Το iEidiseis επικοινώνησε με τη Δρ Σταυρούλα (Λίνα) Πάσχου, επίκουρη καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ η οποία είναι από τους γιατρούς που συμμετέχουν στις καθημερινές ενημερώσεις του ΕΚΠΑ για τις εξελίξεις στην πανδημία, για να μάς εξηγήσει τις τελευταίες ανακοινώσεις της διεθνούς κοινότητας.
Ειδικά η ανακοίνωση από τα πλέον επίσημα «χείλη» ότι πρέπει να συνεχίσουμε να προσέχουμε καθώς η πανδημία δεν έχει τελειώσει, έρχεται σε αντιπαράθεση με όσα προμηνύονται για τη μη υποχρεωτική χρήση μάσκας και την κατάργηση των πιστοποιητικών νόσησης και εμβολιασμού, ακόμα και πριν από την Ανάσταση.
Με αξιωματούχους του ΠΟΥ να έχουν ανακοινώσει από προχθές ότι η πανδημία δεν πλησιάζει καν στο τέλος της και πρέπει να συνεχίσουμε να προσέχουμε, η πρώτη ερώτηση στη γιατρό είναι να μάς εξηγήσει που πραγματικά βρισκόμαστε σε παγκόσμιο επίπεδο.
«Είναι αλήθεια ότι οι αριθμοί των νέων αναφερόμενων κρουσμάτων COVID-19 αυξάνονται ξανά παγκοσμίως. Το φαινόμενο αφορά κυρίως σε περιοχές της Ασίας και της Δυτικής Ευρώπης, παρά μάλιστα τις μειώσεις των τεστ σε παγκόσμιο επίπεδο.
Συγκεκριμένα, τα εβδομαδιαία κρούσματα COVID-19 αυξήθηκαν κατά 8% σε όλο τον κόσμο, ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο αναφέρεται αύξηση 46%. Τα ποσοστά θνησιμότητας παραμένουν επίσης υψηλά σε αρκετά κράτη, ιδιαιτέρως σε εκείνα με χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού. Είναι δεδομένη η ψυχολογική κόπωση όλων μας από την πανδημία COVID-19. Αλλά αν δεν συνεχιστούν οι σωστές παρεμβάσεις, δίδεται στον κορονοϊό η δυνατότητα να αλλάζει και να συνεχίζει να μας ταλαιπωρεί», μάς επισημαίνει ταράζοντας τα «ήρεμα νερά» που προσπαθούν να μάς παρουσιάσουν άλλοι.
Εξάλλου, το iEidiseis ζήτησε από την επίκουρη καθηγήτρια του ΕΚΠΑ να μάς σχολιάσει την έρευνα που επίσης πρόσφατα το φως της δημοσιότητας σχετικά με τις διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών στην COVID-19.
Όπως μάς εξήγησε, «η σοβαρότητα και η θνησιμότητα της COVID-19 είναι υψηλότερη στους άντρες συγκριτικά με τις γυναίκες. Από την άλλη, οι γυναίκες φαίνεται να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο επαναμόλυνσης από κορονοϊό. Επίσης, η εμφάνιση συμπτωμάτων σε μεγάλο χρονικό διάστημα μετά τη λοίμωξη, μια κατάσταση που είναι γνωστή ως long COVID, είναι συνηθέστερη στις γυναίκες».
Σε ποιους παράγοντες οφείλονται αυτές οι διαφορές, επιμείναμε για να λάβουμε μια ξεκάθαρη απάντηση για τις διαφορές των δύο φύλων σε ό,τι αφορά την COVID -19.
«Οι ορμονικές διαφορές μεταξύ των δύο φύλων, σχετικά με τις συγκεντρώσεις ανδρογόνων και οιστρογόνων, φαίνεται ότι επηρεάζουν σημαντικά την απόκρισή μας στο στρες, καθώς και τις φλεγμονώδεις διεργασίες που ακολουθούν. Ακόμη, είναι πιθανό τα δύο φύλα να παρουσιάζουμε διαφορές σε κυτταρικό και μοριακό επίπεδο σύνδεσης ή πολλαπλασιασμού του κορονοϊού για λόγους γενετικούς ή ορμονικούς».