Η Ανταρκτική, μια από τις πιο ευάλωτες περιοχές του πλανήτη, βρίσκεται αντιμέτωπη με πολλαπλές πιέσεις, όχι μόνο από την κλιματική αλλαγή, αλλά και από την αυξανόμενη ανθρώπινη παρουσία, λόγω τουρισμού και επιστημονικών δραστηριοτήτων, όπως αποκαλύπτει νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε αυτή την εβδομάδα στο έγκριτο περιοδικό Nature Sustainability.
Καμπανάκι για τον τουρισμό στην Ανταρκτική
Ειδικότερα, στις περιοχές όπου υπάρχει ανθρώπινη δραστηριότητα, η συγκέντρωση μικροσωματιδίων που περιέχουν βαρέα μέταλλα είναι δεκαπλάσια σε σχέση με 40 χρόνια πριν, προειδοποιεί η έρευνα.
Στη διάρκεια των δύο τελευταίων δεκαετιών ο αριθμός των τουριστών στην Ανταρκτική αυξήθηκε από 20.000 σε περίπου 120.000, σύμφωνα με την Διεθνή Ένωση Τουριστικών Πρακτορείων της Ανταρκτικής.
«Η αύξηση της ανθρώπινης παρουσίας στην Ανταρκτική προκαλεί ανησυχίες αναφορικά με τους ρύπους από τα οχήματα, κυρίως για τα μικροσωματίδια που περιέχουν χρώμιο, νικέλιο, χαλκό, ψευδάργυρο και μόλυβδο», επισημαίνει η έρευνα.
Τα πλοία που μεταφέρουν τουρίστες χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα, τα οποία επίσης εκλύουν μικροσωματίδια. Αυτά ευθύνονται για την επιτάχυνση της τήξης του χιονιού, επεσήμανε ο Ραούλ Κορντέρο, επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Γκρόνινγκεν στην Ολλανδία και ένας από τους συντάκτες της έρευνας.
«Το χιόνι λιώνει πιο γρήγορα στην Ανταρκτική λόγω της παρουσίας ρυπογόνων σωματιδίων σε περιοχές όπου συχνάζουν οι τουρίστες», εξήγησε σε τηλεφωνική συνέντευξη με το AFP από το Σαντιάγο.
«Ένας μόνο τουρίστας μπορεί να συμβάλλει στην επιτάχυνση της τήξης περίπου 100 τόνων χιονιού», πρόσθεσε.
Μια ομάδα ερευνητών από χώρες όπως η Χιλή, η Γερμανία και η Ολλανδία διένυσε περίπου 2.000 χιλιόμετρα στην Ανταρκτική σε διάστημα τεσσάρων ετών για να εκτιμήσει το εύρος αυτής της μόλυνσης.
Υπεύθυνες και οι επιστημονικές αποστολές
Η παρουσία βαρέων μετάλλων στην Ανταρκτική έχει επίσης αυξηθεί λόγω των επιστημονικών αποστολών, η παρατεταμένη παραμονή των οποίων στην περιοχή μπορεί να έχει έως και δεκαπλάσιο αντίκτυπο από αυτόν ενός τουρίστα, επεσήμανε ο Κορντέρο.
Η έρευνα αναγνωρίζει «τις προόδους» που έχουν γίνει στην προστασία της Ανταρκτικής, όπως η απαγόρευση της χρήσης του βαρέος μαζούτ, ενός παραγώγου του πετρελαίου, και της χρήσης πλοίων που συνδυάζουν την ηλεκτρική ενέργεια και τα ορυκτά καύσιμα.
Ωστόσο «για να περιοριστεί το αποτύπωμα των ενεργοβόρων ανθρώπινων δραστηριοτήτων στην Ανταρκτική, είναι απαραίτητο να επιταχυνθεί η ενεργειακή μετάβαση και να περιοριστεί η χρήση των ορυκτών καυσίμων, κυρίως κοντά σε ευαίσθητες περιοχές», τονίζει η έρευνα.
Η Ανταρκτική χάνει γρήγορα τη μάζα της λόγω της κλιματικής αλλαγής. Σύμφωνα με τη NASA, η ήπειρος χάνει 135 δισεκ. τόνους χιονιού και πάγου ετησίως από το 2002.