Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με το νέο βιβλίο του Κωνσταντίνου Γιαννακόπουλου, Καθηγητή της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Σάκκουλα. Ο τίτλος «Ο νεοφεουδαρχικός συνταγματισμός», πέρα από την ενυλωμένη υπόσταση που του δίνει η χρήση του άρθρου, είναι άκρως προκλητικός για τους περισσότερους που θεωρούμε ότι η ιστορική εξέλιξη των κοινωνιών έχει αφήσει πίσω της αντιλήψεις που πήραν το όνομά τους από το σύστημα οργάνωσης των σχέσεων εξουσίας.
Το βασικό επίδικο που πραγματεύεται το συγκεκριμένο βιβλίο είναι η αναβίωση στις μέρες μας προτύπων ή μοτίβων της μεσαιωνικής φεουδαρχίας, όπως οι συγκρούσεις μεταξύ πολυεπίπεδων κέντρων εξουσίας, η διακυβέρνηση με βάση όχι τον νόμο αλλά συμβατικούς δεσμούς πίστης και εξάρτησης και η αντίληψη ότι το δίκαιο δεν δημιουργείται από πολιτικές διαδικασίες αλλά είναι ριζωμένο στα ήθη και τις παραδόσεις της κοινωνίας. Η μελέτη αυτής της αναβίωσης αρθρώνεται σε τρία μέρη τα οποία αναλύουν το δόγμα της διαμοιρασμένης κυριαρχίας, την κλιμακούμενη ιδιωτικοποίηση των συνταγματικών προτύπων και τη ρευστοποίηση του συνταγματικού δικαίου. Ο συγγραφέας διαπιστώνει ότι ο κατ’ αυτόν «απορρυθμισμένος ευρωπαϊκός συνταγματισμός θυμίζει το πληθυντικό νομικό σύμπαν του Μεσαίωνα που, καίτοι αναζητούσε διαρκώς μια εναρμόνιση, δεν απέφευγε την αταξία».
Ωστόσο, για να αποφευχθούν οι εύλογες ή οι «εκ του πονηρού» παρερμηνείες της παραπάνω διαπίστωσης, ο Κ. Γιαννακόπουλος ξεκαθαρίζει στα προλεγόμενά του ότι, επιχειρώντας μια συστηματοποίηση του νεοφουδαρχικού συνταγματισμού ως νέας φάσης εξέλιξης του σύγχρονου συνταγματισμού ιδίως στην Ευρώπη, «δεν υποστηρίζει την προοπτική μιας -ούτως ή άλλως αδύνατης- πραγματικής επιστροφής στη μεσαιωνική φεουδαρχική πραγματικότητα, ούτε διακατέχεται από μια νοσταλγία για τον νεωτερικό συνταγματισμό». Προσεγγίζει κριτικά την αξιακά ανάδρομη πορεία του σύγχρονου ευρωπαϊκού συνταγματισμού, προεκτείνοντας τις αναλύσεις του προηγούμενου βιβλίου του, που είχε τίτλο «Η συνταγματική απορρύθμιση στην Ευρώπη» (La déréglementation constitutionnelle en Europe), εκδόθηκε στα Γαλλικά το 2019, πάλι από τις εκδόσεις Σάκκουλα, και περιλαμβάνεται ήδη, μαζί με άλλα κλασικά έργα, στην επίσημη βιβλιογραφία του εθνικού διαγωνισμού (concours national d’agrégation) για την κατάληψη πανεπιστημιακής θέσης στο Δημόσιο Δίκαιο στη Γαλλία.
Ο συγγραφέας συνδιαλέγεται πολύ με τους όρους, ούτως ώστε η προσέγγισή του και οι ερμηνευτικές του αποδόσεις να γίνονται απόλυτα κατανοητές. Διασαφηνίζει για τις ανάγκες της σύγχρονης χρήσης του ακόμα και τον όρο «Μεσαίωνας», μεθοδολογία που λειτουργεί ως στρωμένο χαλί για τους αναγνώστες, ενώ ταυτόχρονα σχηματοποιεί τις αναλογίες, καθώς και τις συνέχειες και ασυνέχειες μεταξύ των περιόδων του Μεσαίωνα, της νεωτερικότητας και της σύγχρονης πραγματικότητας στο επίπεδο των σχέσεων Κράτους-Κοινωνίας, Δημόσιου και Ιδιωτικού. Μάλιστα, υιοθετώντας τον τριμερή διαχωρισμό κοινωνίας και εξουσίας την εποχή της φεουδαρχίας (Ευγενείς – Κλήρος – Αγρότες) με διαφορετικό περιεχόμενο για τον παρόντα κόσμο, σφυρηλατεί τις αναλογίες των εκπροσώπων που επιβεβαιώνουν την υπόθεση εργασίας του και τα συμπεράσματα της ερευνητικής συνεισφοράς του.
Οι «Ευγενείς» είναι η σύγχρονη οικονομική «αριστοκρατία» που επιδιώκει τον έλεγχο των μεγάλων δεδομένων (big data), ο «Κλήρος» είναι οι πνευματικοί influencers, που επιβάλλουν και νομιμοποιούν μια ενιαία αντίληψη των πραγμάτων, οι δε «Αγρότες» είναι η πλειοψηφία που εργάζεται στον τριτογενή τομέα που προσφέρει τη υπεραξία της και τα data της ζώντας στην επισφάλεια και χωρίς τη σχετικά πρόσφατη δυνατότητα της κοινωνικής κινητικότητας. Σε αυτό το πλαίσιο έχει, μεταξύ άλλων, ως παράδειγμα που διατρέχει το πόνημά του τις μεγάλες πλατφόρμες, όπως το Facebook (πλέον Meta), την Amazon, την Uber, την Airbnb, τη Google, για να καταδείξει ότι, στο πλαίσιο της διαρκούς κατάστασης ανάγκης που εμπέδωσε η διαχείριση της πανδημίας του Covid-19, κάποιες από αυτές έφτασαν στο σημείο να «διεκδικούν τη δημιουργία ιδιωτικών συνταγμάτων, προβάλλοντας ως ιδιωτικά ‘‘ψηφιακά κράτη’’, ευθέως ανταγωνιστικά προς τα παραδοσιακά κράτη και τους υπερεθνικούς οργανισμούς», εκμεταλλευόμενες την κρίση της κρατικής κυριαρχίας και τα αδιέξοδα που έχουν δημιουργηθεί ειδικά στην Ευρώπη με την ατελέσφορη προσπάθεια αρμονικής συνύπαρξης της ενωσιακής με την έννομη τάξη κάθε κράτους μέλους. Ειδικά σε αυτό το σημείο, η τεκμηρίωση από τον συγγραφέα που γνωρίζει σε βάθος τα διακαιικά ευρωπαϊκά τεκταινόμενα μειώνει τα περιθώρια αμφισβήτησης της κατ’ αρχήν θέσης του.
Σε σχέση με τα παραπάνω και όπως περιγράφει τον τρόπο συμπεριφοράς των ευρωπαϊκών ελίτ θα μπορούσε ένα προκατειλημμένος, υπέρ ακόμη και του σημερινού «στρεβλωμένου» ευρωπαϊκού οικοδομήματος, αναγνώστης να χαρακτηρίσει τη θέαση του Κ. Γιαννακόπουλου ως σκληρά ευρωσκεπτικιστική. Ωστόσο, η ισχυρή ανάδειξη των αδιεξόδων των εκπροσώπων της πολιτικής που υποστηρίζουν ή θα ήθελαν να υποστηρίζουν το φιλελεύθερο και κοινωνικό κράτος δικαίου στην Ευρώπη, που το μαστίζει μια βαθιά κρίση, μάλλον κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, αφού επισημαίνει ότι στη συνταγματική πραγματικότητα που βιώνουμε τόσο οι φιλελεύθεροι όσο και η Αριστερά έχουν παραγκωνιστεί από τον ανταγωνισμό μεταξύ του νεοφιλελεύθερου αυταρχισμού και του ακροδεξιού λαϊκισμού, δίνοντας έτσι χώρο και χρόνο δράσης, κατά τη γνώμη μας, σε αυτό που ο συγγραφέας ονομάζει θύλακοι του ιδιωτικού συνταγματισμού.
Τέλος, ο συγγραφέας, σε αυτό το εξαιρετικό βιβλίο που έχει την πρωτοτυπία της αύξουσας αρίθμησης των επιμέρους νοηματικών ενοτήτων του και πλούσια βιβλιογραφία στο τέλος που τη διαχειρίζεται επιδέξια στο κείμενό του, εκφράζει μια δυσοίωνη θέση για τη «μεγάλη πολιτειολογική αγωνία της εποχής μας» σχετικά με το «ορατό τέλος» του νεωτερικού συνταγματισμού, επισημαίνοντας ότι η εξουσιαστική μυθοπλασία του τελευταίου, απορρίπτοντας τη διορθωτική της σύμπραξη με το κοινωνικό κράτους δικαίου, επιτάχυνε την αλλοίωση ακόμη και των δημοκρατικών και φιλελεύθερων χαρακτηριστικών του. Από την άλλη πλευρά όμως δεν αφορίζει -το αντίθετο μάλιστα- το κυνήγι της «ουτοπίας» που πρέπει να έχει ως σκοπό τον εξανθρωπισμό της ψηφιακά πλέον μεταλλασσόμενης κοινωνίας. Αλλά όπως επισημαίνει κι ο ίδιος φαίνεται να «είναι ακόμη νωρίς»…
Περισσότερες πληροφορίες για το έργο του συγγραφέα στην ιστοσελίδα του: