Λίγους μήνες πριν κυκλοφορήσει τον προσωπικό δίσκο του, ο τραγουδοποιός Αντώνης Σουσάμογλου μας αποκάλυψε το πρώτο single, μια αλλιώτικη εκδοχή του τραγουδιού «Καρναβάλι», όπου η κινηματογραφική τραγουδοποιία του συναντήθηκε με την ξεχωριστή ερμηνεία του Θοδωρή Βουτσικάκη. Τρία χρόνια μετά τη συνεργασία τους στην «Όμορφη Ζωή» σε μουσική Nicola Piovani και στίχους Λίνας Νικολακοπούλου, οι δυο καλλιτέχνες βρέθηκαν ξανά, σε άλλους ρόλους, για να επανασυστήσουν το «Καρναβάλι» του Αντώνη Σουσάμογλου, δίνοντας ένα πρώτο, εμπνευσμένο σήμα από την επερχόμενη δισκογραφική δουλειά του πολυτάλαντου τραγουδοποιού, για τον οποίο συνεργάζεται με σειρά ερμηνευτών.
Το iEidiseis.gr συνομίλησε με αυτή την αφορμή με τον ξεχωριστό αυτό μουσικό και τραγουδοποιό Αντώνη Σουσάμογλου.
-Τι πυροδότησε μέσα σας την ανάγκη να επανασυστήσετε το «Καρναβάλι»;
-Το «Καρναβάλι»- ηχογραφήθηκε για πρώτη φορά με τον Μανώλη Χατζημανώλη, σε μια ενορχήστρωση που ήταν καθαρά κλασική – με πιάνο και έγχορδα. Είμαι πάρα πολύ περήφανος γι’ αυτή την εκτέλεση και είναι πολύ κοντά στην καρδιά μου, αλλά αισθανόμουν πως το ίδιο το τραγούδι περιέχει πολλούς ηχητικούς κόσμους, έχει ζήσει πολλές ζωές μέσα μου. Στην πραγματικότητα δεν έπαψα ποτέ να το σκαλίζω, αλλά μου πήρε καιρό να βρω τον ήχο του. Περιέχει ένα κράμα σύγχρονου ήχου και νοσταλγίας και η ερμηνεία του Θοδωρή Βουτσικάκη ήταν καθοριστική στο να ενώσει αυτούς τους δύο κόσμους.
-Η συνεργασία σας με τον Θοδωρή Βουτσικάκη μετράει αρκετά χρόνια. Ποια είναι τα στοιχεία που σας έκαναν να τον ξεχωρίσετε και ποια αυτά που διατήρησαν την καλλιτεχνική σας σχέση;
-Με τον Θοδωρή μας συνδέει μια φιλία και ένας αμοιβαίος καλλιτεχνικός θαυμασμός που πλέον μετράει αρκετά χρόνια και το «Καρναβάλι» είναι ένα από τα πρώτα τραγούδια που μας έφεραν κοντά μουσικά.
Ο Θοδωρής εκπέμπει μια καθαρότητα. Θαυμάζω και εκτιμώ πολύ το ήθος και την σοβαρότητα με τα οποία αντιμετωπίζει το τραγούδι. Η ερμηνεία του αποπνέει φρεσκάδα, αλλά ταυτόχρονα είναι πολύ ώριμος. Πιστεύω πως θα καθιερωθεί ως ένας από τους μεγάλους τραγουδιστές της γενιάς του.
-Τι να περιμένουμε από τον επερχόμενο δίσκο σας;
-Ο δίσκος θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο από την Panik Oxygen και είναι πολυσυλλεκτικός. Είναι υλικό που είχα την ευκαιρία να δουλέψω κατά το μεγαλύτερο μέρος την εποχή των λοκντάουν. Εκτός από τον Θοδωρή έχω την μεγάλη τύχη να συνεργάζομαι με πολύ αγαπημένους μου τραγουδιστές – και καταπληκτικούς μουσικούς. Η τραγουδοποιία μου είναι αφηγηματική, γράφω με αφορμή τον εαυτό μου και τον τρόπο που παρατηρώ τον κόσμο. Φτιάχνω ιστορίες και τις ντύνω με κουαρτέτα εγχόρδων, με λούπες και ηλεκτρικές κιθάρες, με τζαζ αρμονίες και μινιμαλιστικά πάτερν.
-Η πολυδιάσταση καλλιτεχνική σας προσωπικότητα ορίζεται από το συναίσθημα, την έμπνευση της στιγμής ή την κατάσταση που επικρατεί γύρω μας;
-Όταν ξεκίνησα να γράφω τραγούδια, έγραφα για προσωπικές ιστορίες που πάντα τοποθετούνταν σε ένα φόντο, ένα σκηνικό ταινίας. Όσο μεγαλώνω, νιώθω πως το φόκους της κάμερας μετατοπίζεται – πως χρησιμοποιώ την προσωπική αφήγηση σαν αφορμή για να ενδιαφερθώ περισσότερο για το γύρω πλαίσιο.
Δεν είμαι τόσο «επαγγελματίας»- ως τραγουδοποιός, όσο είμαι σαν βιολιστής και ενορχηστρωτής. Μάλλον επειδή το τραγούδι δεν είναι μια διαδικασία όπου μπορώ να επιστρατεύσω κάποια τεχνική και να το κάνω κατά παραγγελία. Αυτά που κάνω θέλω να έχουν πάντα μια προσωπική σφραγίδα και συχνά ο τοκετός κρατάει καιρό. Λίγες φορές έχω ευτυχήσει με την έμπνευση της στιγμής.
-Το κλασικό ρεπερτόριο έχει τη δυνατότητα να ανανεωθεί και να προσεγγίσει ευρέως το κοινό;
-Η ανανέωση του ρεπερτορίου όπως και ο τρόπος παρουσίασης είναι ένα πολύ επίκαιρο ζήτημα στον χώρο. Ήδη όλες σχεδόν οι ορχήστρες έχουν αλλάξει τον τρόπο που διαμορφώνουν τον προγραμματισμό τους, με έμφαση στον 20ό αιώνα και τη θεματική δραματουργία των έργων. Η μπαρόκ μουσική επανεισάγεται φρέσκια μέσα από τις σύγχρονες, ιστορικά ενημερωμένες ερμηνείες και κερδίζει ραγδαία κοινό. Καθώς όλα τα μεγάλα κλασικά έργα έχουν ήδη ηχογραφηθεί πολλές φορές, οι δισκογραφικές εταιρείες ενδιαφέρονται όλο και περισσότερο στο να διευρύνουν το ρεπερτόριο και κινούνται κι αυτές με λογική playlist, όπως συμβαίνει στην εμπορική μουσική. Δεν έχω βέβαια την αυταπάτη πως η κλασική μουσική θα αποτελέσει ποτέ τη μερίδα του λέοντος στα σημερινά αυτιά, όμως αναμφισβήτητα υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος από ορχήστρες και ερμηνευτές κάτω από το ραντάρ των ΜΜΕ, που έχει μεγάλη δυναμική και που αξίζει να ανακαλυφθεί.
-Ποια η άποψή σας για τα σημερινά ακούσματα;
-Αυτή η ερώτηση έχει μια μακροσκελή απάντηση, γιατί τα σημερινά ακούσματα δεν είναι κάτι ενιαίο. Ξεχωρίζω μερικά τραγούδια, πολλά με προσπερνάνε. Μάλλον δεν είμαι ο καταλληλότερος να μιλήσω για την σημερινή «εμπορική» μουσική. Μου είναι αρκετά μακριά σαν αισθητική και σαν φιλοσοφία.
Είναι όμως ταυτόχρονα και ερώτηση παγίδα. Η κάθε γενιά έρχεται σε ρήξη με τις προηγούμενες ως προς τα μουσικά γούστα, και κάθε φορά η προηγούμενη γενιά χάνει πανηγυρικά γιατί νομοτελειακά, η Ιστορία γράφεται πάντοτε από τους νεότερους.
Ακούω πάρα πολύ καλές ιδέες σε επίπεδο παραγωγής που καταγράφω με πολύ ενδιαφέρον και παρατηρώ πως το επίπεδο έχει ανέβει πάρα πολύ – ίσως καμιά φορά και σε βάρος του ίδιου του περιεχομένου. Αλλά και αυτό ακόμα είναι υπεραπλούστευση. Ας πούμε, η χιπ χοπ και η τραπ είναι συγγενικά είδη, αλλά είναι διαφορετικοί κόσμοι ως προς το περιεχόμενο, όπως ίσως είναι αντίστοιχα το λαϊκό τραγούδι και το σκυλάδικο. Δεν νιώθω καθόλου ηθικοπλαστικά απέναντι τους, άλλωστε αυτό έχει ειπωθεί πολλές φορές στο παρελθόν, για το ρεμπέτικο, το ροκ εν ρολ, τη χέβι μέταλ, την ντίσκο κλπ.
Όλα τα είδη ξεκινούν κάποτε ως μόδες και κάνουν τον κύκλο τους, εκτός αν βρεθεί κάποιος ιδιοφυής δημιουργός στο είδος που αλλάζει εντελώς το παιχνίδι. Αναζωογονεί το ενδιαφέρον και παρασέρνει προς τα πάνω το επίπεδο της δημιουργικής διαδικασίας. Με αυτό τον τρόπο ένα είδος που γεννήθηκε ως εφήμερο, κατακτά τη θέση του στη συνείδηση του κοινού.
Το «Καρναβάλι –2023 version» με τον Θοδωρή Βουτσικάκη: