Για τον δικομματισμό Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ μίλησε από τη Μυτιλήνη ο Νίκος Ανδρουλάκης, τονίζοντας πως το φαινόμενο αυτό είναι άγονο, «δημιουργεί συνεχώς συνθήκες διχόνοιας και απαξιώνει τον δημόσιο διάλογο με αποτέλεσμα να μην επιλύονται τα προβλήματα, επειδή ακριβώς δεν τίθενται με ωριμότητα»
Σε σχέση με την προοπτική του κομματικού φορέα, στον οποίο ανήκει ο κ. Ανδρουλάκης, είπε ότι οραματίζεται ένα κόμμα «το οποίο θα υπερασπίζεται τα συμφέροντα της πατρίδας μας, των αδύναμων πολιτών και της μεσαίας τάξης με προοδευτικό πρόσημο και σχέδιο. Με πραγματική ελπίδα και όχι με δημαγωγίες».
Στη διάρκεια της ομιλίας του, επίσης, ο κ. Ανδρουλάκης υποστήριξε πως «πρέπει να υπάρξουν πολιτικές που ρίχνουν το κόστος ενέργειας, φοροαπαλλαγές ώστε να δώσουμε ώθηση στις εξαγωγές σημαντικών προϊόντων όπως είναι το κρασί και το λάδι. Στόχος μας είναι να συνδεθεί ο πρωτογενής τομέας με τον τουρισμό, και τα οφέλη της επισκεψιμότητας της χώρας τους καλοκαιρινούς μήνες να τα εισπράττει η οικονομία ολόκληρο τον χρόνο».
«Δεν μπορεί όποιος ψήφισε και θα ξαναψηφίσει ΝΔ ή ΣΥΡΙΖΑ να θέλει να επηρεάσει το ποιος εκλέγεται πρόεδρος της Δημοκρατικής Παράταξης»
«Θέλω τον πρόεδρο της παράταξης να τον εκλέξουν άνθρωποι που πιστεύουν ιδεολογικά στον χώρο μας και όχι τρίτες δυνάμεις που ανήκουν κατά συνείδηση στη ΝΔ ή στον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν μπορεί όποιος περνάει απέξω, ψήφισε και θα ξαναψηφίσει ΝΔ ή ΣΥΡΙΖΑ, να θέλει να επηρεάσει το ποιος εκλέγεται πρόεδρος της Δημοκρατικής Παράταξης. Είναι αδιανόητο και δείχνει έλλειψη πολιτικού πολιτισμού κάποιοι να κινητοποιούν τέτοιες δυνάμεις» τόνισε ο Ευρωβουλευτής και υποψήφιος για την ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής, Νίκος Ανδρουλάκης, σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ και τους δημοσιογράφους Δημήτρη Κοταρίδη και Γιάννη Πιτταρά.
Ο κ. Ανδρουλάκης εκτίμησε ότι ο κόσμος της Δημοκρατικής Παράταξης θα ψηφίσει με κριτήριο «το ποιος θα μεγαλώσει το κόμμα και θα δημιουργήσει μια παράταξη που θα πάει σε ένα ισχυρό διψήφιο ποσοστό για να μπει δυναμικά στο πολιτικό προσκήνιο». Έκανε λόγο για συνειδητές επιλογές, μετά τις βουλευτικές εκλογές, βάσει των συσχετισμών που θα διαμορφώσει ο ελληνικός λαός, επισημαίνοντας πως «ένα κόμμα με χαμηλό ποσοστό πρέπει να μείνει στην αντιπολίτευση. Ένα κόμμα με πολύ μεγάλο ποσοστό, συζητά όλα τα σενάρια, αλλά αξιακά και προγραμματικά, όχι για τη διανομή της εξουσίας και των υπουργικών θέσεων».
Σε ερώτηση των δημοσιογράφων σχετικά με την πρόταση του πρώην Πρωθυπουργού τα ντιμπέιτ να διεξαχθούν με τη χρήση διαδικτύου και απευθείας τηλεοπτική μετάδοση, ο κ. Ανδρουλάκης ξεκαθάρισε ότι «αυτό το μοντέλο δεν είναι ντιμπέιτ, είναι παράλληλοι μονόλογοι. Δεν βλέπω κανέναν λόγο να κάνουμε από τα σπίτια μας παράλληλους μονολόγους. Δια ζώσης μπορούμε να κάνουμε έναν γόνιμο διάλογο για να δεσμευτούμε απέναντι στον λαό της Δημοκρατική Παράταξης ως προς το τι κόμμα θέλουμε και ποιο είναι το όραμά μας για την πατρίδα».
Αναφερόμενος στην προσπάθεια ανάταξης της παράταξης, τόνισε ότι με σεβασμό στην παρακαταθήκη ενότητας που άφησε η Φώφη Γεννηματά, θα πρέπει «να γυρίσουμε σελίδα, να πάμε σε μια εποχή ενός θεσμικού κόμματος, που θα λειτουργεί με αξιοκρατία και διαφάνεια. Με ένα ριζοσπαστικό, σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα, που θα αγγίζει όλες τις αγωνίες των Ελληνίδων και των Ελλήνων και βέβαια με πάθος για αλλαγή γενιάς».
Όσον αφορά, τέλος, στο προσφυγικό και μεταναστευτικό ζήτημα, ο κ. Ανδρουλάκης τόνισε την ανάγκη αναθεώρησης του κανονισμού του Δουβλίνου, ώστε «η Ελλάδα και η Ιταλία να πάψουν να έχουν το φορτίο τη πρώτης χώρας εισόδου. Έτσι, όταν κάποιος έρθει στη χώρα μας και κάνει αίτηση ασύλου, αυτή να μην γίνεται αυτή στην Ελλάδα, αλλά στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης», και στη συνέχεια «η κατανομή να γίνεται με μόνιμο μηχανισμό μετεγκατάστασης βάσει πληθυσμού, ΑΕΠ και ανεργίας για να μην έχουμε κοινωνικές εντάσεις».
Όπως τόνισε όμως, ο κ. Ανδρουλάκης, για να επιτευχθεί αυτό, «η κυβέρνηση πρέπει να αλλάξει συμμάχους, διότι με αυτούς που έχει σήμερα, δεν πρόκειται να δούμε ποτέ αναθεώρηση του Δουβλίνου. Θα είμαστε πάντα ευάλωτοι στις επιλογές του κάθε Όρμπαν, του κάθε Πολωνού ή Αυστριακού, που μας χτυπάνε την πλάτη, αλλά μας θέλουν αποθήκη ψυχών για να μην παίρνουν αυτοί πρόσφυγες στις χώρες τους μέσω της μετεγκατάστασης».