Νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό «Nature Communications» υποστηρίζει πως τελικά οι μετεωρολογικοί παράγοντες μπορούν να επιδράσουν στη μετάδοση του κορονοϊού, θεωρία που μέχρι τώρα μέρος της επιστημονικής κοινότητας αμφισβητεί.
Η εν λόγω έρευνα, που συνοψίστηκε από τους Ιατρούς της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Γιάννης Ντάνασης, Πάνος Μαλανδράκης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ), εκτίμησε την επίδραση μετεωρολογικών παραγόντων κατά την αρχική φάση της πανδημίας COVID-19, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη και την επίπτωση άλλων παραγόντων στην πορεία της πανδημίας όπως κοινωνικο-οικονομικές παράμετροι και μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις συμπεριλαμβανομένων των μέτρων σωματικής απομάκρυνσης για την αποτροπή της μετάδοσης του ιού.
Τα ευρήματα
Χρησιμοποιώντας δεδομένα από 409 πόλεις σε 26 χώρες ανά την υφήλιο, οι επιστήμονες διαπίστωσαν μια μετρίου βαθμού, μη γραμμική συσχέτιση μεταξύ της μέσης θερμοκρασίας και του αριθμού αναπαραγωγής Re του SARS-CoV-2. Συγκεκριμένα, για κάθε αύξηση της θερμοκρασίας κατά 10°C η εκτιμώμενη μείωση του δείκτη Re ήταν της τάξης του 0.087 (95% όρια αξιοπιστίας 0.025 έως 0.148).
Ταυτόχρονα, η λήψη αυστηρών μη φαρμακευτικών παρεμβάσεων από την Πολιτεία για την αποφυγή της μετάδοσης του SARS-CoV-2 (όπως ο περιορισμός των συναθροίσεων και η καθολική χρήση μάσκας προσώπου) οδήγησε σε μια εκτιμώμενη μείωση του δείκτη Re ήταν της τάξης του 0.285 (95% όρια αξιοπιστίας 0.223 έως 0.347).
Πρακτικά, η επίδραση της λήψης μέτρων αποτροπής της διασποράς της COVID-19 οδήγησε σε μείωση του δείκτη αναπαραγωγής Re του SARS-CoV-2 κατά 6 φορές περισσότερο συγκριτικά με την αύξηση της θερμοκρασίας.
Συμπερασματικά, οι ερευνητές καταλήγουν ότι η επίδραση των μετεωρολογικών παραγόντων κατά την αρχική φάση της πανδημίας COVID-19 δεν ήταν ιδιαίτερα σημαντική, ενώ οι παρεμβάσεις της Πολιτείας και η ανθρώπινη συμπεριφορά επηρέασαν περισσότερο το μοτίβο της μετάδοσης του SARS-CoV-2.