Συναγερμός έχει σημάνει στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC), σύμφωνα με το οποίο, ένας θανατηφόρος μύκητας εξαπλώνεται ραγδαία στα νοσοκομεία της Ευρώπης, γεγονός που αποτελεί σοβαρή απειλή για τους ασθενείς και τα συστήματα υγείας.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του 2023, στην Ευρώπη καταγράφηκαν 1.346 κρούσματα του μύκητα Candidozyma auris (C. auris), αριθμός ρεκόρ που αντιστοιχεί σε αύξηση 67% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, όπως ανακοίνωσε το ECDC σήμερα Πέμπτη (11/9). Μάλιστα, μέχρι το 2013 δεν είχαν αναφερθεί κρούσματα.
Ο μύκητας έχει ποσοστά θνησιμότητας που μπορεί να φτάσουν το 60%
Σύμφωνα με το Bloomberg, ο μύκητας, ο οποίος είναι δύσκολο να θεραπευτεί επειδή είναι συχνά ανθεκτικός στα αντιμυκητιασικά φάρμακα, επιβιώνει στις επιφάνειες των νοσοκομείων και στον ιατρικό εξοπλισμό και εξαπλώνεται εύκολα μεταξύ των ασθενών. Είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για άτομα που είναι ήδη άρρωστα, και τα ποσοστά θνησιμότητας μπορεί να φτάσουν το 60%. Το ECDC προειδοποίησε ότι χωρίς έγκαιρη δράση, οι επιδημίες μπορούν γρήγορα να εδραιωθούν σε περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο.
Πρόσφατα κρούσματα έχουν αναφερθεί στην Κύπρο, τη Γαλλία και τη Γερμανία. Στην Ελλάδα, την Ιταλία, τη Ρουμανία και την Ισπανία, η μετάδοση είναι τόσο διαδεδομένη που δεν είναι πλέον δυνατό να αναφέρονται ως μεμονωμένα κρούσματα, σύμφωνα με τον οργανισμό.
«Αυτό δείχνει πόσο γρήγορα μπορεί να εδραιωθεί στα νοσοκομεία», δήλωσε ο Διαμαντής Πλαχούρας, επικεφαλής του τμήματος αντοχής στα αντιμικροβιακά και λοιμώξεων που συνδέονται με την υγειονομική περίθαλψη του ECDC. «Αλλά αυτό δεν είναι αναπόφευκτο. Η έγκαιρη ανίχνευση και ο γρήγορος, συντονισμένος έλεγχος των λοιμώξεων μπορούν ακόμα να αποτρέψουν την περαιτέρω εξάπλωση», τόνισε.
Πώς μπορεί να περιοριστεί η εξάπλωση του μύκητα
Η απομόνωση των ασθενών σε μονόκλινα δωμάτια και η απολύμανση του εξοπλισμού μπορούν να συμβάλουν στον περιορισμό της εξάπλωσης. Το ECDC ανέφερε τη Δανία ως παράδειγμα χώρας που κατάφερε να περιορίσει τον μύκητα, αφού έλεγξε την επιδημία και δεν ανέφερε νέα κρούσματα από τότε.
Ωστόσο, πολλές χώρες παρουσιάζουν σημαντικές ελλείψεις στην αντιμετώπισή τους. Από τις 36 χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα του ECDC, μόνο 17 διαθέτουν εθνικά συστήματα επιτήρησης για τον C. auris και μόλις 15 έχουν εκδώσει ειδικές οδηγίες για την πρόληψη των λοιμώξεων.
Η χρηματοδότηση για νέα αντιμυκητιασικά φάρμακα ήταν ασταθής. Μετά την αύξηση σε σχεδόν 383 εκατομμύρια δολάρια το 2022, δεν υπήρξαν νέες δεσμεύσεις φέτος, σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε για το Bloomberg η πλατφόρμα χρηματοοικονομικής έρευνας PitchBook.
Οι περισσότερες επενδύσεις έχουν κατευθυνθεί σε μια μικρή ομάδα εταιρειών, όπως η Pulmocide Ltd. και η F2G. Η ευρύτερη υποστήριξη έχει περιοριστεί λόγω της δυσκολίας εξεύρεσης νέων στόχων για φάρμακα και των αδύναμων κινήτρων στον τομέα των αντιμυκητιασικών φαρμάκων, συμπεριλαμβανομένων των υψηλών δαπανών ανάπτυξης.