Για την ομόφωνη απόφαση της Επιτροπής των Λοιμωξιολόγων στο άνοιγμα των σχολείων και τις διαφορετικές απόψεις που ακούστηκαν αναφέρθηκε ο καθηγητής του ΕΚΠΑ Δημήτρης Παρασκευής.
Ειδικότερα, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα σημείωσε ότι «η χθεσινή συνεδρίαση ήταν ενδιαφέρουσα και είναι θεμιτό να έχουμε διαφορετικές απόψεις και μάλιστα αυτό μας βοηθάει έτσι ώστε να καταλήξουμε στην πιο ορθή λύση. Είναι πλεονέκτημα και όχι μειονέκτημα η ανταλλαγή διαφορετικών φιλοσοφιών ή τρόπου σκέψης των μελών της επιτροπής».
Για τα self test ανέφερε πως «θα μας βοηθήσουν πάρα πολύ αλλά δεν σημαίνει ότι είναι πανάκεια. Δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να ξεχάσουμε ή δεν θα πρέπει να λάβουμε υπόψη τα γνωστά μέτρα, ότι δεν θα πρέπει να τηρούμε τα μέτρα της φυσικής απόστασης, της σωστής χρήσης μάσκας γιατί κάθε τι λειτουργεί επικουρικά και κανένα μέτρο δεν έχει απόλυτη προστασία έναντι της μόλυνσης από τον κορονοϊό» και συμπλήρωσε: «Θα προφυλάξουμε την κοινότητα και τις οικογένειες από μεταδόσεις είτε από τα παιδιά, είτε προς τα παιδιά. Με τα self test θα είμαστε σε θέση να διαγνώσουμε έγκαιρα τα παιδιά τα οποία έχουν κολλήσει κορονοϊό και ανάλογα είτε να προφυλάξουμε τις στενές τους επαφές, τα μέλη της οικογένειάς τους αλλά αντίστοιχα να ενισχυθεί η πρακτική του τέστινγκ, γιατί αν έχεις σε μια οικογένεια ένα παιδί θετικό, το πιο πιθανό είναι να ελεγχθούν και οι γονείς. Άρα δεν αυξάνεται ο κίνδυνος, αλλά θα μειωθεί γιατί θα αυξηθεί το testing».
Για το εμβόλιο της Astrazeneca δήλωσε: «Αυτό είναι κάτι που ενδεχομένως θα εξεταστεί (ο αποκλεισμός ορισμένων ηλικιακών ομάδων από τον εμβολιασμό με AZ) θα συζητηθεί στη συνεδρίαση της Επιτροπής Εμβολιασμών. Μέχρι στιγμής η αίσθηση που αποκομίζουμε είναι ότι με δεδομένο ότι το όφελος από το εμβόλιο είναι σημαντικά μεγαλύτερο από τους πιθανούς κινδύνους, δεν θα γίνει αναστολή της χρήσης του εμβολίου αυτού, θα γίνουν σίγουρα συστάσεις για την αντιμετώπιση και την έγκαιρη διάγνωση των θρομβώσεων και ενδεχομένως θα τροποποιηθούν οι οδηγίες για τη χρήση του στην Ελλάδα.
Τα μέχρι τώρα διαθέσιμα στοιχεία υποδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν γνωστοί προγνωστικοί παράγοντες για τις θρομβώσεις αυτού του είδους, ούτε τα άτομα τα οποία είχαν εμφανίσει θρομβώσεις στο παρελθόν έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο. Αυτό το οποίο αναφέρουν οι οδηγίες αφορούν στην έγκαιρη διάγνωση αν τυχόν εμφανιστούν συμπτώματα στα άτομα τα οποία έχουν εμβολιαστεί προκειμένου να αντιμετωπιστούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο».