Πόση αξία, άραγε, αποδίδει η Ευρώπη στην κανονιστική της αυτονομία; Οι τελευταίες εξελίξεις στις ευρωατλαντικές σχέσεις θέτουν την Ευρωπαϊκή Ένωση ενώπιον αυτής της υπαρξιακής ερώτησης. Η ΕΕ οφείλει να αναλογιστεί τη σημασία της ευρύτερης πολιτικής της αυτονομίας, αλλά και της δυνατότητάς της να την υπερασπιστεί.
Tο iEidiseis μίλησε για το θέμα αυτό με τον Δρ Μάρκο Κωνσταντινίδη, ερευνητή στο Luxembourg Centre for European Law (LCEL), του Πανεπιστημίου του Λουξεμβούργου*:
Στις 21 Αυγούστου 2025, οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και η ΕΕ εξέδωσαν κοινή δήλωση επί ενός «πλαισίου συμφωνίας» για το Ευρωατλαντικό εμπόριο. Περί τίνος πρόκειται;
-Ήταν ένας αμφιλεγόμενος συμβιβασμός, που είχε σκοπό να περιορίσει την αβεβαιότητα που είχαν προκαλέσει οι απειλές του Αμερικανού Προέδρου Donald Trump για δραματική αύξηση δασμών στα Ευρωπαϊκά αγαθά. Εν πολλοίς, η συμφωνία αυτή προετοίμαζε το έδαφος για περαιτέρω διαπραγματεύσεις στον μέλλον.
Από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης ποια ήταν η «γραμμή» που τηρήθηκε;
– Η ΕΕ συμφώνησε στο μηδενισμό των δασμών επί των Αμερικανικών βιομηχανικών προϊόντων και απεδέχθη ένα ανώτατο όριο 15% Αμερικανικών δασμών επί των Ευρωπαϊκών αγαθών. Σημείωσε ακόμη ότι «προτίθεται» να συνεχίσει, σε υψηλά επίπεδα, την προμήθεια υγροποιημένου φυσικού αερίου, πετρελαιοειδών και τσιπ τεχνητής νοημοσύνης από τις ΗΠΑ. Αλλά και ότι θα αυξήσει «σημαντικά» την προμήθεια αμερικανικού στρατιωτικού και αμυντικού εξοπλισμού. Τέλος, η ΕΕ δεσμεύτηκε ότι θα επανεξετάσει την Ευρωπαϊκή νομοθεσία για την προώθηση της βιωσιμότητας στο διεθνές εμπόριο.
Δεν είχαμε όμως αλλαγή πλεύσης από τις ΗΠΑ;
– Ναι. Μόλις λίγες ημέρες αργότερα, φαίνεται πως αυτά δεν αρκούν. Η αμερικανική κυβέρνηση φαίνεται να εξετάζει το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων σε αξιωματούχους της ΕΕ ή κρατών μελών, όπως η Ελλάδα, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για την εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Πράξης για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες (Digital Services Act, ή DSA). Ο νόμος αυτός ρυθμίζει τις ψηφιακές πλατφόρμες, όπως πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, ώστε να περιοριστεί η μετάδοση παράνομου περιεχομένου και παραπληροφόρησης. Μέσω του διαδικτύου, ο Πρόεδρος Trump προειδοποίησε επίσης ότι θα επιβάλει «σημαντικούς» δασμούς και περιορισμούς εξαγωγών ευαίσθητων τεχνολογιών σε όλα τα κράτη που έχουν θεσπίσει «ψηφιακούς φόρους, νόμους, κανόνες, ή κανονισμούς». Πέραν της Πράξης για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες, αυτό αφορά και την Ευρωπαϊκή Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές (Digital Markets Act, ή DMA), η οποία ρυθμίζει τη λειτουργία μεγάλων πλατφορμών για την επίτευξη συνθηκών ανοιχτού και δίκαιου ανταγωνισμού στον ψηφιακό χώρο.
Ποια η σημασία αυτής της κίνησης;
– Οι δύο Πράξεις αυτές είναι βασικοί πυλώνες της Ευρωπαϊκής ψηφιακής πολιτικής. Νομοθετήθηκαν το 2022 με σκοπό να προστατευθούν οι χρήστες ψηφιακών πλατφορμών, πολλώ μάλλον τα παιδιά, από επιβλαβές περιεχόμενο και να ενισχυθεί η διεκδικησιμότητα των ψηφιακών αγορών. Απειλώντας με κυρώσεις, δασμούς και περιορισμούς εξαγωγών, οι ΗΠΑ ασκούν πίεση στην ΕΕ ώστε να καταργήσει ή να περιορίσει δραστικά τις ρυθμίσεις αυτές. Τέτοιες εξελίξεις ξαφνιάζουν, αν μπορεί κανείς ακόμη να ξαφνιαστεί, και πάντως μετά βίας θυμίζουν μία δυναμική συμμαχίας μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ, στην οποία είχαμε παραδοσιακά συνηθίσει.
Και γιατί πιστεύετε ότι το έκαναν αυτό οι ΗΠΑ;
– Είναι λογικό πως η Αμερικανική κυβέρνηση προστατεύει αμερικανικά επιχειρηματικά συμφέροντα: Όπως υποστηρίζουν, η Ευρωπαϊκή ψηφιακή πολιτική στοχεύει και επιβαρύνει συγκεκριμένα αμερικανικές πλατφόρμες. Δεύτερον, τους τελευταίους μήνες, το Κογκρέσο όπως και ο Αμερικανός Αντιπρόεδρος JD Vance κατήγγειλαν πως οι κανόνες ελέγχου ψηφιακού περιεχομένου χρησιμοποιούνται για να λογοκριθούν ορισμένες πολιτικές δυνάμεις στην Ευρώπη, που τυγχάνουν φιλικές προς τις θέσεις του Προέδρου Trump.
Πώς αντιδρά και πώς πρέπει να αντιδράσει η ΕΕ σε αυτήν την εξέλιξη;
– Προς το παρόν, η ΕΕ θα πρέπει να επικεντρωθεί, όπως και κάνει, στην εφαρμογή του πλαισίου συμφωνίας, ελπίζοντας πως η αμερικανική κυβέρνηση δεν θα επιμείνει περαιτέρω στα θέματα ψηφιακής πολιτικής. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η ΕΕ δεν πρέπει να υποχωρήσει στις αμερικανικές διεκδικήσεις αφού τότε θα ακολουθούσαν κι άλλες, από τις ΗΠΑ και όχι μόνο. Εάν οι απειλές του Προέδρου Trump πραγματοποιηθούν, το πλαίσιο συμφωνίας του Αυγούστου θα καταρρεύσει. Η ΕΕ θα μπορούσε άμεσα να επιβάλλει και πάλι δασμούς σε αμερικανικά αγαθά, και θα έπαυε να δεσμεύεται, έστω και πολιτικά, από υποσχέσεις αύξησης προμηθειών στον χώρο της ενέργειας ή της άμυνας από τις ΗΠΑ. Επίσης η ΕΕ μπορεί να απαντήσει, για πρώτη φορά, μέσω του Κανονισμού κατά του Οικονομικού Εξαναγκασμού (ΚΟΕ). Ο ΚΟΕ δίνει τη δυνατότητα στην ΕΕ να υπερασπιστεί τον εαυτό της ή κάποιο κράτος μέλος, σε περίπτωση που τρίτη χώρα εργαλειοποιεί το διεθνές εμπόριο προκειμένου να παρέμβει σε «κυρίαρχες» ευρωπαϊκές επιλογές. Εκ πρώτης όψεως, οι Αμερικανικές πιέσεις σχετικά με τις δύο ευρωπαϊκές ψηφιακές Πράξεις εμπίπτουν πλήρως σε αυτόν τον ορισμό. Έτσι, η ΕΕ θα μπορούσε να αντιδράσει επιβάλλοντας αυξημένους δασμούς, ή περιορίζοντας εισαγωγές και εξαγωγές ή και Αμερικανικές επενδύσεις.
Δηλαδή υπάρχουν νομικά ορθοί τρόποι αντίδρασης…
– Βέβαια η ΕΕ διαθέτει τα νομικά μέσα για να αμυνθεί. Όμως μία ισχυρή αντίδραση πιθανώς να προκαλέσει έναν πλήρη εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ, κάτι που θα είχε ακόμη μεγαλύτερο κόστος για την Ευρωπαϊκή οικονομία. Οι ΗΠΑ θα μπορούσαν επίσης να προβούν σε αντίποινα σε ζητήματα άμυνας, κυρίως στον πόλεμο της Ουκρανίας. Άλλωστε, η στάση των ΗΠΑ δεν αφορά τόσο το ευρωατλαντικό εμπόριο καθαυτό, όσο την ευρύτερη θέση της Αμερικής στον κόσμο. Θα ήταν αφελές η ΕΕ να αντιδράσει λαμβάνοντας υπόψη μόνο την εμπορική διάσταση των σχέσεών της με τις ΗΠΑ.
Όλες οι χώρες της Ευρώπης θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι η κανονιστική πολιτική, το εμπόριο και η ασφάλεια είναι πεδία αλληλένδετα. Η δυνατότητα της Ευρώπης να υπερασπιστεί τις εσωτερικές πολιτικές της επιλογές μπορεί τελικά να εξαρτάται από τη δυνατότητά της να υπερασπιστεί αυτόνομα τα γεωπολιτικά της συμφέροντα.
Όμως ας αποδώσουμε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι. Αυτή η συνειδητοποίηση -που είναι άκρως παιδευτική- οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη στάση της αμερικανικής κυβέρνησης. Στο κάτω-κάτω, γι’ αυτό είναι οι «φίλοι».
• Ο Μάρκος Κωνσταντινίδης είναι δικηγόρος Αθηνών, διδάκτωρ νομικής, και ερευνητής στο Κέντρο Ευρωπαϊκού Δικαίου του Πανεπιστημίου του Λουξεμβούργου. Ασχολείται με το Ευρωπαϊκό και διεθνές οικονομικό δίκαιο, και τη διεθνή διαιτησία.