Με εκ των υστέρων ανάληψη θεσμικών πρωτοβουλιών, θα επιχειρήσει το επόμενο διάστημα η κυβέρνηση, να κλείσει την υπόθεση του σκανδάλου των υποκλοπών, η οποία, όπως φάνηκε και από το πρόσφατο αιχμηρό δημοσίευμα του συντηρητικού Economist, κινδυνεύει να αφήσει μία ευδιάκριτη σκιά στην «ακτινογραφία» της φιλελεύθερης παράταξης της ΝΔ.
Τη σχετική διαβεβαίωση, περί προώθησης νομοθετικών πρωτοβουλιών, φέρεται να έδωσε χθες ο υπουργός Επικρατείας κ. Γ. Γεραπετρίτης κατά τη συνάντησή του με τους Ευρωβουλευτές που συμμετέχουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή PEGA, που διερευνά το συγκεκριμένο σκάνδαλο.
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, ο κ. Γεραπετρίτης – ο μόνος ο οποίος εκπροσώπησε την κυβέρνηση στις συναντήσεις με την Επιτροπή PEGA – ενημέρωσε τους Ευρωπαίους ευρωβουλευτές τόσο για την δρομολόγηση πρωτοβουλίας θα προβλέπει την καθολική απαγόρευση της εμπορίας και χρήσης κακόβουλων λογισμικών παρακολούθησης εντός της Ελληνικής επικράτειας, όπως ανακοίνωσε χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, αλλά και μεγαλύτερες δικλείδες διαφάνειας για τις νόμιμες επισυνδέσεις από την Ε.Υ.Π.. Το τελευταίο θα έρθει να συμπληρώσει την επαναφορά της πρόνοιας, η οποία προβλέπει ότι θα απαιτείται η υπογραφή και 2ου εισαγγελικού λειτουργού για τις άρσεις των απορρήτων για λόγους εθνικής ασφάλειας.
Σύμφωνα πάντα με τις ίδιες πηγές, στην κατάρτιση του σχετικού νομοσχεδίου θα αξιοποιηθούν και οι προτάσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης που διατυπώθηκαν από την Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής, ενώ θα τεθεί και σε δημόσια διαβούλευση, με στόχο να διασφαλιστεί ακόμα περισσότερο η λογοδοσία και ταυτοχρόνως να υπηρετείται η ανάγκη προάσπισης της εθνικής ασφάλειας.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις παραπάνω πηγές, ο Γιώργος Γεραπετρίτης ανέφερε ότι οι προτάσεις της κυβέρνησης για την αναβάθμιση του θεσμικού πλαισίου προβλέπουν μεταξύ άλλων:
«Παρεμβάσεις στο πλαίσιο προστασίας προσωπικών δεδομένων, οργανωτική ενίσχυση της ΑΔΑΕ για την επιτέλεση του συνταγματικού της ρόλου, δημιουργία φορέα Κυβερνοασφάλειας ως συντονιστικού μηχανισμού, επαναξιολόγηση του θεσμικού πλαισίου γνωστοποίησης στο υποκείμενο, περί της επιβολής σε βάρος του, του περιοριστικού μέτρου της άρσης απορρήτου, επένδυση για προστασία κρίσιμων υποδομών της χώρας από απειλές ασφαλείας και επένδυση πόρων Ταμείου Ανάκαμψης προς αυτή την κατεύθυνση».
Η πραγματικότητα, πάντως είναι, ότι η κυβέρνηση αναγκάζεται να κάνει βήματα πίσω καθώς πριν από λίγο καιρό είχε απορρίψει την τροπολογία που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ - ΠΣ για να ακυρώσει την νομοθετική συγκάλυψη των παρακολουθήσεων, ώστε να μπορεί η ΑΔΑΕ να ενημερώνει τους πολίτες ότι παρακολουθούνταν, όπως ίσχυε μέχρι την τροπολογία Μητσοτάκη.
Όπως πληροφορείται το iEidiseis.gr, ο κ. Γεραπετρίτης, πιέστηκε έντονα από τους ευρωβουλευτές να απαντήσει σε μία σειρά από κρίσιμα ερωτήματα τα οποία παρέμειναν αναπάντητα και κατά τις εργασίες της Εξεταστικής Επιτροπής, όπως πχ ο λόγος για τον οποίον παρακολουθείτο ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ κ. Νίκος Ανδρουλάκης, καθώς και γιατί διαγράφτηκαν τα δεδομένα της παρακολούθησης αλλά και αν η κυβέρνηση έχει μάθει από που προέρχεται το παράνομο λογισμικό υποκλοπής spyware που χρησιμοποιείται στη χώρα μας. Ο υπουργός Επικρατείας, ωστόσο, δεν τοποθετήθηκε, επικαλούμενος το απόρρητο και επαναλαμβάνοντας διαρκώς ότι όσα μπορούσαν να ειπωθούν στον δημόσιο διάλογο ειπώθηκαν.
Η αγωνία για το τί θα ειπωθεί στη σημερινή συνέντευξη από τα μέλη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που ολοκλήρωσαν χθες τις συναντήσεις τους με βουλευτές της αντιπολίτευσης και δημοσιογράφους, το κυβερνητικό επιτελείο, είναι προφανής. Εκείνο, ωστόσο, που προβληματίζει περισσότερο στελέχη και βουλευτές, είναι πόσο θα επηρεάσει το κλίμα των εκλογών, όχι τόσο σε επίπεδο ψήφων, αλλά κυρίως σε αυτό της περιρρέουσας ατμόσφαιρας που δημιουργούν πχ τα επιθετικά για την κυβέρνηση δημοσιεύματα του διεθνούς τύπου, με φόντο την επαναλαμβανόμενη κατηγορία της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι «υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να οδηγηθούμε σε εκλογές με το predator ενεργό αποτελεί μια βόμβα στα θεμέλια της δημοκρατίας», όπως επανέλαβε και χθες εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Δημ. Τζανακόπουλος.
Μία καταγγελία, την οποία επανέφερε με μεγαλύτερη ένταση όχι μόνο λόγω της παρουσίας της Επιτροπής PEGA στη χώρα μας, αλλά και διότι από το Μέγαρο Μαξίμου δεν έχει δοθεί μέχρι στιγμής το πράσινο φως για να συζητηθεί στην Ώρα του πρωθυπουργού η ερώτηση που κατέθεσε προ ημερών ο κ. Αλ. Τσίπρας.