Η παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από το βουλευτικό αξίωμα – μετά από δυόμιση χρόνια πλημμελούς άσκησης – οδηγεί αρκετούς στην εκτίμηση ότι η δήλωσή του από τη Γαλλία για επικείμενη «ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού», δεν ήταν τυχαία. Την αναμένει.
Ωστόσο για τον ίδιο θα έχει αξία αν καταφέρει να καταστεί μέρος της. Προφανώς έχει κάποιο σχεδιασμό γι’ αυτό. Αλλά καμιά φορά οι Θεοί γελάνε, όταν οι πολιτικοί κάνουν σχεδιασμούς. Ο ρόλος του καθενός κρίνεται στην πράξη και από τη διαχρονική παρουσία του – που συμπεριλαμβάνει κυρίως το παρελθόν και το μέλλον του.
Α λα καρτ επίκληση σε περίοδο προσωπικής διαδρομής για εμπλοκή στην πολιτική δεν νοείται. Οι ψηφοφόροι αξιολογούν «πακέτο» τη ζωή των πολιτικών προσώπων. Συνεπώς το πολιτικό μέλλον του πρώην Πρωθυπουργού θα κριθεί από συγκεκριμένους παράγοντες
Πρώτος: Τα συμφραζόμενα της ελληνικής και διεθνούς πολιτικής συγκυρίας. Στον διεθνή χώρο οι συνθήκες που διαμορφώνονται καταλύουν τα μεταπολεμικά κεκτημένα και τα πάντα πρέπει να δικαιολογήσουν εξ αρχής την αναγκαιότητα της παρουσίας τους.
Στο εσωτερικό είναι προφανές ότι διαγράφεται η μετά Μητσοτάκη εποχή. Το ζητούμενο είναι αν θα είναι και μετά ΝΔ εποχή. Ή αν η κυβερνώσα παράταξη θα εξασφαλίσει την παραμονή της στη διακυβέρνηση με άλλον Πρωθυπουργό και νέα ηγετική ομάδα. Αυτό δεν περνάει από το χέρι του Τσίπρα, αλλά ασφαλώς η αλλαγή στη ΝΔ θα τον δυσκολέψει σε μεγάλο βαθμό.
Δεύτερος: Η προσωπική τομή. Στη μεταπολεμική Ελλάδα μόνο δύο πρώην Πρωθυπουργοί εξασφάλισαν την επιστροφή τους στην Πρωθυπουργία: Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ανδρέας Παπανδρέου, αφού όμως μεσολάβησαν κρίσιμα γεγονότα.
Για τον Καραμανλή η πτώση τη Χούντας και η ανάγκη για διαμόρφωση σταθερών ορών Μεταπολίτευσης. Και για τον Ανδρέα Παπανδρέου – στη δυναμική του οποίου υπήρχε πάντα η προδικτατορική και η αντιστασιακή δράση του – η δικαίωση του για το σκάνδαλο Κοσκωτά. Μαζί με την πρόωρη συνειδητοποίηση της καταστροφικής παρουσίας του Κώστα Μητσοτάκη στη διακυβέρνηση, όπως προέκυψε από την αξιοποίηση αυτού του σκανδάλου, για να στείλει τον αντίπαλό του στη φυλακή.
Γεγονός αντίστοιχου βεληνεκούς δεν υπάρχει στη διαδρομή του Τσίπρα. Αντίθετα του καταλογίζεται ότι υπήρξε ένα ακόμη μνημονιακός Πρωθυπουργός, όπως ο Παπανδρέου και ο Σαμαράς. Αλλά και ο Κ. Καραμανλής, οι κυβερνήσεις του οποίου δημιούργησαν τις προϋποθέσεις δια την οποίων ο νεότερος Παπανδρέου επικαλέστηκε για να οδηγήσει τη χώρα σε διεθνή οικονομικό έλεγχο.
Έχοντας προφανώς συνείδηση αυτή της έλλειψης ο μέχρι σήμερα «ΣΥΡΙΖΑίος» Τσίπρας, θα προσπαθήσει να κατασκευάσει έναν άλλον, μεταγενέστερο. Με την έννοια της «δικαίωσης», ισχυριζόμενος ότι υπήρξε μνημονιακός, αλλά επίσης αντιμνημονιακός και μεταμνημονιακός. Ακούγεται κάπως σαν σόφισμα, αλλά δεν έχει και τίποτε καλύτερο να κάνει. Στην ουσία το αναμενόμενο βιβλίο του θα είναι το εργαλείο με το οποίο θα προσπαθήσει να διαχωρίσει τον εαυτό του από τους άλλους πρώην.
► Πολάκης για παραίτηση Τσίπρα: «Καλές θάλασσες λοιπόν με την 5η διάσπαση»
Τρίτος: Η εμφάνιση διακριτής ιδεολογίας και πολιτικής. Για το πρώτο έδωσε ήδη δείγματα μιλώντας για «νέο πατριωτισμό για δικαιοσύνη», ή για τον «δημοκρατικό καπιταλισμό». Επί της πολιτικής, ένα περίγραμμα από τη Θεσσαλονίκη με προτάσεις, όπως είναι η φορολόγηση ου πλούτου.
Σε κάθε περίπτωση όμως η αφομοίωση αυτών των παραμέτρων, θέλουν χρόνο, πολλή δουλειά και στοχευμένες κοινωνικές ομάδες – τις οποίες προανήγγειλε μιλώντας ξανά για την Αριστερά.
Τέταρτος: Η ηγετική ομάδα που θα τον περιβάλει και το είδος του κόμματος που θα διαμορφώσει. Για το πρώτο δεν έχει δώσει κανένα δείγμα και μένει να κριθεί ποιους από τους παλιούς φίλους του στον ΣΥΡΙΖΑ θα προσεταιριστεί, ποιους θα αποκλείσει, καθώς αυτό θα έχει τη σημασία του και ποιους νέους θα εμφανίσει επί σκηνής. Αυτά είναι παρακινδυνευμένα και σε αυτό το πεδίο υπάρχει έλλειψη.
Πέμπτος: Η προσωπική δημοσιά δράση του εφεξής – η οποία κατά την αναγγελία της αποχώρησής του από τη Βουλή, θα είναι πυκνή. Δεν έχει δυσκολία σε ό,τι άφορα τη σκηνική παρουσία του, με τον επαρκή και συγκροτημένο πολιτικό λόγο του.
Θα πρέπει όμως να έχει πειστικές απαντήσεις για την ως τώρα διαδρομή του, καθώς τον περιμένει μια παγίδα: Από τη μια να επιχειρήσει τη δικαίωση της κι από την άλλη να πρέπει να την αφήσει πίσω σου. Η ισορροπία ανάμεσά στον παλιό και τον νέο Τσίπρα δεν θα είναι καθόλου εύκολο.
Έκτος: Οι οικονομικές δυνατότητες του νέου φορέα. Στον Αντώνη Λιβάνη αποδίδεται η φράση «ένα κόμμα χεριάζει ηγεσία, πολίτικη και λεφτά». Ο Τσίπρας έχει το πρώτο, δεν ξέρουμε ποιο θα είναι το δεύτερο και ακούγεται ότι πάει καλά στο τρίτο. Αυτό όμως προεξοφλεί ότι θα είναι άλλος πολιτικός, επηρεασμένος από τις επιδιώκεις των χρηματοδοτών του και ενδεχομένως σε ρόλους αντίθετους με το παρελθόν του…
Έβδομος: Ίσως ο σοβαρότερος παράγοντας θα είναι πώς θα τον αντιμετωπίσουν οι πολίτικοι του αντίπαλοι και πώς θα αντιδράσει ο ίδιος στα χτυπήματα, ακόμη και κάτω από τη μέση.
Είναι προφανές ότι η ΝΔ, είτε με τον Μητσοτάκη είναι, είτε με άλλον επικεφαλής, δεν πρόκειται να του χαριστεί σε ό,τι άφορα τα στοιχεία της διαδρομής του που τον καθιστούν ευάλωτο απέναντι στις μεγάλες ομάδες πληθυσμού – και στις κρίσιμες αποφάσεις του. Σ’ αυτό το ΠΑΣΟΚ, θα είναι πρόθυμο συμπαραστάτης της.
Σε ό,τι άφορα τις επιθέσεις από τα κόμματα που συναποτελούσαν κάποτε τον ΣΎΡΙΖΑ, τα πράγματα δεν θα είναι εύκολα. Οι πιο βιτριολικοί θα ξιφουλκήσουν εναντίον του, έχοντας το επιπλέον κίνητρο ότι θα προσπαθήσει να τους εξαφανίσει.
► Ο Τσίπρας παραιτείται από βουλευτής και προαναγγέλλει νέο πολιτικό φορέα
Υπάρχει και κάτι ακόμη: Πού θα βάλει ο ίδιος τον πήχη. Αν ιδρύσει το κόμμα του πριν τις εκλογές με στόχο να τις κερδίσει θα είναι εύκολος αντίλαλος.
Το πιθανότερο όμως είναι ότι αν το κόμμα ιδρυθεί πριν τις εκλογές ο πραγματικός στόχος του θα είναι η δεύτερη θέση. Ώστε ως αξιωματική αντιπολίτευση στη νέα Κοινοβουλευτική Περίοδο να διεκδικήσει εκ νέου την πρωθυπουργία στην κάλπη του 2031.
Ακούγεται λογικό, αλλά δεν είναι καθόλου εύκολο. Γιατί ως τότε τα δεδομένα στη χωρά θα έχουν αλλάξει σε βαθμό που θα ξεπερνούν και τον ίδιο. Θα οδεύει πλέον προς τα εξήντα και θα έχουν εμφανιστεί νέοι διεκδικητές της πολιτικής πρωτοπορίας και της εξουσίας.
Σ’ αυτή τη περίπτωση θα αποδειχθεί ότι μάλλον άργησε – το σωστό τάιμινγκ ήταν αμέσως μετά τις Ευρωεκλογές και το έχασε.
Αλλά αυτό μια κουβέντα είναι…