Πολλά αναφέρθηκαν στη χθεσινή εφ’ όλης της ύλης συνέντευξης που παραχώρησε η ηγεσία του Υπουργείου Υγείας με επιμέρους ενδιαφέροντες ειδήσεις, αλλά σε καμία αποστροφή του λόγου δεν αναφέρθηκε κάτι για τους νοσηλευτές στο ΕΣΥ. Μόνο όταν ερωτήθηκαν, ο υπουργός Υγείας έσπευσε να πει ότι σέβεται και στηρίζει τους νοσηλευτές αλλά εν πολλοίς προέχει να ξεκινήσουν με τους γιατρούς…
Μία από τις ενδιαφέρουσες ειδήσεις που ακούστηκε χθες, ήταν τα 37.500 δωρεάν απογευματινά χειρουργεία, για τα οποία ο υπουργός Υγείας ανακοίνωσε ότι η κυβέρνηση έχει λάβει το «πράσινο φως» από το Ταμείο Ανάκαμψης για τη χρηματοδότηση ύψους 60 εκατ. ευρώ. Και ενώ παραδέχτηκε ότι είχε εξαγγείλει το μέτρο προ μηνών, είπε ότι οι ευρωεκλογές επηρέασαν τις διαδικασίες έγκρισης της χρηματοδότησης.
Οι νοσηλευτές, ωστόσο, δεν έμειναν χωρίς αντίδραση καθώς από χθες ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Συνδικαλιστικής Νοσηλευτικής Ομοσπονδίας του ΕΣΥ (ΠΑΣΥΝΟ - ΕΣΥ), Γιώργος Αβραμίδης, έστειλε μία επιστολή-αντίδραση για την ανυπαρξία κινήτρων και προσλήψεων στον επιστημονικό κλάδο που εκπροσωπεί.
Αναλυτικά η επιστολή του προέδρου της ΠΑΣΥΝΟ - ΕΣΥ
«Στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ), ο Πρωθυπουργός της χώρας, Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την ομιλία του, δεν ανακοίνωσε συγκεκριμένες δεσμεύσεις ή οικονομικά κίνητρα για τους νοσηλευτές, κάτι που έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στον κλάδο. Η υποστελέχωση στα νοσοκομεία, ειδικά στον τομέα της Νοσηλευτικής, έχει οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ). Οι ελλείψεις προσωπικού έχουν προκαλέσει σημαντική επιβάρυνση στους εναπομείναντες νοσηλευτές, οι οποίοι καλούνται να διαχειριστούν αυξημένες ανάγκες με λιγότερους πόρους και ανθρώπινο δυναμικό. Οι συνθήκες αυτές, σε συνδυασμό με τις χαμηλές οικονομικές απολαβές, έχουν ως αποτέλεσμα την εξάντληση και την απογοήτευση του προσωπικού, με πολλούς να αποχωρούν από το ΕΣΥ, αναζητώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, στα σχολεία, με μετάταξη σε διοικητικές θέσεις ή στο εξωτερικό.
Τα αιτήματα των νοσηλευτών παραμένουν επίκαιρα και ανεκπλήρωτα, με αποτέλεσμα να εντείνονται οι ανησυχίες για την κατάσταση των υπηρεσιών υγείας. Ένα από τα βασικά αιτήματα είναι η ένταξη όλων των νοσηλευτών στο ασφαλιστικό καθεστώς των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων, ώστε να αποφεύγονται οι διακρίσεις μεταξύ των νοσηλευτών που προσλήφθηκαν πριν και μετά το 2011. Αυτή η διάκριση δημιουργεί ανισότητες στον τρόπο με τον οποίο οι νοσηλευτές αντιμετωπίζονται επαγγελματικά και ασφαλιστικά, ενώ εργάζονται στο ίδιο εργασιακό περιβάλλον.
Επίσης, η ανάγκη για τη θεσμοθέτηση ενός ειδικού μισθολογίου για τους νοσηλευτές αναγνωρίζεται ως απαραίτητη, δεδομένου του σημαντικού και υπεύθυνου έργου που επιτελούν. Ένα δίκαιο και αναβαθμισμένο μισθολόγιο θα αποδεικνύει την αναγνώριση της προσφοράς τους και θα ενισχύει την επαγγελματική τους αξιοπρέπεια. Άλλο κρίσιμο ζήτημα είναι η τροποποίηση των οργανισμών των νοσοκομείων, προκειμένου να ανταποκρίνονται στις σύγχρονες απαιτήσεις και να προσαρμόζονται στους διεθνείς δείκτες στελέχωσης. Αυτό θα βοηθήσει στην αποτύπωση των πραγματικών αναγκών σε προσωπικό και προφανώς, σε ένα ρεαλιστικό σχεδιασμό των προσλήψεων που θα οδηγήσει στη βελτίωση της λειτουργίας των νοσηλευτικών ιδρυμάτων και στην παροχή καλύτερων υπηρεσιών υγείας.
Επιπλέον, υπάρχει ανάγκη της καθιέρωσης ενός ειδικού συστήματος προσλήψεων, που θα επιτρέπει την άμεση κάλυψη των κενών θέσεων, εξασφαλίζοντας ότι τα νοσοκομεία θα λειτουργούν επαρκώς με το απαραίτητο προσωπικό. Τέλος, το αίτημα για ειδικό σύστημα συνταξιοδότησης αντανακλά την αναγνώριση της φυσικής και ψυχικής επιβάρυνσης που φέρει το επάγγελμα του νοσηλευτή. Οι νοσηλευτές δεν μπορούν να εργάζονται με ασφάλεια και αποδοτικότητα μέχρι τα 65 ή 67 έτη, γεγονός που καθιστά επιτακτική την ανάγκη αναθεώρησης του συνταξιοδοτικού τους καθεστώτος…».