από την οικονομική υγεία και τη διοικητική σταθερότητα. Η κατάκτηση του πρωταθλήματος ή η συμμετοχή στο Champions Leagueδεν είναι προϋποθέσεις, για να έχει θετικούς ισολογισμούς και να μην κινδυνεύει με πτώχευση, όπως συμβαίνει αλλού. Το ποδόσφαιρο αποφέρει κέρδη και τα κέρδη ωφελούν το ποδόσφαιρο. Το αντίθετο δηλαδή, από αυτό που συνέβη στη Γιουβέντους, τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, στη Ρεάλ Μαδρίτης και άλλα ευρωπαϊκά μεγαθήρια.
Ο τρόπος: Αυστηρές δομές και επένδυση στα πρόσωπα
Με ποιον τρόπο έφτασαν σε αυτό το επίπεδο; Με αυστηρές διοικητικές δομές και ιεραρχίες. Από το πιο υψηλό στέλεχος της διοίκησης, μέχρι τον τελευταίο υπάλληλο. Από τον Τεχνικό Διευθυντή της ομάδας, μέχρι τον τελευταίο φροντιστή, οι ρόλοι είναι απολύτως διακριτοί και αδιαπραγμάτευτοι. Όλα τα μέλη γνωρίζουν ότι για να σταθούν, πρέπει να υπηρετούν το δικό τους ρόλο, χωρίς να αναμειγνύονται στις αρμοδιότητες του άλλου.
Τα δύο παραδείγματα που ακολουθούν είναι πραγματικά, όσο και ενδεικτικά του τρόπου λειτουργίας:
Όταν η Μπάγερν ήρθε στην Αθήνα, τον Οκτώβρη του 2018, για να αντιμετωπίσει την ΑΕΚ στο πλαίσιο του Champions League, οι Βαυαροί έφεραν μαζί τους στατικά ποδήλατα, που τοποθετήθηκαν στα αποδυτήρια της ομάδας. Μετά τον αγώνα, ο γυμναστής της ομάδας έβαλε τους παίκτες να κάνουν αποθεραπεία στα ποδήλατα. Η αποθεραπεία καθυστερούσε την αναχώρηση της ομάδας από το ΟΑΚΑ, γεγονός που έκανε έξαλλο τον Πρόεδρο Ρουμενίγκε. Πανίσχυρος και αξιοσέβαστος, ο «Κάλε», έβραζε στο ζουμί του, λέγοντας ότι έχει πάρει τόσους τίτλους με την ομάδα, χωρίς να χρειαστεί να κάνει ούτε μισή ώρα στατικό ποδήλατο! Παρά το αξίωμά του, δεν τόλμησε ωστόσο, να παρέμβει στην αρμοδιότητα του φυσιοθεραπευτή της ομάδας.
Το δεύτερο παράδειγμα:
Στα εκτός έδρας παιχνίδια του Champions League, παράλληλα με την ομάδα, ταξιδεύει μία μικρή Πολιτεία, αποτελούμενη από τον υπεύθυνο ασφαλείας, το ιατρικό επιτελείο, μέχρι τον σεφ της ομάδας, τον υπεύθυνο για την μπύρα ή για τα… πούρα. Στα μεγάλα τραπέζια που παραθέτει η ομάδα, μετά από κάθε αγώνα, κάθονται όλοι ανεξαιρέτως, σε προκαθορισμένες θέσεις, με συγκεκριμένη διάταξη, που αντικατοπτρίζει τις διοικητικές, αλλά και τις αγωνιστικές ιεραρχίες. Παρόντες είναι οι εκπρόσωποι των χορηγών ή ακόμα και οι φίλαθλοι που με κάποιον τρόπο έχουν αποκτήσει το προνόμιο να ακολουθούν από κοντά την ομάδα. Για καθέναν από αυτούς προβλέπεται ειδική θέση και, φυσικά, ορισμένος χώρος και χρόνος για να έρθουν σε επικοινωνία με τους παίκτες, να πάρουν αυτόγραφα ή να φωτογραφηθούν.
Εμπιστοσύνη στους νέους
Στην πρόσφατη φουρτούνα που πέρασε το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, στο πλαίσιο της σκληρής διαβούλευσης που έγινε στους κόλπους των μεγάλων ευρωπαϊκών club, η Μπάγερν αντιτάχθηκε στη δημιουργία της ευρωπαϊκής superleague και έπαιξε καθοριστικό ρόλο για την αποτυχία του εγχειρήματος. Εκπρόσωπος της Μπάγερν, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων και άνθρωπος – κλειδί δεν ήταν μόνο ο Ρουμενίγκε, όπως κάποιος μπορεί να φανταστεί, αλλά ένας σαραντάρης: ο Δρ. Michael Gerlinger. Ο άνθρωπος στον οποίο η Μπάγερν έχει εμπιστευθεί εδώ και πολλά χρόνια τη θέση του επικεφαλής της νομικής υπηρεσίας. Στη συνέχεια, όμως, διέκρινε τις πολύπλευρες ικανότητές του και του ανέθεσε έναν ευρύτερο και πιο στρατηγικό ρόλο: τον όρισε εκπρόσωπό της στην Ένωση Ευρωπαϊκών Σωματείων (ECA). Δηλαδή, υπεύθυνο των σχέσεών της με τις υπόλοιπες μεγάλες ευρωπαϊκές ομάδες. Μετά το φιάσκο της δημιουργίας της ευρωπαϊκήςsuperleague, ο M.Gerlinger, ανέλαβε θέση Αντιπροέδρου, έχοντας ως Πρόεδρο τον Nasser Al-Khelaifi, ιδιοκτήτη της Παρί Σεν-Ζερμέν.
Όπως στην περίπτωση του Καν, έτσι και στην περίπτωση του Γκερλίνγκερ, ο «οργανισμός Μπάγερν» επενδύει συστηματικά, σε ανθρώπους με ξεχωριστές δυνατότητες, προσόντα και εμπειρίες. Ανθρώπους που ενσωματώνει στη δομή της, τους γαλουχεί με τις αξίες της, τους εμπιστεύεται σε κρίσιμες θέσεις, τους αναθέτει σημαντικά καθήκοντα και, όταν έρθει η ώρα, προετοιμάζει μεθοδικά τη διαδοχή τους.
Κάπως έτσι, η Μπάγερν, εκτός από ένα αγωνιστικό μοντέλο, που φαίνεται στο γήπεδο, προτείνει στην αθλητική κοινότητα και ένα μοντέλο διοίκησης, που απαντάει σεένα από τα πιο κρίσιμα ζητούμενα του σύγχρονου ποδοσφαίρου: τη διαμόρφωση ενός νέου τύπου διοικητικών στελεχών υψηλού επιπέδου, που θα οδηγήσουν το άθλημα, με ασφάλεια, στην επόμενη εποχή. Έχει διαμορφώσει μία σχολή ποδοσφαίρου, αλλά και μία σχολή στελεχών.
Το πατριαρχικό μοντέλο, του πλούσιου προέδρου ή της πλούσιας οικογένειας ή –τελευταία – του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, που βάζει χρήματα, χωρίς πραγματικό αντίκρισμα, χαρακτηρίζει τις περισσότερες ομάδες στον κόσμο (συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικών). Αυτή η λογική όμως, αποδείχθηκε ότι έχει αποτύχει και αναπόφευκτα θα δώσει τη θέση του σε ένα διαφορετικό τύπο οργάνωσης.
Το συγκριτικό πλεονέκτημα
Το ποδόσφαιρο πέρασε πολλά στάδια εξέλιξης. Πριν από λίγα χρόνια, το κύριο ήταν η δημιουργία υποδομών, που θα επέτρεπαν, ασφάλεια και ανέσεις για τους φιλάθλους, εμπορικές χρήσεις, εξυπηρέτηση των συνεργείων για την τηλεοπτική κάλυψη των αγώνων κλπ. Όποιος εξασφάλισε τις προϋποθέσεις αυτές, πέτυχε. Όποιος δεν το έκανε, καταποντίστηκε…
Σήμερα περνάει σε ένα άλλο επίπεδο, που απαιτεί μεταξύ άλλων, σύγχρονες διοικητικές δομές και οργάνωση. Και αυτά για να γίνουν πρέπει να αρχίσει η παραγωγή ενός καινούριου στελεχικού δυναμικού. Ενός νέου τύπου παράγοντα, που θα έχει ταυτόχρονα τεχνογνωσία, κουλτούρα και επίγνωση του πού βρίσκεται και ποιες αξίες πρεσβεύει. Είτε οι αξίες αυτές αφορούν την ομάδα όπου ανήκει (identity), είτε ευρύτερα το άθλημα του ποδοσφαίρου.
Αν κάποτε, την εποχή του επαγγελματισμού και της εμπορευματοποίησης του αθλήματος το πρότυπο όλων ήταν η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, σήμερα το πρότυπο είναι η Μπάγερν.
Η χώρα μας, παραδοσιακά έχει μείνει μακριά από τέτοιου είδους προβληματισμούς. Το μοντέλο του ηγέτη – πατερούλη δεν κυριαρχεί απλώς, αλλά θεωρείται και η ενδεδειγμένη λύση για κάθε ΠΑΕ. Το αφεντικό που πληρώνει και φέρνει «παικταράδες» είναι το όνειρο κάθε φιλάθλου. Η ιστορία, όμως, δείχνει ότι, στο τέλος της ημέρας, κερδίζει εκείνος που είναι συνολικά ο καλύτερα οργανωμένος, ο πιο μεθοδικός και εκείνος που επενδύει μεθοδικά σε πρόσωπα με προσόντα και ικανότητες.
(Ο Κώστας Καρβουναρίδης είναι Δικηγόρος – Διεθνές Μάστερ Αθλητικού Δικαίου και Μάνατζμεντ / Διεθνές Κέντρο Αθλητικών Σπουδών – CIES –FIFA)