Όπως μάς εξηγεί η Δρ. Ίλια Ν. Θεοτοκά, κλινική ψυχολόγος- ψυχοθεραπεύτρια στο Αιγινήτειο Νοσοκομείο, «η σεξουαλική παρενόχληση είναι η απόλυτη υποτίμηση της ανθρώπινης υπόστασης: το θύμα ακινητοποιείται, σοκάρεται, ακυρώνεται, επειδή ο θύτης έχει βαθιά υποτιμήσει τα πιο προσωπικά στοιχεία της οντότητας του. Ταπείνωση, προσβολή, ενοχή, φόβος, άγχος, ψυχολογική αποδυνάμωση, αρνητική εικόνα για τον εαυτό και για το σώμα.
Το θύμα υποφέρει, βιώνει μία βαθιά και βαριά τραυματική εμπειρία, η οποία συχνά να αναβιώνεται στην πορεία της ζωής του και προσπαθεί κάθε φορά να την απωθεί, για να μην υποφέρει».
Αλλά δεν είναι μόνο το πρόβλημα της σεξουαλικής επιβολής που πληγώνει… Όπως σημειώνει η Δρ Θεοτοκά, «ασφαλώς, δεν είναι μόνο η σεξουαλική παράμετρος, στο θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης, είναι θέμα βίας και επιθετικής συμπεριφοράς. Είναι θέμα επιβολής, επίδειξης ισχύος και επικράτησης(ένδειξη "αρρενωπότητας" ή συμπεριφορά κυριαρχίας, επικράτησης, προνόμιο των ανδρών) αλλά και θέμα ψυχολογικού χειρισμού μέσα από την ανισότητα θύτη-θύματος.
Σε όλα τα παραπάνω προστίθεται και η αλαζονεία της εξουσίας: Δεν σε υπολογίζω, σου ασκώ βία, κάνω ότι θέλω στο σώμα σου, σε υποτιμώ σαν άνθρωπο, σα γυναίκα, για να κάνω αυτό που θέλω (εσύ δεν υπάρχεις πουθενά) και ξέρω ότι δεν θα τιμωρηθώ, γιατί εσύ δεν θα μιλήσεις, γιατί σε έχω σε τέτοιο βαθμό υποβαθμίσει, που δεν θα τολμήσεις. Όταν υποτάσσεσαι σε εκμεταλλεύομαι, όταν αντιστέκεσαι, σε τιμωρώ. Το θύμα λοιπόν μπαίνει σε μία συνθήκη lose-lose.
Σε πολλές περιπτώσεις, επέρχονται μακροχρόνιες επιπτώσεις στην προσωπική, σεξουαλική, κοινωνική, επαγγελματική ζωή. Όλα αυτά μπορεί να οδηγήσουν σε μειωμένο κίνητρο, στοχοθέτηση, επίτευξη στόχων, παραγωγικότητα».
Θέσαμε επίσης στην ειδικό το ερώτημα των ημερών για κάποιους που είναι «γιατί τώρα»;
«Είναι διαφορετικό να μάς το διηγούνται οι άλλοι και διαφορετικό να το βιώνουμε εμείς οι ίδιοι, ας προσπαθήσουμε να μπούμε στη θέση τους. Είναι πολύ προσωπικά και σύνθετα θέματα για να τα θέσουμε στην δημόσια κρίση και κριτική.
Οι ψυχολόγοι αφιερώνουμε πολλές συνεδρίες προκειμένου οι ασθενείς μας να καταφέρουν να μιλήσουμε γι’ αυτό, παρότι βρίσκονται σε ένα περιβάλλον ασφάλειας, εμπιστοσύνης, προστασίας και υποστήριξης. Ντρέπονται να το ομολογήσουν και παραμένει τραυματικό μετά από πολλά χρόνια: ποιος θα τους πιστέψει, ποιος θα τους υποστηρίξει, ο σύντροφος μπορεί να φύγει και η ίδια η οικογένεια μπορεί να είναι εξίσου αδύναμη. Είμαστε καχύποπτοι και "άπιστοι Θωμάδες", συχνά δεν υπάρχει εμπιστοσύνη και σεβασμός στη θέση του άλλου, εύκολα κρίνουμε χωρίς να γνωρίζουμε».