Είπαμε, ο Τσίπρας έχει διαπράξει αλληλουχία πολιτικών λαθών, που στο τέλος έβλαψαν τη Δημοκρατική παράταξη που τον εμπιστεύθηκε τέσσερις φορές δια της ψήφου της: δυο ως αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και δυο ως Πρωθυπουργό. Εμπιστοσύνη εξέφραζε και το 61% του Δημοψηφίσματος.
Αλλά όχι «βρήκαμε παπά να θάψουμε 5-6» – και να του φορτώσουμε και τη Μικρασιατική καταστροφή.
Η αντίδραση του ΠΑΣΟΚ στη συζήτηση για τα πρακτικά της σύσκεψης των πολιτικών αρχηγών το 2015, δείχνει ακατανόητη, τον βαθμό που στρέφεται εναντίον του. Μόνο ως συμπλήρωμα σε όσα είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος μπορεί να εκληφθεί.
Οι πολιτικοί παρατηρητές σημειώνουν συχνά ότι είναι τουλάχιστον ατυχής η αντίληψη «διμέτωπου», που έχει η σημερινή ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και σπεύδει να προσθέσει και ολίγον ΣΥΡΙΖΑ στην κριτική της για την κυβέρνηση.
Οσάκις χρεώνει κάτι στον Μητσοτάκη βάζει και τον Τσίπρα δίπλα. Ακόμη και στις υποκλοπές.
Αυτή τη φορά, η επίθεση στον πρώην πρωθυπουργό, είναι απρόκλητη, άδικη, ανιστόρητη και υποκινείται από ανομολόγητες σκοπιμότητες, που υπερβαίνουν την εύλογη άμυνα, εν όψει της ίδρυσης νέου κόμματος από τον Τσίπρα. Για συγκεκριμένους λόγους.
-Πρώτον. Το 2015 ο Τσίπρας ηταν εκλεγμένος Πρωθυπουργός και είχε τη νομιμοποίηση που του έδωσε η εκλογικη βάση του ΠΑΣΟΚ που το εγκατέλειψε -για λόγους που όλοι γνωρίζουν- και ένα τμήμα της ακόμη δεν το εμπιστεύεται.
Ειδικά σε εκείνες της εκλογές, καταβαραθρώθηκε στο 4,6% με συμβολή και του διασπαστικού κόμματος του Γ. Παπανδρεου. Τον οποίο ο Ανδρουλάκης διόρισε βουλευτή, παρά την αποδοκιμασία του από το εκλογικό σώμα. Αφήνοντας εκτός τον Βαγγέλη Βενιζέλο, που υπήρξε θύμα του Παπανδρέου.
-Δεύτερον. Παρά τα λάθη του Τσίπρα στη συγκρότηση της πρώτης κυβέρνησης του, ακόμη και ο Σόιμπλε του αναγνωρίζει ότι επιχείρησε να υλοποιήσει τη λαϊκή εντολή που πήρε -και αυτό τον τιμά- για άμεση έξοδο από το Μνημόνιο. Καλώς ή κακώς γι’ αυτό τον ψηφισαν…
Ως αιθεροβάμων -και περιστοιχιζόμενος από άσχετους και ιδεοληπτικούς του ΣΥΡΙΖΑ- έκανε κακή εκτίμηση του συσχετισμού δυνάμεων. Αλλά ήταν συνεπής, με όσα έλεγε προεκλογικά. Αν ήταν και ο Παπανδρέου το 2009, τα πράγματα θα ήταν καλύτερα για τη χώρα…
Επιπλέον, η εντολή δεν μπορούσε να υλοποιηθεί αν επιδίωκε σύμπραξη με το ΠΑΣΟΚ ή με το Ποτάμι, όπως εκ του πονηρού λένε κάποιοι. Γιατί απλούστατα, ήταν και τα δυο μνημονιακά κόμματα.
Έμενε ο «αντιμνημονιακός» Καμμένος -με το αποκρουστικό πολιτικό προφίλ και το στιγματισμένο παρελθόν- καθώς ο Τσίπρας δεν μπορούσε να προκηρύξει νέες εκλογές, που θα κέρδιζε. Δεν θα προλάβαινε καν να στήσει τις κάλπες…
Το λάθος του με τον Καμμένο, ήταν ότι δεν τον κράτησε σε απόσταση σε προσωπικό επίπεδο και δεν τον απομάκρυνε από τη κυβέρνησή του τον Αύγουστο του 2018. Όταν ο στόχος της εξόδου από το Μνημόνιο επιτεύχθηκε και είχε επιπλέον λόγο: ο Καμμένος διαφωνούσε δημόσια με τον Πρωθυπουργό στο Μακεδονικό, αλλά παράμεινε υπουργός.
Τρίτον. Το ΠΑΣΟΚ είναι το τελευταίο κόμμα που μπορεί να μιλάει για το Μνημόνιο και τις συνέπειες που είχε στην ελληνική κοινωνία. Και οσάκις μιλάει, δεν μπορεί να αναφέρεται σε κανέναν άλλον πέραν της ΝΔ.
Ο πρωθυπουργός του ΠΑΣΟΚ το υπέγραψε. Ενώ, όπως λέει και ο επικεφαλής του σημερινού κομματικού think tank, Νίκος Χριστοδουλάκης, είχε και άλλη επιλογή.
Μπορεί να χρεώνει την κατάσταση που παρέλαβε στον Καραμανλή, αλλα όχι στον Τσίπρα.
Ο δεύτερος παρέλαβε τη χωρα σε -δεύτερο- Μνημόνιο, με άδεια ταμεία από την κυβέρνηση στην οποία μετείχε και ο ΠΑΣΟΚ, ως συμπλήρωμα του Σαμαρά. Που δεν είναι λιγότερο ακραίος από το Καμμένο. Ή τον Καρατζαφέρη, τον οποίο καλοδέχθηκε το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση Παπαδήμου.
Επιπλέον, το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να μιλάει με τόση άνεση, γιατί υπήρξε ένα από τα δυο κόμματα που έφεραν την χώρα σε κατάσταση χρεοκοπίας. Με τη διαχρονική σπατάλη πόρων, τον αλόγιστο δανεισμό, τη διοχέτευση κονδυλίων στη διαπλοκή, τη διαφθορά και την τροφοδότηση του πελατειακού κράτους.
Ο Ανδρουλάκης μπορεί να εξαιρεί τον εαυτό του, αφού δεν μετείχε σε εκείνες τις κυβερνήσεις, αλλά όχι και το κόμμα του. Ούτε α λα καρτ αναφορές μπορεί να κάνει στα πεπραγμένα του.
Τέταρτο: Δεν μπορεί να καταγγέλλει ότι «επιχειρεί να ξαναγράψει την ιστορία» ο Τσίπρας, που «εξελέγη πρωθυπουργός δεσμευόμενος για την κατάργηση των μνημονίων με ένα νόμο και ένα άρθρο και διοργάνωσε το δημοψήφισμα των 5 εργάσιμων ημερών παίζοντας τη χώρα στα ζάρια».
Το Δημοψήφισμα ήταν νόμιμο δικαίωμά του και κρίθηκε στις επόμενες εκλογές, ενώ η θεωρία για τα «ζάρια» μόνο ελληνική αφετηρία δεν είχε.
Επιπλέον δεν μπορεί να παραλείψει ότι σε μια κρίσιμη εθνική διαπραγμάτευση, το ΠΑΣΟΚ τάχθηκε δίπλα στη ΝΔ και όχι απέναντι. Μόνο που ο Τσίπρας δεν εκπροσωπούσε τον εαυτό του, αλλά τη χώρα. Και η κυβέρνησή του με όποια λάθη και να έκανε, σήκωνε τις αμαρτίες άλλων…
Σήμερα είναι ακατανόητο για τον πρώην Πρωθυπουργό ότι αντί να αντιπολιτεύεται αδιάκοπα τον Μητσοτάκη τον διευκολύνει εκ αντικειμένου, ανοίγοντας μια συζήτηση για τα παλιά.
Αλλά, ανεξάρτητα από τον Τσίπρα, η Ιστορία πρέπει να ξαναγραφεί. Γιατί, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της σύσκεψης που δημοσιεύθηκαν, αυτό που επικράτησε ήταν η προπαγάνδα της ΝΔ και η παραπληροφόρηση.
Όσο για τη στάση της Φώφης Γεννηματά, μάλλον πρέπει να τη μελετήσουν καλυτέρα στο σημερινό ΠΑΣΟΚ. Που μάλλον θα ήταν σε καλύτερη κατάσταση αν βρισκόταν ακόμη στην ηγεσία του.
Πέμπτο. Προτού η Χαρ. Τρικούπη μιλήσει για «τρίτο, αχρείαστο και επαχθέστερο μνημόνιο» πρέπει να εξηγήσει την ευθύνη του για το πρώτο και για το δεύτερο. Όχι μόνο γιατί παρέδωσαν τη χώρα σε διεθνή οικονομικό έλεγχο. Αλλά και για την… αποτυχία τους να εξυπηρετήσουν τον σκοπό τους.
Ούτε δεύτερο Μνημόνιο θα υπήρχε αν «πήγαινε καλά» το πρώτο, ούτε τρίτο θα χρειαζόταν, αν τα συγκυβερνώντα κόμματα υλοποιούσαν το δεύτερο.
Μπορεί να λένε στο ΠΑΣΟΚ ότι θέλουν για τη ΝΔ και τη δημοσιονομική εκτροπή που τους παρέδωσε. Αλλά δεν μπορούν να βάζουν και τον Τσίπρα στο τσουβάλι της χρεοκοπημένης Ελλάδας και όσων οδήγησαν στην εκχώρηση κυριαρχίας σε τρίτους – που παρέλαβε ο Τσίπρας.
Το ΠΑΣΟΚ θα είχε κάθε λόγο να συνταχθεί με την δημοσιοποίηση των Πρακτικών και κανέναν λόγο να χρεώνει στον Τσίπρα τα μνημονιακά βάρη της χώρας: τα βρήκε και τον δέσμευαν εν τα προκάλεσε.
Αν ήταν κακό το τρίτο Μνημόνιο -που αποδείχθηκε και τελευταίο- γιατί δεν ήταν και τα δυο πρώτα;
Όπως δεν έχει και κανένα λόγο το ΠΑΣΟΚ να συντάσσεται με την λογική Μητσοτάκη, κοπιάροντας ακόμη και τη ρητορική του, όταν μιλάει σήμερα για τη συμπεριφορά των πολίτικων δυνάμεων της χώρας εκείνη την περίοδο.
Αρκεί να συγκρίνει τις κυβερνητικές πρακτικές Τσίπρα και Μητσοτάκη…
Αφού αρέσει στους Πασόκους να αναφέρονται στον Ανδρέα Παπανδρέου -του οποίου δεν τηρούν καμία από τις παρακαταθήκες- ας αναζητήσουν ποια κόμματα συμπεριελάμβανε, στη Δημοκρατική Παράταξη.
Αν μη τι άλλο, θα καταλάβουν γιατί δεν θα έδινε άφεση αμαρτιών σε πρόσωπα που αγκαλιάζονται με τον Άδωνη…
Ο Τσίπρας εξέφραζε τη Δημοκρατική Παράταξη το 2012, το 2015 και το 2019. Έτσι αποφάνθηκαν οι πολίτες που αυτοτοποθετούνται στην ίδια. Αλλά στο τέλος, τα λάθη του την πήγαν πίσω όσο και το ΚΚΕ το 1945 -προς όφελος του Μητσοτάκη. Ωστόσο, δεν έβλαψε τη χώρα – όπως η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου- ούτε την κοινωνία, όπως η κυβέρνηση Σημίτη.
Από ιδεολογική και πολιτική άποψη, η κριτική στις επιλογές του Τσίπρα, είναι «εσωτερική» υπόθεση της Παράταξης, τα κόμματα της οποίας δεν μπορούν να εξισώνονται με τη Δεξιά – γιατί αυτό της προσφέρει υπηρεσίες.
Εκτός αν οι πολιτικές έννοιες έχουν χάσει τη σημασία τους στη Χαριλάου Τρικούπη και σκοπεύουν να ξαναγράψουν τη νεότερη πολιτική ιστορία σε συνεργασία με τον Νεομητσοτακισμό.