Τα σχολεία θα ήταν καλύτερο να μην ανοίξουν στη παρούσα φάση, λένε οι περισσότεροι γιατροί της πρώτης «γραμμής», με πολλούς γονείς να βρίσκονται απέναντί τους και να υποστηρίζουν ότι η παραμονή παιδιών και εφήβων στο σπίτι δημιουργεί μεγαλύτερα προβλήματα από αυτά που λύνει η τηλεκπαίδευση.
Όπως και να έχει, η απόφαση ελήφθη οριστικά χθες από την κυβέρνηση με την υπουργό Παιδείας να υπεραμύνεται της ανάγκης των παιδιών να βρίσκονται στον «φυσικό τους χώρο» αλλά και της μεγαλύτερης ασφάλειας εντός των σχολικών δομών. Το iEidiseis ζήτησε από το Γενικό- Οικογενειακό Ιατρό, Ευάγγελο Φραγκούλη, αναπληρωτή αρχίατρο του ΕΔΟΕΑΠ, γιατρό με μεγάλη εμπειρία στην πρωτοβάθμιας φροντίδα, να μάς λύσει απορίες για τα self και rapid tests και το άνοιγμα των σχολείων.
«Τα πρώτα δεδομένα υποδηλώνουν ότι τα rapid tests ανιχνεύουν την παραλλαγή Όμικρον, ίσως όμως έχουν μειωμένη ευαισθησία έναντι αυτής. Είναι πολύ σημαντικό να ακολουθούνται πιστά οι οδηγίες στη διενέργεια των τεστ. Επίσης εάν κάποιος έχει συμπτώματα συμβατά με COVID-19 ή έχει μεγάλη πιθανότητα μόλυνσης λόγω γνωστής έκθεσής του στον ιό, και το τεστ αντιγόνου είναι αρνητικό, δεν θα πρέπει να επαφίεται σε αυτό, αλλά να υποβάλλεται σε μοριακό τεστ (PCR) για να επιβεβαιώσει το αποτέλεσμα», μάς απαντά ο κ. Φραγκούλης.
Ως προς τη περιοδικότητα στη χρήση των τεστ αυτών και την ασφάλεια που πρακτικά παρέχουν ειδικά στην εκπαίδευση, ο έμπειρος γενικός γιατρός μάς εξηγεί:
«Τα τακτικά αντιγονικά τεστ αποτελούν έναν ασφαλή, αποτελεσματικό τρόπο για την πρόληψη της εξάπλωσης της COVID-19 και δυνατόν να συμβάλλουν στο να παραμείνουν τα σχολεία ανοιχτά. Πολλοί ασθενείς με COVID-19, ειδικά παιδιά και έφηβοι, δεν έχουν συμπτώματα και όμως μπορούν να μεταδώσουν τον ιό. Τα τακτικά αντιγονικά τεστ βοηθούν να βρεθούν άτομα που έχουν μολυνθεί από τον ιό προτού μεταδοθεί σε άλλους. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για παιδιά που δεν έχουν ακόμη εμβολιαστεί κατά της COVID-19. Βρίσκοντας έγκαιρα ποιος έχει τον ιό δυνατόν να προχωρήσουμε στη λήψη μέτρων για την πρόληψη της διασποράς της».
«Πιστεύετε τελικά ότι η στρατηγική με τα συχνά τεστ θα μας γλυτώσουν από υπερμετάδοση στα σχολεία;», ρωτάμε τον κ. Φραγκούλη για να λάβουμε μια απάντηση που είναι κοινή μεταξύ πολλών γιατρών.
«Προσωπικά πιστεύω ότι παρά την σημαντική συμβολή τους, τα τεστ πολύ δύσκολα θα αποδειχθούν αρκετά για να αποτρέψουν την περαιτέρω κλιμάκωση του τσουνάμι κρουσμάτων της Όμικρον από το άνοιγμα των σχολείων, δεδομένων της τρομακτικής της μεταδοτικότητας και της τρέχουσας ευρύτατης διασποράς της στην κοινότητα, του εξαιρετικά χαμηλού ποσοστού εμβολιασμού ειδικά στα μικρότερα παιδιά και των όχι ιδανικών συνθηκών στις τάξεις σε σχέση με την τήρηση αποστάσεων και τον αερισμό τους. Ίσως η καθυστέρηση του ανοίγματος των σχολείων για 1-2 εβδομάδες να έδινε το περιθώριο να έχουμε ξεπεράσει την κορυφή του επιδημικού κύματος της Όμικρον και να μην ρίχναμε λάδι στη φωτιά της…».