Συνέντευξη στα πλαίσια του 7ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών παραχώρησε ο Μιχάλης Καλογήρου. Ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης και διευθυντής σήμερα του γραφείου του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα, συνομίλησε με τη δημοσιογράφο Ιωάννα Μάνδρου για ζητήματα που αφορούν την ποιότητα της νομοθέτηση.
{https://www.facebook.com/kalogiroumichalis/videos/3022777137982864/}
Αρχικά αναφέρθηκε στο πώς η συγκυρία επηρεάζει τη νομοθέτηση, ειδικά σε περιόδους που συμβαίνουν μεγάλες αλλαγές και ανατροπές, όπως η ψηφιοποίηση, η τεχνητή νοημοσύνη, η πανδημική κρίση, η κλιματική κρίση, το κύμα ακρίβειας. Διαχώρισε ωστόσο αυτές τις περιπτώσεις από εκείνες όπου «η συγκυρία προκύπτει από την σκοπιμότητα, από την ιδιοτέλεια, από την εξυπηρέτηση συμφερόντων, από την μικροπολιτική, από την παραπολιτική. Εκεί υπάρχει το πρόβλημα» είπε χαρακτηριστικά ο Μιχάλης Καλογήρου παραπέμποντας στις αλλαγές στους ποινικούς κώδικες και στην στάση της Ν.Δ.
Στη συνέχεια, περιέγραψε τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής μετά την ανάληψη της κυβέρνησης από τη Νέα Δημοκρατία, όπου στην ουσία, όπως είπε, έχουμε τρεις παρεμβάσεις στους ποινικούς κώδικες από το 2019 μέχρι σήμερα, οι οποίες είναι αγνώστου πατρός. Καθώς μέλη των νομοπαρασκευαστικών που κλήθηκαν προκειμένου να ξανά αλλάξουν οι ποινικοί κώδικες δεν αναγνωρίζουν αυτές τις διατάξεις ως δικές τους ή δεν είναι δικές τους ή δεν θέλουν να τις αναγνωρίσουν.
Χαρακτηριστικά ανέφερε ότι «σήμερα βρισκόμαστε με δικαστές οι οποίοι δικάζουν με τρεις διαφορετικούς κώδικες, με τον παλιό κώδικα, με τον νέο Ποινικό Κώδικα του ‘19 και με τον πιο νέο Ποινικό κώδικα μετά από αυτές τις μεταρρυθμίσεις. Έχουμε δικηγόρους οι οποίοι αυτή τη στιγμή απέχουν από την εκδίκαση συγκεκριμένων αδικημάτων διαμαρτυρόμενοι για άκριτες αυστηροποιήσεις».
Ως πιο σοβαρό ζήτημα αναγνώρισε την «αμφισβήτηση όσον αφορά την εμπιστοσύνη του πολίτη προς τον ποινικό δικαστήριο, την οπαδοποίηση του κοινού περί δικαίου αισθήματος με βάση το οποίο καταλήγουμε πολλές φορές να νομοθετούν τα πρωτοσέλιδα και να δικάζουν τηλεοπτικές εκπομπές».
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. για τροποποίηση του κανονισμού της Βουλής, προκειμένου να συγκροτηθεί μία κοινοβουλευτική επιτροπή λογοδοσίας σε σχέση με τη διαχείριση του μηχανισμού του ταμείου ανάκαμψης και σταθερότητας, όπως επίσης ελέγχου και συζήτησης σε σχέση με το ΕΣΠΑ 2021-2027. «Γιατί τέτοιες πρωτοβουλίες πρέπει να έχουνε κανόνες διαυγείς» είπε χαρακτηριστικά και συμπλήρωσε ότι «η συναίνεση είναι ένα θέμα, η βούληση όμως και το τι θέλεις να κάνεις στην πράξη είναι ένα άλλο. Μπορεί εδώ να συμφωνούμε όλοι οι εκπρόσωποι των κομμάτων ότι υπάρχει συναίνεση για την καλή νομοθέτηση, στην πράξη όμως να αποδεικνυόμαστε λίγοι».
Ιδιαίτερα αιχμηρός κατά της κυβέρνησης της Ν.Δ. ήταν για τα ζητήματα της «εν κρυπτώ» νομοθέτησης θυμίζοντας ότι τον Αύγουστο του 2019, πέντε λεπτά πριν κλείσει η Βουλή , ψηφίστηκε η κατάργηση του βάσιμου λόγου απόλυσης. «Μια τόσο βλαπτική για τα δικαιώματα των εργαζομένων διάταξη, πέρασε υπό μορφή τροπολογίας και τελευταία στιγμή».
Τέλος, σχολίασε ότι το πολιτικό σύστημα οφείλει συνολικά να εκπέμπει το μήνυμα του σεβασμού προς τους νόμους, ότι δεν αλλάζουμε τους νόμους διαρκώς κατά το δοκούν με προχειρότητες και με σκοπιμότητες, ότι επιτρέπουμε και ζητάμε όσο το δυνατόν ευρύτερη διαβούλευση, σύμπραξη, συνεργασία, συμμετοχή από την κοινωνία. «Η εκάστοτε κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα οφείλει να αναγνωρίζει στον εαυτό του το εφήμερο, απέναντι στο μακρόπνοο του νόμου και απέναντι στο διαχρονικό αίτημα που έχει η κοινωνία για δικαιοσύνη».