«Ασφαλώς το θέμα δεν είναι μόνο να αρχίσουν αλλά με ποιους όρους (γεωπολιτικούς, και τεχνικούς) κάθεσαι στο τραπέζι. Εδώ η διπλωματική ήττα της Ελλάδας το 2020, κοστίζει», τονίζει για την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων ο Γιώργος Κατρούγκαλος, με συνέντευξή του στο iEidiseis.
Ο τομεάρχης Εξωτερικών και πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ προειδοποιεί πως «οι διερευνητικές επαφές δεν μπορούν να περιλαμβάνουν οποιοδήποτε θέμα κυριαρχίας, όπως για παράδειγμα οι υποτιθέμενες «γκρίζες ζώνες» ή η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών μας. Το ίδιο ισχύει για τον διάλογο για ΜΟΕ που πρέπει να αρχίσει σίγουρα».
Ιδιαίτερο δε ενδιαφέρον εμφανίζει η επισήμανσή του πως «εάν υπάρχει οποιοδήποτε κείμενο-πλαίσιο σε συνέχεια των διαπραγματεύσεων του Βερολίνου του Ιουλίου, πρέπει να διασφαλίζει τις θέσεις της Ελλάδας και να υπάρξει εκ των προτέρων ενημέρωση της αντιπολίτευσης». «Θυμίζω ότι τα Πρακτικά της Βέρνης ακολούθησαν την κρίση του Χόρα. Το Νταβός ακολούθησε την κρίση του Σισμίκ. Η Συμφωνία της Μαδρίτης ακολούθησε την κρίση στα Ίμια», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ο Γιώργος Κατρούγκαλος μιλά επίσης στο iEidiseis για τις επιπτώσεις που θα έχει στην περιοχή και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις η ανάληψη της Προεδρίας των ΗΠΑ από τον Τζο Μπάιντεν, για τις επικείμενες διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό, για τη διάσκεψη Κορυφής για την Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και για τις ενστάσεις του κόμματός του για τους εξοπλισμούς.
Οδηγούμαστε, εκτός απροόπτου, σε διερευνητικές με Τουρκία. Τι οφείλει να διασφαλίσει η χώρα μας, ώστε να μην αιφνιδιαστεί και να οδηγηθούμε σε νέα ένταση;
Έχουμε σταθερά ταχθεί υπέρ της επανεκκίνησης των διερευνητικών και ασκήσαμε κριτική στην Κυβέρνηση για χαμένες ευκαιρίες όπως την περίοδο Μαρτίου-Ιουνίου, όταν αντί να επιδιώξει επανεκκίνηση του ευρωτουρκικού διαλόγου και των διερευνητικών επαναπαυόταν στην επικίνδυνη λογική ότι η Ελλάδα αποτελεί την «ασπίδα της Ευρώπης».
Ασφαλώς το θέμα δεν είναι μόνο να αρχίσουν αλλά με ποιους όρους (γεωπολιτικούς, και τεχνικούς) κάθεσαι στο τραπέζι. Εδώ η διπλωματική ήττα της Ελλάδας το 2020, κοστίζει.
Οι τελευταίοι ελιγμοί της Τουρκίας, φαίνεται πράγματι να προσανατολίζονται προς διερευνητικές. Αυτό το νόημα έχουν, μάλλον, οι πρόσφατες δηλώσεις πίστης στο διάλογο και η καταγγελίες της σε βάρος της χώρας μας ότι αυτή, δήθεν, τον εμποδίζει.
Είναι προφανές όμως ότι ο τακτικισμός αυτός δεν σημαίνει και αλλαγή στρατηγικής. Παράλληλες δηλώσεις και ενέργειες που θέτουν εκ νέου ζήτημα αποστρατιωτικοποίησης των νησιών μας και «γκρίζων ζωνών» αποτελούν απόδειξη ότι η Άγκυρα εξακολουθεί να ερμηνεύει το διεθνές δίκαιο κατά το δοκούν, για να προωθήσει την αναθεωρητική της ατζέντα.
Η αποτυχία του Κ. Μητσοτάκη να εξασφαλίσει κυρώσεις στο τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο –«διπλωματική ήττα σε φιλικό γήπεδο» τη χαρακτήρισε ο Υφυπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Καραμανλής κ. Γ. Βαληνάκης- διευκολύνει τους ελιγμούς αυτούς. Μέχρι τον Μάρτιο η Τουρκία έχει και πάλι την πρωτοβουλία των κινήσεων, και την δυνατότητα να εμφανίζει αρχικά το διαλλακτικό της πρόσωπο, χωρίς καμία όμως εγγύηση ότι δεν θα επιστρέψει στην κλιμάκωση των επιθετικών της κινήσεων.
Και στο διάλογο που τυχόν ακολουθήσει ή διεξαχθεί στο παρασκήνιο, τι δεν μπορεί να μπει πάνω στο τραπέζι;
Οι διερευνητικές, όποτε ξεκινήσουν, πρέπει να μην έχουν ως βάση εκβιασμούς και απειλές χρήσης βίας, να βασίζονται στο διεθνές δίκαιο και την ενεργή επιδίωξη λύσης σε αυτήν τη βάση και να αρχίσουν από εκεί που σταμάτησαν το 2016 με ευθύνη της Τουρκίας. Δεν μπορούν να περιλαμβάνουν οποιοδήποτε θέμα κυριαρχίας, όπως για παράδειγμα οι υποτιθέμενες «γκρίζες ζώνες» ή η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών μας. Το ίδιο ισχύει για τον διάλογο για ΜΟΕ που πρέπει να αρχίσει σίγουρα.
Οι διερευνητικές επαφές δεν μπορούν να περιλαμβάνουν οποιοδήποτε θέμα κυριαρχίας, όπως για παράδειγμα οι υποτιθέμενες «γκρίζες ζώνες» ή η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών μας. Το ίδιο ισχύει για τον διάλογο για ΜΟΕ που πρέπει να αρχίσει σίγουρα
Κυρίως, εάν υπάρχει οποιοδήποτε κείμενο-πλαίσιο σε συνέχεια των διαπραγματεύσεων του Βερολίνου του Ιουλίου, πρέπει να διασφαλίζει τις θέσεις της Ελλάδας και να υπάρξει εκ των προτέρων ενημέρωση της αντιπολίτευσης. Θυμίζω ότι τα Πρακτικά της Βέρνης ακολούθησαν την κρίση του Χόρα. Το Νταβός ακολούθησε την κρίση του Σισμίκ. Η Συμφωνία της Μαδρίτης ακολούθησε την κρίση στα Ίμια.
Εάν υπάρχει οποιοδήποτε κείμενο-πλαίσιο σε συνέχεια των διαπραγματεύσεων του Βερολίνου του Ιουλίου, πρέπει να διασφαλίζει τις θέσεις της Ελλάδας και να υπάρξει εκ των προτέρων ενημέρωση της αντιπολίτευσης
Εντός του Φεβρουαρίου ενδέχεται να πραγματοποιηθεί η πενταμερής για το Κυπριακό. Τι πρέπει να γίνει; Υπάρχουν κόκκινες γραμμές; Και μήπως τυχόν αποτυχία θα εξυπηρετήσει τα σχέδια που φέρεται να έχει ο Ερντογάν για διχοτόμηση;
Το Κυπριακό δεν είναι διμερές ζήτημα, αλλά θέμα διεθνούς δικαίου, εισβολής και κατοχής σε ένα κυρίαρχο κράτος, σήμερα μέλος της ΕΕ. Η ανάγκη όμως να επιλυθεί δίκαια και βιώσιμα με λύση διζωνικής δικοινοτικής Ομοσπονδίας στη βάση των Αποφάσεων του ΟΗΕ είναι εθνική ανάγκη και πρέπει να βρίσκεται πάντοτε στην κορυφή των διπλωματικών προτεραιοτήτων της χώρας. Για τον λόγο αυτό αποτελεί πρωτοφανές και ασυγχώρητο ατόπημα η παράλειψη του κ. Μητσοτάκη να αναφερθεί σε αυτό στην ομιλία του στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών. Η πρόοδος που επιτελέσθηκε στο ΚρανΜοντανά αποτυπώθηκε στο λεγόμενο «πλαίσιο Γκουτέρρες» και αποτελεί σημαντικό κεκτημένο, το οποίο πρέπει να αξιοποιηθεί. Δεν μπορεί καμία ελληνική ή κυπριακή Κυβέρνηση να δεχτεί λύση που να μην βασίζεται στην κατάργηση των εγγυήσεων και την αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων.
Δεν μπορεί καμία ελληνική ή κυπριακή Κυβέρνηση να δεχτεί λύση στο Κυπριακό που να μην βασίζεται στην κατάργηση των εγγυήσεων και την αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων
Η επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων θα πρέπει να βασιστεί στο πλαίσιο αυτό, και όχι, όπως επιδιώκει η Τουρκία, σε εντελώς νέα βάση, η οποία αποσκοπεί στη νομιμοποίηση της διχοτόμησης και την διαιώνιση του σημερινού status quo. Έχουμε πολλές φορές τονίσει ότι ο μόνος τρόπος με τον οποίο ο ελληνοτουρκικός διάλογος και η επανεκκίνηση του Κυπριακού μπορούν να δρομολογηθούν με βιώσιμο τρόπο είναι να βασιστούν σταθερά στην αναζωογόνηση του ευρωτουρκικού διαλόγου υπό νέους όρους, που συμπεριλαμβάνουν την υιοθέτηση ενός ισχυρού μηχανισμού επιβολής κυρώσεων και μιας περιεκτικής θετικής ατζέντας.
Με τη Διάσκεψη για την Ανατολική Μεσόγειο, συμφωνεί ο ΣΥΡΙΖΑ;
Η ιδέα για την Διάσκεψη ήταν αρχικά τουρκικής έμπνευσης, στο πλαίσιο της ρητορικής της Τουρκίας ότι επιδιώκει, δήθεν, διάλογο. Στη συνέχεια ο Πρόεδρος Μισέλ και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Οκτωβρίου 2020 υιοθέτησαν την σύγκληση παρόμοιας διάσκεψης για την Ανατολική Μεσόγειο, χωρίς να προσδιορίζουν ακριβώς τη σύνθεση και την ατζέντα της. Αυτονόητο είναι ότι η Κύπρος αυτοδίκαια, ως μέλος της ΕΕ, θα συμμετέχει σε αυτήν, οπότε το ερώτημα που τίθεται είναι πώς θα αντιδράσει η Άγκυρα σε αυτή τη συμμετοχή, δεδομένου ότι δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία. Πέραν όμως ζητημάτων συμμετοχής, μια παρόμοια Διάσκεψη δεν μπορεί να υποκαταστήσει τις αναγκαίες διμερείς διαπραγματεύσεις για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, ούτε να χρησιμοποιηθεί ως πρόσχημα για την υπονόμευση τους.
Ενόψει της ανάληψης της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Τζο Μπάιντεν τι πρέπει να διασφαλίσει η Αθήνα;
Ο Τζο Μπάιντεν είναι από τους Αμερικανούς πολιτικούς που γνωρίζουν σε βάθος τα ζητήματα της Ανατολικής Μεσογείου, το Κυπριακό και τα ελληνοτουρκικά και έχει εργαστεί θετικά για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις. Δεν θα έχει την προσωπική σχέση που είχε αναπτύξει ο Πρόεδρος Τραμπ με τον Πρόεδρο Ερντογάν. Αντιθέτως, έχει ασκήσει συχνά κριτική στις πολιτικές του, τον περασμένο Δεκέμβριο μάλιστα τον χαρακτήρισε «αυταρχικό». Ενδέχεται συνεπώς μια Προεδρία Μπάιντεν να στείλει πιο αποφασιστικά μηνύματα σε σχέση με τους S400, τις τουρκορωσικές σχέσεις ή τον ρόλο της Τουρκίας στη Λιβύη και στη Μέση Ανατολή. Δεν είναι όμως καθόλου δεδομένο ότι θα υιοθετήσει μία πιο δυναμική στάση απέναντι στις παράνομες ενέργειες της στην Ανατολική Μεσόγειο, πέραν της φραστικής καταδίκης που έχουμε ήδη δει από το Στέιτ Ντηπάρτμεντ. Αντιθέτως ο κίνδυνος είναι ακόμα μεγαλύτερος για τα ελληνικά συμφέροντα αν μπουν στο ζύγι με άλλες αμερικανικές προτεραιότητες που έχουν μεγαλύτερη αξία για τις ΗΠΑ.
Πρέπει να έχουμε πάντα στο μυαλό μας ότι με τις ΗΠΑ, όπως και κάθε άλλη χώρα, κερδίζουμε όταν συνεργαζόμαστε με βάση την αμοιβαιότητα των συμφερόντων, όχι όταν εμφανιζόμαστε, όπως έκανε ο κ. Μητσοτάκης στην Ουάσιγκτον, ως προβλέψιμοι και δεδομένοι. Η Κυβέρνηση πρέπει να αξιοποιήσει τα κεκτημένα που εξασφάλισε η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ (τον στρατηγικό διάλογο, το πλαίσιο 3+1 με το Ισραήλ, την EastMed Act και γενικότερα την υποστήριξη του Κογκρέσου) πολύ καλύτερα απ’ότι αξιοποίησε την αναθεώρηση της Συμφωνίας Στρατιωτικής Συνεργασίας, εγκαταλείποντας την αντίληψη της χώρας ως «προκεχωρημένου φυλακίου» της Αμερικής. Μόνον έτσι μπορεί να αξιοποιηθεί η θετική ευκαιρία της προεδρίας Μπάιντεν.
Ενόψει των τυχόν εξελίξεων, πώς μπορεί να επιτευχθεί συναίνεση κυβέρνησης-αντιπολίτευσης; Τι πρέπει να κάνει ο πρωθυπουργός που έχει αντικειμενικά την πρωτοβουλία των κινήσεων και σε τι δίνει συναίνεση το κόμμα σας;
Το υφιστάμενο κενό στρατηγικής είναι πολύ σοβαρή υπόθεση και θέτει σε κίνδυνο τα εθνικά μας συμφέροντα, στο δύσκολο 2021. Ο πρωθυπουργός δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται το μέγεθος της πολιτικής ευθύνης του. Γι’ αυτό χρειάζεται το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών. Αυτό το τονίζω γιατί ο σκοπός της κριτικής μας δεν είναι να κερδίσουμε μερικούς πόντους στην κομματική αρένα. Τα εθνικά θέματα θα πρέπει να επιδιώκουμε όλοι να είναι αντικείμενο ενωτικής και όχι μικροκομματικής πολιτικής. Και επειδή εμείς δεν θα επαναλάβουμε την δημαγωγική πολεμική που άσκησε εναντίον μας, η ΝΔ την περίοδο των Πρεσπών, αλλά και στα ελληνοτουρκικά, επειδή είμαστε πατριωτική και διεθνιστική δύναμη, λέμε ότι θα βάλουμε πλάτη αλλά πού, εφόσον λείπει η εθνική στρατηγική; Το ζήτημα είναι να την διαμορφώσουμε επιτέλους για να καλυφθεί αυτό το μεγάλο κενό.
Το υφιστάμενο κενό στρατηγικής είναι πολύ σοβαρή υπόθεση και θέτει σε κίνδυνο τα εθνικά μας συμφέροντα, στο δύσκολο 2021. Ο πρωθυπουργός δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται το μέγεθος της πολιτικής ευθύνης του. Γι’ αυτό χρειάζεται το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών
Οι ενστάσεις σας για τους εξοπλισμούς ποιες είναι;
Θεωρούμε απολύτως αναγκαία την ενίσχυση του αξιόμαχου των Ενόπλων Δυνάμεων μας και το έχουμε αποδείξει έμπρακτα: η αναβάθμιση των F-16, που δρομολογήθηκε επί της διακυβέρνησης μας, υπήρξε η μόνη ουσιαστικά προμήθεια την περίοδο των μνημονίων. Οι εξοπλισμοί όμως πρέπει να ακολουθούν και να στοχεύουν σε μία στρατηγική, για να μην επιστρέψουμε σε μια τυφλή κούρσα εξοπλισμών και για να μην υπάρξουν πάρτι, μίζες και σπατάλες όπως στο παρελθόν. Ψηφίσαμε “παρών” στον προϋπολογισμό στις δαπάνες για την άμυνα, ακριβώς λόγω του ελλείμματος στρατηγικής της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που εκδηλώνεται με αλλοπρόσαλλες και αντιφατικές προτάσεις. Υπέρογκες προτάσεις έρχονται προς έγκριση στην Επιτροπή Εξοπλιστικών Προγραμμάτων της Βουλής χωρίς τεκμηρίωση και χωρίς να εντάσσονται σε ένα στρατηγικό σχέδιο. Για παράδειγμα, πρόσφατα κατατέθηκε συμφωνία που αφορά το Αεροπορικό Κέντρο Εκπαίδευσης στην Καλαμάτα 1,3 δις, την οποία εμείς διαπραγματευόμαστε με τα μισά χρήματα.
Οι εξοπλισμοί πρέπει να ακολουθούν και να στοχεύουν σε μία στρατηγική, για να μην επιστρέψουμε σε μια τυφλή κούρσα εξοπλισμών και για να μην υπάρξουν πάρτι, μίζες και σπατάλες όπως στο παρελθόν
Το σημαντικότερο: Η ενίσχυση του Ναυτικού μας με σύγχρονες φρεγάτες με δυνατότητες αεράμυνας περιοχής και η σύναψη αμυντικής συμφωνίας με τη Γαλλία αποτελούν πρώτες προτεραιότητες. Πού είναι τώρα; Η κυβέρνηση πελαγοδρομεί. Αρχικά ανακοίνωνε ότι έκλεισε συμφωνία για τις γαλλικές φρεγάτες, μετά ότι θα γίνει διεθνής διαγωνισμός, πρόσφατα διαρρέεται ότι θα πάρουμε αμερικανικά πλοία και μάλιστα όχι τελευταίας τεχνολογίας. Το χειρότερο είναι ότι το κενό στρατηγικής στην εξωτερική πολιτική διαπλέκεται με το αντίστοιχο στην άμυνα.
Η ενίσχυση του Ναυτικού μας με σύγχρονες φρεγάτες με δυνατότητες αεράμυνας περιοχής και η σύναψη αμυντικής συμφωνίας με τη Γαλλία αποτελούν πρώτες προτεραιότητες. Πού είναι τώρα; Η κυβέρνηση πελαγοδρομεί
Όπως δήλωσε πρόσφατα ο Αλέξης Τσίπρας, δημιουργούνται σοβαρά ερωτήματα μήπως «η χώρα έχει αλλάξει στρατηγική και για αυτό δεν αντιδράσαμε στην παραβίαση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων και της έρευνας από τουρκικό ερευνητικό;».