Την ευκαιρία ν’ ακούσει ιδίοις ωσί τις ενστάσεις της Μαριέττα Γιαννάκου που εξέφρασε χθες για το ν/σ για τη συνεπιμέλεια και έκαναν τον γύρο των ελληνικών ΜΜΕ είχε σήμερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε μικρής διάρκειας κουβέντα που είχε μαζί της στο περιθώριο της κοινής συνεδρίασης τεσσάρων Επιτροπών σχετικά με τη στρατηγική για τη μετάβαση σε μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία.
Ο πρωθυπουργός πήγε στην άκρη της δεύτερης σειράς εδράνων που καθόταν η βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας και συνομίλησε μαζί της για λίγη ώρα υπό το άγρυπνο βλέμμα, όπως μαρτυρά η φωτογραφία, της Ντόρας Μπακογιάννη.
Το τι ακριβώς είπαν, αν κάμφθηκαν οι ενστάσεις της κας. Γιαννάκου και πώς κατέληξε η συζήτηση το γνωρίζουν μόνο οι δυο τους και… η Ντόρα Μπακογιάννη.
Σε ποια ζητήματα του ν/σ για τη συνεπιμέλεια διαφωνεί η Γιαννάκου
Η Μαριέτα Γιαννάκου, όπως και η Όλγα Κεφαλογιάννη, είχε εκφράσει από νωρίς τις απόψεις της για τις διατάξεις του νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης για τη συνεπιμέλεια. Μάλιστα, κατέθεσαν και δέκα τροπολογίες.
Σε αυτές επισημαίνουν ότι οι συγκεκριμένες διατάξεις ενέχουν σοβαρό κίνδυνο να κατηγορηθεί η Ελλάδα για παραβίαση της Σύμβασης του ΟΗΕ για τα δικαιώματα του παιδιού. Οι δύο βουλευτές της ΝΔ, επισημαίνουν, μάλιστα, ότι και η αρμόδια για την παρακολούθηση της εφαρμογής της σύμβασης επιτροπή του ΟΗΕ, αναφέρει ρητώς ότι το συμφέρον του παιδιού δεν έχει στεγανά και εξειδικεύεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση.
Την ίδια άποψη έχει εκφράσει πρόσφατα και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τονίζουν οι κ.κ. Γιαννάκου και Κεφαλογιάννη, και σημειώνουν ότι τα κριτήρια για την ανάθεση της γονικής μέριμνας που αναφέρονται στο νομοσχέδιο, είναι σαφώς γονεοκεντρικά και παραμερίζουν άλλες σημαντικές παραμέτρους του συμφέροντος του παιδιού.
Αναφορικά με τις στεγαστικές, επαγγελματικές και λοιπές περιστάσεις της επιμέλειας, οι δύο βουλευτές της ΝΔ επισημαίνουν ότι η διάταξη που έχει περιληφθεί στο νομοσχέδιο, φαίνεται σαν να θεωρεί την επικοινωνία το μόνο σημαντικό ζήτημα, ενώ η μετακίνηση μπορεί να συμφέρει το παιδί αντικειμενικά, όπως λ.χ. ένα παιδί με προβλήματα υγείας που μεταβαίνει από μια απομακρυσμένη περιοχή σε πόλη με άριστη παροχή ιατρικών υπηρεσιών. Επισημαίνουν επίσης, ότι μπορεί την μετακίνηση να επιβάλλουν πιεστικές ανάγκες του γονέα, που θέλει να μετακινηθεί γιατί δεν βρίσκει δουλειά, ή δεν έχει σπίτι, ή επειδή δεν καταβάλλει διατροφή ο αρνούμενος τη μετακίνηση γονέας.
Αναφορικά με τη διάταξη για το δικαίωμα επικοινωνίας γονέα και τέκνου, οι κ.κ. Γιαννάκου και Κεφαλογιάννη σημειώνουν ότι βρίθει αστοχιών και προτείνουν διάταξη σύμφωνα με την οποία ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το παιδί, διατηρεί το δικαίωμα της κατά το δυνατόν ευρύτερης προσωπικής επικοινωνίας με αυτό, και ο αποκλεισμός της επικοινωνίας να είναι δυνατός μόνο για εξαιρετικά σοβαρούς λόγους. Επίσης ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο, οφείλει να διευκολύνει και να προωθεί την επικοινωνία του τέκνου με τον άλλο γονέα.
«Οι τροποποιήσεις δεν ανταποκρίνονται στο συμφέρον του παιδιού»
Η Μαριέττα Γιαννάκου ανέφερε χθες ότι όχι μόνο απουσίαζαν παραδοσιακοί φορείς από τη δημόσια διαβούλευση για το νομοσχέδιο, αλλά «συμμετείχαν απίθανες οργανώσεις».
Συγκεκριμένα, τόνισε πως «δεν συμμετείχαν παραδοσιακές γυναικείες οργανώσεις, όπως ο Σύνδεσμος για τα Δικαιώματα της Γυναίκας, στον διάλογο αυτό. Και είναι γεγονός, ότι το Υπουργείο δεν συνάντησε αυτές τις οργανώσεις. Αντίθετα, είδαμε απίθανες οργανώσεις, γονείς, συνεπιμέλεια, ενεργοί μπαμπάδες, τρομερές διαφημίσεις υπέρ του νομοσχεδίου, που σημαίνει χρήμα πολύ και μία πανομοιότυπη επιστολή, η οποία αποστέλλεται σε εμάς με mail, με διάφορα ονόματα χωρίς πραγματικά στοιχεία, δηλαδή, ψευδή».
Παράλληλα, κατήγγειλε ότι «το νομοσχέδιο δεν είναι πιστό, στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών και στη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Είναι, επίσης, σίγουρο, ότι αφήνει ορισμένους υπαινιγμούς, όπως παραδείγματος χάριν, με αυτό το “εξίσου”, το οποίο μπορεί να παραπέμψει αλλού.Όπως και η αναφορά στο 1/3 του χρόνου, που δεν είναι ενδεικτική, είναι υποχρεωτική, όπως αντιλαμβάνεστε, θα φέρει περισσότερες συγκρούσεις και ίσως, προσφυγή στη δικαιοσύνη».
Έπειτα, πρόσθεσε πως «αυτά είναι ορισμένα ζητήματα, τα οποία τονίσαμε με την κυρία Κεφαλογιάννη και γι’ αυτό ακριβώς κάναμε αυτές τις τροπολογίες, προκειμένου να κάνουμε κάποιες ουσιαστικές αλλαγές, που θα αντιμετωπίζουν, άλλωστε και τα δύο φύλα εξίσου».
«Δεν αμφισβητώ το δικαίωμα της κυβέρνησης, το είπα από την αρχή, να κάνει τροποποιήσεις στο οικογενειακό δίκαιο. Αλλοίμονο. Και πιθανόν να χρειάζονται τροποποιήσεις και ίσως να χρειάζονταν άλλου είδους τροποποιήσεις. Αυτές όμως, οι οποίες έγιναν, δεν ανταποκρίνονται στο στόχο που υπάρχει και είναι και στόχος του Υπουργείου. Να δημιουργηθεί καλύτερο περιβάλλον για τα παιδιά, να ικανοποιηθεί το συμφέρον του παιδιού», συμπλήρωσε στη συνέχεια.