Η χθεσινή - εντυπωσιακή και καινοτόμα σκηνοθετικά για δεύτερη φορά μετά την παρουσίαση του Νέου ΕΣΥ - εκδήλωση του ΣΥΡΙΖΑ είχε σαφή στόχευση τη μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα και τον κλάδο των ελευθέρων επαγγελματιών. Δύο κοινωνικές - παραγωγικές ομάδες, με τις οποίες η Κουμουνδούρου επιχειρεί να αποκαταστήσει τους διαύλους επικοινωνίας που διακόπηκαν σε μεγάλο βαθμό από την κυβερνησιμότητα και την εφαρμογή μνημονιακών υποχρεώσεων, την ώρα που δύο χρόνια μετά τις εκλογές του 2019 βλέπουν τις προεκλογικές υποσχέσεις του κ. Μητσοτάκη να εξανεμίζονται.
«Επιχειρήσεις και εργαζόμενοι πρέπει να νοιώσουν ξανά ασφάλεια» σημείωσε χαρακτηριστικά ο Αλέξης Τσίπρας, συμπυκνώνοντας σε μία φράση τους δύο στόχους της στρατηγικής του. Και αν στο μέτωπο των εργαζομένων, η Κουμουνδούρου προετοιμάζεται για σφοδρή μετωπική σύγκρουση και τη «μητέρα των μαχών» με αφορμή το «νομοθετικό έκτρωμα Μητσοτάκη - Χατζηδάκη» για καθιέρωση 10ωρης εργασίας, απλήρωτων υπερωριών και συνεπακόλουθα, όπως σημειώνουν, έμμεσες μειώσεις αποδοχών, στο μέτωπο του μικρομεσαίου επιχειρείν επικρατεί ικανοποίηση για την απήχηση των προτάσεων που κατέθεσε χθες ενώπιον των παραγωγικών φορέων για τη «βιώσιμη επανεκκίνηση της οικονομίας».
Ρύθμιση σε 120 δόσεις και κούρεμα κορονοχρέους ως 60%
Αιχμή του δόρατος της δέσμης μέτρων που παρουσίασαν ο κ. Τσίπρας συνεπικουρούμενος από την Έφη Αχτσιόγλου και τον Αλέξη Χαρίτση, είναι η γενναία ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους που δημιουργήθηκε μέσα στην πανδημία (τουλάχιστον 7 δι.. προς το Δημόσιο ως το τέλος του 2020), με πρόβλεψη για αποπληρωμή σε 120 δόσεις και διαγραφή από 40 ως και 60% της βασικής οφειλής, στα πρότυπα της αντίστοιχης ρύθμισης του 2019 για ασφαλιστικά ταμεία. Το συνολικό κόστος της διαγραφής αγγίζει τα 2,7 δισ., με τον κ. Τσίπρα να επισημαίνει ωστόσο πως από αυτά τα χρήματα τα περισσότερα δεν θα μπορέσουν να εισπραχθούν από το Δημόσιο λόγω αδυναμίας πληρωμών και πτωχεύσεων, προτάσσοντας τη ρύθμιση με μερική διαγραφή ως σολομώντεια λύση επιβίωσης των επιχειρήσεων, διατήρησης θέσεων εργασίας και παράλληλα είσπραξης κάποιων εσόδων – αντί του τίποτα – στα δημόσια ταμεία. «Τα 2,7 δισ. είναι εάν αυτές οι υποχρεώσεις πληρώνονταν στο σύνολό τους και στην ώρα τους. Θα μου επιτρέψετε να έχω τεράστια αμφιβολία για το αν τελικά αυτές θα είναι πραγματικές απώλειες δεδομένου ότι γνωρίζετε πολύ καλύτερα από εμένα την κατάσταση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και αν έχει τη δυνατότητα να το πληρώσει» σημείωσε χαρακτηριστικά, τονίζοντας πως «αν δεν αντιμετωπιστεί η ωρολογιακή βόμβα του ιδιωτικού χρέους οι συνέπειες θα είναι ολέθριες», προεξοφλώντας χιλιάδες λουκέτα, έκρηξη της ανεργίας και συνολική κατάρρευση εσόδων και οικονομίας.
Ενέσεις ρευστότητας
Ο δεύτερος πυλώνας αφορούσε στις αναγκαίες παρεμβάσεις και ενέσεις ρευστότητας, προκειμένου οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις της χώρας, δηλαδή το 94% του ελληνικού επιχειρείν, να μπορέσουν να επανεκκινήσουν τη δραστηριότητά τους. Οι 9 προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ (κάλυψη τμήματος επιταγών ΜμΕ μέσω κρατικού δανεισμού, επιδότηση ασφαλιστικών εισφορών για 6 μήνες, μετατροπή του συνόλου της επιστρεπτέας σε μη επιστρεπτέα, ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων μέσω Αναπτυξιακής Τράπεζας και τραπεζικού δανεισμού με εγγυοδοσία Δημοσίου ως 90%, θέσπιση ειδικού ακατάσχετου λογαριασμού για επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες, ενεργοποίηση του θεσμού των μικροπιστώσεων, ρύθμιση οφειλών προς ΔΕΚΟ και ΟΤΑ, αναλογική διαγραφή τέλους επιτηδεύματος για όσο ήταν κλειστή η επιχείρηση και μείωση του ΦΠΑ εστίασης το 6% για όσο διαρκεί η κρίση), συνολικού κόστους 5,7 δις. ευρώ (2,1 δαπάνες και 3,6 απώλεια εσόδων για το Δημόσιο) έγιναν αποδεκτές με ικανοποίηση από τους εκπροσώπους των παραγωγικών φορέων (Κων. Μίχαλος του ΕΒΕΑ, Γ. Καββαθάς της ΓΣΕΒΕΕ και Γ. Χατζηθεοδοσίου του ΕΕΑ) στη συζήτηση που ακολούθησε στη χθεσινή εκδήλωση, καθώς είχαν προκύψει μετά από τετράμηνη επεξεργασία του οικονομικού επιτελείου της αξιωματικής αντιπολίτευσης με τους αρμόδιους φορείς.
Ιδιαίτερη βαρύτητα ρίχνει η Κουμουνδούρου και στο θέμα του Ταμείου Ανάκαμψης και των τραπεζών, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων είναι αποκλεισμένη, με τον κ. Τσίπρα να κάνει λόγο για «πολιτική επιλογή της κυβέρνησης». «Οι πόροι που θα κατευθυνθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης προς τις ΜμΕ αυτή τη στιγμή είναι μηδέν» σημείωσε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας πως οι περισσότερες εξ’ αυτών «δεν μπορούν να περάσουν ούτε έξω από τις τράπεζες για άντληση ρευστότητας».
Κατάργηση του πτωχευτικού
Τέλος, στον τρίτο πυλώνα της πρότασής του ο ΣΥΡΙΖΑ βάζει ευθέως πλέον το θέμα της κατάργησης του πτωχευτικού που ψήφισε η ΝΔ και θα αρχίσει να εφαρμόζεται από τον Ιούνιο, προαναγγέλλοντας νέο πτωχευτικό πλαίσιο με επαναφορά της προστασίας της πρώτης κατοικίας. Το σκέλος αυτό της πρότασης συζητήθηκε και με τον αρμόδιο Καθηγητή Εμπορικού Δικαίου, κ. Αυγητίδη, όσο και με τους παραγωγικούς φορείς, οι οποίοι έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου για μαζικές πτωχεύσεις, λουκέτα και ρευστοποίηση, απορρίποντας τον ισχυρισμό της «δεύτερης ευκαιρίας» της κυβέρνησης. «Καταργούμε τον ακραία αντικοινωνικό Πτωχευτικό Νόμο της ΝΔ και επαναφέρουμε την προστασία της κύριας κατοικίας και τη δεσμευτικότητα των ρυθμίσεων για τους πιστωτές και κυρίως για τις τράπεζες», όπως είπε ο κ. Τσίπρας. Αυτό το σχέδιο για το νέο πλαίσιο εκτείνεται σε τρεις άξονες:
1) Το πλαίσιο ρύθμισης για τις επιχειρήσεις, με τον πτωχευτικό κώδικα ως ίσχυε πριν την κατάργησή του, με απαραίτητες βελτιώσεις και με την πραγματική έννοια της δεύτερης ευκαιρίας.
2) Το πλαίσιο ρύθμισης για τα φυσικά πρόσωπα και τα νοικοκυριά, που εισάγει εξωδικαστικό ηλεκτρονικό στάδιο και περιλαμβάνει ρυθμίσεις για την προστασία της πρώτης κατοικίας.
3) Πλέγμα ρυθμίσεων οφειλών προς το Δημόσιο.