Όπισθεν ολοταχώς κάνει ο Ζόραν Ζάεφ, ο οποίος αλλάζει το επίμαχο άρθρο προκειμένου να καθησυχάσει την ελληνική πλευρά και να μη δημιουργηθούν προσκόμματα και περιθώριο για παρερμηνείες που αφήνουν «παράθυρο» για μακεδονική «μειονότητα».
Χθες, ο Αλέξης Τσίπρας μιλώντας στη Βουλή για πρώτη φορά άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο «εμπλοκής» της Συμφωνίας στην Ελλάδα, σε περίπτωση που μείνουν «παράθυρα» αλυτρωτισμού, με αφορμή τις πρόσφατες δηλώσεις του Ζόραν Ζάεφ για μακεδονική «μειονότητα», τις οποίες έσπευσε να μαζέψει μετά την παρέμβαση Νίμιτς κατόπιν διπλωματικών πιέσεων της Αθήνας.
Συγκεκριμένα, ο Αλέξης Τσίπρας , σχολιάζοντας την αποστροφή του κ. Μητσοτάκη έστειλε μήνυμα και σε πΓΔΜ - Ζάεφ, λέγοντας πως εάν η ΠΓΔΜ δεν τηρήσει το γράμμα και το πνεύμα της Συμφωνίας των Πρεσπών, τότε δεν θα προχωρήσει ούτε η Συμφωνία ούτε η ένταξη της χώρας στους Διεθνείς Οργανισμούς.
Με αυτά τα δεδομένα, έκφραση που επελέγη από την κυβέρνηση των Σκοπίων, κατόπιν παρασκηνιακών πιέσεων από την ελληνική διπλωματία, είναι ότι η Πολιτεία μεριμνά «για τη διασπορά του μακεδονικού λαού και των άλλων κοινοτήτων».
Με αυτόν τον τρόπο η κυβέρνηση Ζάεφ προχωρά σε προσαρμογή της τροπολογίας επί του Άρθρου 49, παράγραφος 3 του Συντάγματος ώστε να καθησυχάζονται οι προβληματισμοί της Αθήνας, ενόψει της έναρξης της διαδικασίας της τρίτης και τελευταίας ψηφοφορίας στο Κοινοβούλιο για τις συνταγματικές αλλαγές.
Σύμφωνα με πληροφορίες, αποφασίστηκε να αλλάξει η αρχική τροπολογία ώστε να ικανοποιηθούν τόσο οι ενστάσεις που είχε η Ελλάδα από την αποκλειστική αναφορά στη μέριμνα για τον «μακεδονικό λαό στο εξωτερικό» αλλά όσο και οι αντιρρήσεις που είχαν εκφραστεί από την αλβανική πλευρά και τις υπόλοιπες κοινότητες της χώρας.
Η έκφραση που επελέγη είναι ότι η Πολιτεία μεριμνά «για τη διασπορά του μακεδονικού λαού και των άλλων κοινοτήτων».Μετά από αυτή την εξέλιξη, το υπουργικό συμβούλιο της κυβέρνησης Ζάεφ επρόκειτο να εγκρίνει και να στείλει στη Βουλή την εισηγητική έκθεση για τα τελικά κείμενα των τροπολογιών που θα πρέπει να ψηφιστούν στις 15 Ιανουαρίου με πλειοψηφία 2/3 (δηλαδή 80 βουλευτών).
Η σχετική διαδικασία στις αρμόδιες κοινοβουλευτικές επιτροπές θα ξεκινήσει την άλλη εβδομάδα και όλοι οι βουλευτές έχουν δικαίωμα να καταθέσουν αλλαγές επί των τροπολογιών.