Πολιτική

Αντώνης Παπαργύρης στο iEidiseis: Ο ΣΥΡΙΖΑ ή θα ξαναβρεθεί στο 30% ή θα υποχωρήσει επιπλέον

Η ιταλοποίηση του ελληνικού κομματικού συστήματος είναι ξένη προς την ελληνική πραγματικότητα, διαμηνύει ο διευθυντής ερευνών της GPO. Τι συνιστά σε ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ.

«Στην πρώτη της φάση η κυβέρνηση Μητσοτάκη επέδειξε αποτελεσματικότητα, αντανακλαστικά και αμεσότητα στη λήψη αποφάσεων. Οι συνεχόμενες καταστροφικές πυρκαγιές υπονομεύουν και  απειλούν ήδη αυτή την εικόνα. Το γεγονός ότι σε αυτή τη συγκυρία δεν υπάρχει επί της ουσίας εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης σαφέστατα δίνει στον πρωθυπουργό τα περιθώρια για βελτιωτικές κινήσεις, ωστόσο, όλα αυτά τα γεγονότα δεν λειτουργούν μεμονωμένα αλλά καταγράφονται αθροιστικά στο συλλογικό υποσυνείδητο του εκλογικού σώματος.

Παρ’ ολα αυτά το προσωρινό  έλλειμμα ηγεσίας στην αξιωματική αντιπολίτευση, καθώς και ο χρόνος που θα χρειαστεί αυτή η νέα ηγεσία έως ότου βρει το βηματισμό της, καθιστά κυρίαρχη τη σημερινή κυβέρνηση η οποία συνεχίζει και διαθέτει την απόλυτη πρωτοκαθεδρία των κινήσεων και τη δυνατότητα να διαμορφώνει την πολιτική ατζέντα με βάση τις δικές της προτεραιότητες».

Στην παραπάνω εκτίμηση προχωρά σχολιάζοντας τη νέα πολιτική περίοδο ο Αντώνης Παπαργύρης, με συνέντευξη που παραχωρεί στο iEidiseis, ενώ αναφέρει με νόημα: «Η ιταλοποίηση του ελληνικού κομματικού συστήματος, η ύπαρξη δηλαδή μεσαίων και μικρών κομμάτων είναι ξένη προς την ελληνική πραγματικότητα και δεν μπορεί να είναι λειτουργική, ειδικά για δύο κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ που κατά βάση είναι ανταγωνιστικά. Ένα κόμμα του 17% δεν μπορεί να υπηρετήσει με πειστικότητα το ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ή θα ξαναβρεθεί στο 30% ή θα υποχωρήσει επιπλέον».

Ειδικά για τον ΣΥΡΙΖΑ ο διευθυντής ερευνών της GPO σημειώνει πως η αποχώρηση του Αλέξη Τσίπρα ήταν μια ενδεδειγμένη κίνηση για τον ίδιο και το κόμμα του- και τονίζει: «Τώρα απομένει να αποδειχθεί αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κανονικό αστικό κόμμα με αρχές, αξίες και συγκροτημένες διαδικασίες ή ήταν απλά το προσωπικό δημιούργημα του πρώην επικεφαλής του που εξυπηρέτησε συγκεκριμένες ανάγκες σε μία δεδομένη και ταραγμένη χρονική συγκυρία για τη χώρα».

  1. Η κυβέρνηση πέτυχε ένα θρίαμβο στις διπλές εκλογές του καλοκαιρού. Κάποιοι, μάλιστα, εκτιμήσαμε πως τον περασμένο Ιούνιο, με τη συντριπτική ήττα της αντιπολίτευσης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης κέρδισε όχι μία, αλλά δυο τετραετίες. Σε τι βαθμό μπορεί να ανησυχεί ενόψει των επόμενων εθνικών εκλογών;

Για τη μεγάλη πλειοψηφία η διπλή νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις δεν αποτέλεσε έκπληξη: ήταν μία αναγνώριση της διαχειριστικής επάρκειας και της ικανότητάς της να ανταπεξέλθει σε μία σειρά κρίσεων που ενέσκηψαν κατά τη διάρκεια της θητείας της.

Η έκπληξη έχει να κάνει με την πολύ μεγάλη υποχώρηση της εκλογικής δύναμης του ΣΥΡΙΖΑ η επιρροή του οποίου περιορίστηκε σε ποσοστά που τον καθιστούν την πιο αδύναμη αξιωματική αντιπολίτευση μεταπολιτευτικά στη χώρα.

Αν η εξέλιξη αυτή καθιστά τον Κυριάκο Μητσοτάκη παντοδύναμο και την κυβέρνηση του κυρίαρχη για τα επόμενα χρόνια είναι κάτι που κανείς δεν μπορεί να προδικάσει. Αυτό που πρέπει να έχουμε υπόψη είναι ότι κατά την διάρκεια της πρώτης της θητείας η κυβέρνηση της ΝΔ συγκρινόταν διαρκώς με την κυβέρνηση  του ΣΥΡΙΖΑ, με το αποτέλεσμα στις περισσότερες περιπτώσεις να είναι ευνοϊκό για την ίδια. Στη δεύτερη θητεία θα συγκρίνεται πλέον με τον εαυτό της και τις προσδοκίες που η ίδια έχει δημιουργήσει. Στην πρώτη της φάση η κυβέρνηση Μητσοτάκη επέδειξε αποτελεσματικότητα, αντανακλαστικά και αμεσότητα στη λήψη αποφάσεων.

Οι συνεχόμενες καταστροφικές πυρκαγιές υπονομεύουν και  απειλούν ήδη αυτή την εικόνα. Το γεγονός ότι σε αυτή τη συγκυρία δεν υπάρχει επί της ουσίας εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης σαφέστατα δίνει στον πρωθυπουργό τα περιθώρια για βελτιωτικές κινήσεις, ωστόσο, όλα αυτά τα γεγονότα δεν λειτουργούν μεμονωμένα αλλά καταγράφονται αθροιστικά στο συλλογικό υποσυνείδητο του εκλογικού σώματος.

Παρ’ ολα αυτά το προσωρινό  έλλειμμα ηγεσίας στην αξιωματική αντιπολίτευση, καθώς και ο χρόνος που θα χρειαστεί αυτή η νέα ηγεσία έως ότου βρει το βηματισμό της, καθιστά κυρίαρχη τη σημερινή κυβέρνηση η οποία συνεχίζει και διαθέτει την απόλυτη πρωτοκαθεδρία των κινήσεων και τη δυνατότητα να διαμορφώνει την πολιτική ατζέντα με βάση τις δικές της προτεραιότητες.

  1. Εισερχόμαστε οριστικά στο πολιτικό σύστημα του «ενάμισι κόμματος»; Ή μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ ή το ΠΑΣΟΚ να διεκδικήσουν νίκη στις προσεχείς εκλογές;

Ο ΣΥΡΙΖΑ εισέρχεται σε μία εντελώς νέα φάση στην οποία θα πρέπει να επιχειρήσει ένα ολικό rebranding τόσο σε πρόσωπα όσο και στο συνολικό πολιτικό του αφήγημα. Το κόμμα που γνωρίσαμε το 2012 δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις σύγχρονες ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας που έχει προχωρήσει και αναζητά σε μεγάλο βαθμό τη σταθερότητα και όχι την ριζοσπαστικοποίηση και τη ρήξη. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι η ιταλοποίηση του ελληνικού κομματικού συστήματος, η ύπαρξη δηλαδή μεσαίων και μικρών κομμάτων είναι ξένη προς την ελληνική πραγματικότητα και δεν μπορεί να είναι λειτουργική, ειδικά για δύο κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ που κατά βάση είναι ανταγωνιστικά. Ένα κόμμα του 17% δεν μπορεί να υπηρετήσει με πειστικότητα το ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ή θα ξαναβρεθεί στο 30% ή θα υποχωρήσει επιπλέον.

antonis_papargyris_sm.jpg

  1. Το ΠΑΣΟΚ, πάντως, δεν δείχνει να επωφελείται από την, ίσως, στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα. Γιατί, κατά τη γνώμη σας;

Το ΠΑΣΟΚ από την πλευρά του με ανανεωμένη την κοινοβουλευτική του ομάδα ανέκτησε κάποιες δυνάμεις περισσότερο σε επίπεδο εντυπώσεων και με το βλέμμα στις αυτοδιοικητικές εκλογές του Οκτωβρίου θα προσπαθήσει να επιβληθεί ως η κυρίαρχη δύναμη της ελληνικής κεντροαριστεράς. Ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν επιχειρεί άλματα ούτε αρέσκεται σε μαξιμαλιστική ρητορική, ακολουθεί προσεκτικά μία στρατηγική σταδίων στην οποία το σημαντικότερο και καθοριστικότερο βήμα είναι το ΠΑΣΟΚ να γίνει η δεύτερη πολιτική δύναμη.

Ο ορίζοντας για αυτή τη στόχευση είναι οι ευρωεκλογές του 2024, στις οποίες το κόμμα του αναμένεται να προσδώσει χαρακτηριστικά εθνικών εκλογών όπου θα πιέσει τόσο την κυβέρνηση όσο και το ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος δεν μπορούμε να γνωρίζουμε σε ποιο σημείο θα βρίσκεται πολιτικά και οργανωτικά. Ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει επιδείξει το διάστημα που βρίσκεται στην ηγεσία ότι διαθέτει μεθοδικότητα, υπομονή και οργανωτικές αρετές. 

  1. Ο ΣΥΡΙΖΑ εκλέγει αρχηγό. Τι πιστεύετε ότι θα συμβεί; Και τι εκτιμάτε ότι πρέπει να αλλάξει για να καταστήσει ξανά τον ΣΥΡΙΖΑ ελκυστικό;

Η αποχώρηση του κ.  Τσίπρα ήταν μάλλον η ενδεδειγμένη κίνηση τόσο για τον ίδιο όσο και για το κόμμα του. Τώρα απομένει να αποδειχθεί αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κανονικό αστικό κόμμα με αρχές, αξίες και συγκροτημένες διαδικασίες ή ήταν απλά το προσωπικό δημιούργημα του πρώην επικεφαλής του που εξυπηρέτησε συγκεκριμένες ανάγκες σε μία δεδομένη και ταραγμένη χρονική συγκυρία για τη χώρα.

Τρία βασικά στοιχεία είναι αυτά που μπορούν να μεταβάλλουν το κλίμα και να αναπτερώσουν το ηθικό κυρίως των μεσαίων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και των ψηφοφόρων του οι οποίοι μετά τη διπλή εκλογική ήττα εμφανίζουν σημάδια παραίτησης, ηττοπάθειας και ματαίωσης των προσδοκιών που είχε δημιουργήσει η κυβέρνηση της αριστεράς:

  1. Η προσωπικότητα του / της  νέου/ας  αρχηγού
  2. Οι στοχευμένες προτάσεις  στην οικονομία και στα κοινωνικά ζητήματα
  3. Η ανάδειξη του ρόλου της αριστεράς ως κινητήριας δύναμης απέναντι σε ένα σκληρό και κλειστό οικονομικό περιβάλλον που ευνοεί τους λίγους και πλήττει το συλλογικό καλό διαμορφώνοντας ένα πλαίσιο ατελούς δημοκρατίας.

Πόσο εφικτό όμως είναι ειδικά το τελευταίο σε μία φάση της πολιτικής ιστορίας, όπου ο Κ. Μητσοτάκης ακολουθεί σε μεγάλο βαθμό τις βασικές αρχές του τρίτου δρόμου των ευρωπαίων σοσιαλδημοκρατών της δεκαετίας του 90, σε μία ελληνική εκδοχή μπολιασμένη από μία νέα διχοτόμηση Μακρονικού τύπου, όπου το δίλημμα πλέον είναι ο πολυδύναμος κεντρώος εκσυγχρονισμός και η ακροδεξιά;

Ο σημερινός πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του, αν και δηλωμένος φιλελεύθερος, δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει εργαλεία κρατικού παρεμβατισμού κατά τη διάρκεια της πανδημίας ή της ενεργειακής κρίσης, φιλοτεχνώντας για τον εαυτό του το προφίλ του ρεαλιστή και αποτελεσματικού ηγέτη που αναγνωρίζει τα λάθη του, μαθαίνει από αυτά και προχώρα παρακάτω έχοντας ως βασική επιδίωξη την βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών. Τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ ασχολούνταν με τα ζητήματα υψηλής πολιτικής και τις μεγάλες ιδέες η ΝΔ και ο Κ. Μητσοτάκης έβαζαν στην ατζέντα την διαχείριση και αντιμετώπιση όλων αυτών των μικρών και προσωπικών ζητημάτων που απασχολούν τον κάθε πολίτη. Μπορεί, ωστόσο, η αριστερά να ζήσει χωρίς τις μεγάλες ιδέες, χωρίς τα μεγάλα προτάγματα που συγκροτούν την ουτοπία του σοσιαλισμού ή θα πρέπει να απαρνηθεί σε μεγάλο βαθμό τον εαυτό της και να μετασχηματιστεί σε μία νέα πολιτική δύναμη;

Η απάντηση δεν είναι εύκολη και δεν θεωρώ ότι μπορεί να είναι μόνο Ελληνική. Η ίδια η διεθνιστική φύση της αριστεράς απαιτεί μία πανευρωπαϊκή νέα προσέγγιση που θα έχει ένα βασικό κορμό και θα εμπλουτίζεται από τις εθνικές ανάγκες της κάθε χώρας. Μια καλή αρχή τόσο για το ΣΥΡΙΖΑ όσο και για το ΠΑΣΟΚ είναι να μελετήσουν προσεκτικά τις πολιτικές πρακτικές των όμορων κομμάτων τους στην Ιβηρική χερσόνησο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Γιάννης Ραγκούσης στο iEidiseis: Κορόιδα στον ΣΥΡΙΖΑ τέλος - Υπήρχαν στελέχη που υπονόμευσαν τον Τσίπρα
Τραγωδία στη Βούλα - Τροχαίο με έναν 23χρονο νεκρό
Chevron Right