Πολιτική

Υποκλοπές: Στο επίκεντρο της Ευρώπης η Ελλάδα – Σε βάθος έρευνα

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι διατεθειμένη να αφήσει το ζήτημα των υποκλοπών να περάσει στα… ψιλά

Διεθνής ντροπή. Αυτές οι δύο λέξεις αρκούν για να περιγράψουν την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα μας μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου των παρακολουθήσεων τόσο από την ΕΥΠ, όσο και από το κακόβουλο λογισμικό Predator, του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη και του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Νίκου Ανδρουλάκη.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, ωστόσο, δεν είναι διατεθειμένη να αφήσει το ζήτημα να περάσει στα… ψιλά. Και αυτό αποδείχτηκε ήδη από τις πρώτες μέρες της αποκάλυψης της παρακολούθησης του Θανάση Κουκάκη, όταν και διέταξε έρευνα στα τηλέφωνα των ευρωβουλευτών, η οποία και έφερε στην επιφάνεια και την παρακολούθηση του κ. Ανδρουλάκη.

Το ότι η Ευρώπη δεν θα κρύψει το θέμα κάτω από το χάλι, όμως, αποδείχθηκε και σήμερα, μέσω της συζήτησης που διοργανώθηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τις παρακολουθήσεις στην Ελλάδα, από την αρμόδια επιτροπή. Η συνεδρίαση της επιτροπής ξεκίνησε με τις παρεμβάσεις τριών Ελλήνων δημοσιογράφων: του Θανάση Κουκάκη, που έχει καταγγείλει την παρακολούθησή του με το κατασκοπευτικό λογισμικό Predator, του Σταύρου Μαλιχούδη, εργαζομένου στο Solomon και μέλους των Reporters United, ο οποίος επίσης έχει καταγγείλει την παρακολούθησή του και της Ελίζας Τριανταφύλλου, εργαζόμενης στο Inside Story.

Κουκάκης: Αν δεν υπήρχε αυτή η Επιτροπή να κινήσει διαδικασίες θα ήμουν απλά μια τυχαία υπόθεση

κουκάλης, υποκλοπές, επιτροπή pega, ευρωκοινοβουλιο

Τον λόγο πήρε αρχικά ο Θανάσης Κουκάκης, ο οποίο ξεκίνησε την ομιλία του με μια μικρή ανασκόπηση της υπόθεσής του.

«Η διπλή μου παρακολούθηση ξεκίνησε το 2020, μια περίοδο που ήδη έχουμε δημοσιεύσει στους Financial Times μαζί με την ανταποκρίτρια του μέσου, τρία πολύ σημαντικά δημοσιεύματα που καταδεικνύουν το πώς η ελληνική κυβέρνηση, νομοθετώντας με έναν ιδιαίτερο τρόπο, ουσιαστικά ευνοεί το διακεκριμένο οικονομικό έγκλημα», λέει αρχικά ο κ. Κουκάκης, ο οποίος εξηγώντας το τι αφορούσαν αυτά τα δημοσιεύματα, αναφέρει: «Αρχικά είχαμε αναφερθεί στο πώς η ελληνική κυβέρνηση τον Νοέμβριο του 2019 τροποποιώντας τον ποινικό κώδικα, απαγόρευσε στους Έλληνες εισαγγελείς όταν διαπιστώνουν ότι σε μία τράπεζα έχει υπάρξει απάτη εκ μέρους των τραπεζικών στελεχών, να προχωρούν απευθείας σε ποινικές διώξεις». Και εξηγεί το τι σημαίνει η αλλαγή αυτή: «Προκειμένου να διωχθεί ένας τραπεζίτης, πρέπει πρώτα το διοικητικό συμβούλιο της δικιάς του της τράπεζας, να υποβάλει μήνυση σε βάρος του τραπεζίτη».

«Παράλληλα, είχαμε δημοσιεύσει μια ιστορία για μια άλλη νομοθετική αλλαγή της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία επίσης αποτελεί πανευρωπαϊκή πατέντα και τη θέτω υπόψη σας. Στην Ελλάδα, όλο το εγκληματικό προϊόν το οποίο είχε δεσμευθεί από την αρμόδια αρχή για το ξέπλυμα χρήματος και από τους Εισαγγελείς, με μια νομοθετική παρέμβαση του 2019, αυτομάτως αποδεσμεύτηκε και επιστράφηκε σε αυτούς, οι οποίοι είχαν τελέσει τις παράνομες πράξεις», συνεχίζει ο κ. Κουκάκης σχετικά με τα δημοσιεύματα που υπέγραφε το διάστημα που ξεκίνησε η παρακολούθησή του και εξηγεί: «Στην Ελλάδα αν έχουν περάσει 18 μήνες και δεν έχει προχωρήσει η δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης, αυτομάτως το εγκληματικό προϊόν από το ξέπλυμα χρήματος αποδεσμεύεται και επιστρέφει στους εγκληματίες».

«Μια ακόμα νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης που είχαμε καλύψει τότε για τους Financial Times, αφορούσε τον τρόπο με τον οποίο παρενέβη η κυβέρνηση στον φορολογικό κώδικα της Ελλάδος, έτσι ώστε όταν οι Εισαγγελείς διαπιστώνουν ότι κάποιος έχει προχωρήσει σε κακουργηματική φοροδιαφυγή, δηλαδή έχει κλέψει φόρο πάνω από 150.000 ευρώ, να μην μπορούν να τον διώξουν, να μην μπορούν να ασκήσουν δίωξη σε βάρος αυτού του φοροφυγά, εκτός εάν η ελληνική φορολογική διοίκηση έχει τελεσίδικα αναγνωρίσει και βεβαιώσει τη φορολογική παράβαση», ανέφερε επιπλέον για τα δημοσιεύματα εκείνης της περιόδου και υπογράμμισε: «Αναφέρομαι σε αυτά τα δημοσιεύματα, γιατί προκάλεσαν την αντίδραση της κυβέρνησης το 2020, έστειλε επιστολές διαμαρτυρίες στη διεύθυνση της εφημερίδας, η οποία βεβαίως στήριξε τους δημοσιογράφους της, γιατί είχαμε ένα τεκμηριωμένα ρεπορτάζ».

Σχετικά με την παρακολούθησή του, ο κ. Κουκάκης ανέφερε ότι «το καλοκαίρι του 2020, η ελληνική κυβέρνηση, αποφάσισε επικαλούμενη λόγους εθνικής ασφάλειας, να με θέσει υπό παρακολούθηση, με τη συμβατική τεχνολογία, όχι με το Predator, κάτι που ξεκίνησε την 1η Ιουνίου του 2020», ενώ όπως είπε, ο ίδιος υποψιάστηκε ότι κάτι δεν πάει καλά, επειδή το τηλέφωνό του συμπεριφερόταν περίεργα, τελείωσε γρήγορα η μπαταρία, ενώ έπαιρνε τηλέφωνο και μέχρι να απαντήσει αυτός που καλούσε, στο τηλέφωνο δεν ακουγόταν τίποτα, δεν ακουγόταν ο ήχος της κλήσης παρά μόνο σιωπή. «Μου προκάλεσε εντύπωση, πήγα για στην εταιρία για service και για να δουν αν υπάρχει τυχόν τεχνικό πρόβλημα, κάτι που δεν εντόπισαν και έτσι αναζήτησα αν παρακολουθούμαι», ανέφερε.

«Ενημερώθηκα το καλοκαίρι του 2020 ότι παρακολουθούμαι, από μία πηγή μου και τον Αύγουστο του 2020 απέκτησα και στοιχεία που επιβεβαίωναν την παρακολούθηση», συνέχισε λέγοντας ο κ. Κουκάκης, ο οποίος είπε ότι το κατήγγειλε στην Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), μια ανεξάρτητη Αρχή στην Ελλάδα, συνταγματικά κατοχυρωμένη. «Μόλις έκανα την καταγγελία (12/8/2020), πληροφορηθήκαμε από το Reporters United, ότι την ίδια μέρα που το κατήγγειλα η ΕΥΠ διέκοψε την παρακολούθησή μου», υπογράμμισε.

Μάλιστα, ο κ. Κουκάκης τόνισε ότι «τον Μάρτιο του 2021, η ελληνική κυβέρνηση τροποποίησε τον νόμο της ΑΔΑΕ, ο οποίος ίσχυε για 27 συναπτά έτη, προκειμένου να απαγορεύσει στην αρχή να ενημερώνει κάποιον που έχει παρακολουθηθεί για λόγους εθνικής ασφάλειας, για το γεγονός ότι είχε παρακολουθηθεί κάποια στιγμή», κάτι που όπως είπε τον ανάγκασε να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατά της νομοθετικής αλλαγής αυτής και ελπίζει ότι σύντομα θα δικαιωθεί.

Ο ίδιος, στις 12 Ιουλίου έλαβε SMS στο κινητό του με έναν σύνδεσμο που αφορούσε ένα οικονομικό θέμα, τον οποίο και πάτησε. «Εκείνη τη στιγμή το κινητό μου επιμολύνθηκε με το Predator», ανέφερε, από το οποίο παρακολουθείτο μέχρι τις 24 Σεπτεμβρίου του 2021, κάτι που επιβεβαιώνεται και από το Citizen Lab του Πανεπιστημίου του Τορόντο.

Ο κ. Κουκάκης, κλείνοντας την ομιλία του, υπογράμμισε ότι «η ελληνική κυβέρνηση αρνείται ότι διαθέτει το Predator» και τόνισε ότι «αν δεν υπήρχε η αρμόδια ευρωπαϊκή Επιτροπή για να κινήσει διαδικασίες και να ελεγχθούν τα κινητά ευρωβουλευτών και να εντοπιστεί το Predator στο κινητό του Νίκου Ανδρουλάκη, εγώ θα ήμουν απλά μια τυχαία υπόθεση». 

Μαλιχούδης: Προβληματικό να αφαιρείται το δικαίωμα να ενημερωθείς ότι κάποτε είχες βρεθεί υπό παρακολούθηση

Τον λόγο μετά τον Θανάση Κουκάκη έλαβε ο Σταύρος Μαλιχούδης, ο οποίος εργάζεται στο Solomon και είναι μέλος του Reporters United και ο οποίος καλύπτει κυρίως το προσφυγικό και για ξένα μέσα.

«Η δική μου παρακολούθηση αποκαλύφθηκε τον Νοέμβριο του2021 από την ΕφΣυν», ανέφερε ο κ. Μαλιχούδης, ο οποίος παρέθεσε και τα αντίστοιχα δημοσιεύματα τα οποία δείχνουν εσωτερικά μηνύματα της ΕΥΠ με τα οποία ζητούσαν πληροφορίες για άτομα που ήταν υπό παρακολούθηση.

«Το ζήτημα που προκύπτει με το θέμα που αφορά εμένα, είναι ότι ο ρόλος της ΕΥΠ αφορά είτε το οργανωμένο έγκλημα, είτε κινδύνους για την εθνική ασφάλεια και το ενδιαφέρον για εμένα ήταν κυρίως δημοσιογραφικό, όπως τι ρεπορτάζ κάνω, πού θα το δημοσιεύσω, τι πηγές έχω κλπ», υπογράμμισε.

Σύμφωνα με τα όσα είπε στην Επιτροπή ο κ. Μαλιχούδης: «Το ένα προβληματικό σημείο είναι ότι η κυβέρνηση μέσα από εμένα ζητά στοιχεία και άρα θέτει υπό παρακολούθηση και έναν εργαζόμενο του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης, ο οποίος πέρα από επίσημο όργανο του ΟΗΕ για το προσφυγικό, είναι και ο επίσημος εταίρος της κυβέρνησης για το προσφυγικό. Δεν πρόκειται ούτε στη δική μου, ούτε στη δική του περίπτωση για κάποια συνωμοσία για ανατροπή του πολιτεύματος ή για κάποιο κίνδυνο προς την εθνική ασφάλεια, αλλά το ενδιαφέρον είναι καθαρά δημοσιογραφικό για το τι προτίθεμαι εγώ να γράψω μελλοντικά».

«Όταν αποκαλύφθηκε η δική μου παρακολούθηση, εγώ ήμουν τυχερός γιατί εργαζόμουν για το AFP, και ο εργοδότης μου έστειλε δύο επιστολές στην ελληνική κυβέρνηση. Επειδή επρόκειτο για ένα μεγάλο πρακτορείο, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να απαντήσει με δύο επιστολές. Το νόημα αυτών των επιστολών είναι ότι η κυβέρνηση διαψεύδει κατηγορηματικά όχι μόνο τη δική μου παρακολούθηση, αλλά την παρακολούθηση γενικά δημοσιογράφων και αναφέρει ότι αν κάτι τέτοιο συνέβαινε, η κυβέρνηση θα το έβρισκε απαράδεκτο», τόνισε και πρόσθεσε ότι «το ζήτημα που προκύπτει σε αυτή την επιστολή, την οποία υπογράφει ο υπουργός Επικρατείας, κύριος Γιώργος Γεραπετρίτης, είναι ότι έχει ήδη προηγηθεί η παρακολούθηση του Θανάση Κουκάκη. Υπάρχει δηλαδή τουλάχιστον μία, δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε πόσες, παρακολούθηση δημοσιογράφου και διαψεύδεται η ίδια η επιστολή».

Όπως είπε ο ίδιος, κατέθεσε με τον δικηγόρο του μια μηνυτήρια αναφορά, καθώς και όλα τα απαραίτητα στοιχεία και αν δεν δικαιωθεί, θα προσφύγει και εκείνος στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, καθώς όπως τόνισε τέθηκε υπό παρακολούθηση σε μια χώρα που επί τριάντα χρόνια ζει και εργάζεται και που δεν λογίζει τον εαυτό του ως κίνδυνο εθνικής ασφάλειας.

υποκλοπές, επιτροπή pega, ευρωπαϊκό κοινοβουλιο

«Ένα ζήτημα που θα πρέπει να τεθεί στο πλαίσιο της δικής μου παρακολούθησης είναι ότι ενδεχομένως το ενδιαφέρον να μην αφορούσε εμένα ή αποκλειστικά εμένα» ανέφερε περεταίρω ο κ. Μαλιχούδης και εξήγησε: «Τον καιρό της παρακολούθησής μου συνεργαζόμουν και με δημοσιογράφους διεθνών μέσων. Επομένως, τον καιρό της παρακολούθησής μου, όποιος με παρακολουθούσε συγκέντρωνε πληροφορίες για δεκάδες συναδέλφους, οι οποίοι διερευνούσαν ζητήματα δημοσίου συμφέροντος στην Ελλάδα».

«Κατά την άποψή μου, είναι πολύ προβληματικό να έχεις τεθεί υπό παρακολούθηση από την κυβέρνηση της χώρας στην οποία ζεις, στην οποία πήγες σχολείο, στην οποία εργάζεσαι και στην οποία ζουν οι άνθρωποι που αγαπάς και με μία τροπολογία η οποία κατατέθηκε με έναν πολύ μυστήριο τρόπο, σε άσχετο νομοσχέδιο, να αφαιρείται ένα δικαίωμα που νομίζω όλοι αναγνωρίζουμε ότι θα έπρεπε να έχει ένας πολίτης σε μια ευρωπαϊκή χώρα, να ενημερωθείς δηλαδή ότι κάποτε και για κάποιο λόγο είχες βρεθεί υπό παρακολούθηση», κατέληξε ο κ. Μαλιχούδης.

Τριανταφύλλου: Έχουν περάσει 9 μήνες και η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει ασχοληθεί να ελέγξει μια εταιρία με έδρα στην Ελλάδα

Στη συνέχεια της συζήτησης, τοποθετήθηκε η δημοσιογράφος από το Inside Story,Ελίζα Τριανταφύλλου, η οποία ήταν από τους λίγους δημοσιογράφους των ελάχιστων μέσων που ασχολήθηκαν από νωρίς με την υπόθεση του Predator.

«Ασχολήθηκα με το Predator τον Ιανουάριο του 2022 κατόπιν δύο ερευνών του Citizen Lab του Τορόντο και της Meta του Facebook», ανέφερε και τόνισε ότι από τότε «έχουν περάσει εννιά μήνες και η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει ασχοληθεί με το να ελέγξει μια εταιρία που έχει έδρα στην Ελλάδα».

Αναφερόμενη στην εταιρία, η κ. Τριανταφύλλου υπογράμμισε ότι αυτή «εγκαταστάθηκε σε κτίριο του Ελληνικού, δεν είναι εταιρία-φάντασμα, είναι μια εταιρία με προσωπικό, είναι μια εταιρία η οποία μετά την αποκάλυψη της πρώτης επιμόλυνσης ευρωπαίου πολίτη με Predator, δηλαδή του Θανάση Κουκάκη, διπλασίασε το προσωπικό της, προχώρησε σε νέες προσλήψεις και μια εταιρία την οποία η Ελληνική Ανεξάρτητη Αρχή Διαφάνειας ανέλαβε να διερευνήσει λόγω της υπόθεσης του Θανάση Κουκάκη, με κεντρικό ζήτημα διερεύνησης το αν τη χρησιμοποιεί το κράτος και όχι το ποιος τη χρησιμοποιεί».

Η κ. Τριανταφύλλου, δεν παρέλειψε να σχολιάσει και τις πρώτες αντιδράσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου Γιάννη Οικονόμου, όταν ο ίδιος είχε αναφέρει για την παρακολούθηση του Θανάση Κουκάκη ότι επρόκειτο για μια παρακολούθηση ιδιώτη από ιδιώτη, λέγοντας χαρακτηριστικά η δημοσιογράφος ότι αυτό ειπώθηκε χωρίς στοιχεία και ήταν μόνο λόγια.

Η ίδια τόνισε την αναγκαιότητα να ερευνήσει η ΕΑΑΔ, ποιος χρησιμοποιεί το εν λόγω λογισμικό, ενώ εστίασε στο ότι θα έπρεπε η εταιρία να έχει ήδη διερευνηθεί, καθώς «πρόκειται για εμπορικό προϊόν, δεν πρόκειται για dark web και χάκερς».

Ωστόσο «η ΕΑΑΔ, έδωσε ένα ραντεβού μετά από δυο μήνες σε άδεια γραφεία γιατί δούλευαν όλοι εξ αποστάσεως και αυτό της στέρησε τη δυνατότητα να ανακρίνει τους υπαλλήλους για το πελατολόγιό της εταιρίας», ενώ ανέφερε ότι «δεν ελέγχθηκαν καν τα αρχεία των τραπεζών που είχε αναδείξει ο Κουκάκης μέσω των ρεπορτάζ του».

«Η κυβέρνηση συνεχίζει να επιμένει ότι δεν το έχει αγοράσει και άρα δεν το χρησιμοποιεί, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι κάποιος για να το χρησιμοποιήσει πρέπει να το έχει αγοράσει», τόνισε επιπλέον η κ. Τριανταφύλλου και πρόσθεσε ότι όσο προχωράει το ρεπορτάζ για το εν λόγω ζήτημα, αποκαλύπτονται κενά, για τα οποία δεν φαίνεται να υπάρχει η διάθεση να διερευνηθούν.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Ανακοίνωση - κόλαφος του Ευρωκοινοβουλίου για το σκάνδαλο των υποκλοπών
Νέο μακελειό στις ΗΠΑ: 19χρονος άνοιξε πυρ και έκανε livestreaming - 4 νεκροί στο Μέμφις
Chevron Right