Παγίδες κρύβουν και φέτος τα τεκμήρια διαβίωσης, με αποτέλεσμα χιλιάδες φορολογούμενοι να έρχονται αντιμέτωποι με τον κίνδυνο υψηλών φόρων. Πρόκειται για τις ελάχιστες ετήσιες δαπάνες χρήσης και συντήρησης περιουσιακών στοιχείων, όπως κατοικίες, αυτοκίνητα, σκάφη αναψυχής, αεροσκάφη και πισίνες, αλλά και ποσά που, σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, αντιπροσωπεύουν τα ελάχιστα ετήσια έξοδα του φορολογούμενου για την...επιβίωσή του.
Βάσει της διαδικασίας, οι υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων αθροίζουν όλα τα παραπάνω ποσά τεκμηρίων και προσδιορίζουν το συνολικό ετήσιο εισόδημα κάθε φορολογούμενου, κατά τεκμαρτό τρόπο. Το άθροισμα των αντικειμενικών δαπανών διαβίωσης προκύπτει από την πρόσθεση των ακόλουθων στοιχείων:
Την ελάχιστη τεκμαρτή δαπάνη διαβίωσης, η οποία ανέρχεται σε 3.000 ευρώ για κάθε άγαμο, διαζευγμένο ή χήρο φορολογούμενο και σε 5.000 ευρώ για τους έγγαμους συζύγους που υποβάλλουν κοινή δήλωση. Η ελάχιστη τεκμαρτή δαπάνη διαβίωσης υπολογίζεται μόνο εφόσον ο φορολογούμενος ή ένας εκ των δύο συζύγων δηλώνει έστω κι ένα ευρώ πραγματικό εισόδημα ή εφόσον βαρύνεται με οποιοδήποτε άλλο τεκμήριο διαβίωσης λόγω χρήσης κατοικίας, αυτοκινήτου, σκάφους κ.λπ.
-Τις τεκμαρτές δαπάνες των ιδιοκατοικούμενων ή μισθωμένων ή δωρεάν παραχωρηθείσες κύριων και δευτερευουσών κατοικιών.
-Τα επιβατικά αυτοκίνητα
-Τα δίδακτρα που καταβλήθηκαν ετησίως σε ιδιωτικά σχολεία στοιχειώδους και μέσης εκπαίδευσης.
-Τα ποσά μισθοδοσίας που καταβάλλονται σε οικιακούς βοηθούς, οδηγούς αυτοκινήτων, δασκάλους και λοιπό προσωπικό.
-Τα σκάφη αναψυχής.
-Τα αεροπλάνα, ελικόπτερα και ανεμόπτερα.
Στη συνέχεια συγκρίνουν το συνολικό τεκμαρτώς προσδιορισθέν εισόδημα με το συνολικό δηλωθέν φορολογητέο εισόδημα - και αν το πρώτο είναι μεγαλύτερο – η επιπλέον διαφορά που προκύπτει προστίθεται στο δηλωθέν φορολογητέο εισόδημα.
Εφόσον, η διαφορά αυτή δε δικαιολογείται από τον φορολογούμενο με την επίκληση περισσεύματος εισοδημάτων που απέκτησε τα προηγούμενα χρόνια και δαπάνησε εντός του έτους για το οποίο υποβάλλει τη δήλωση εισοδήματος, φορολογείται ως εισόδημα από επιχειρηματικές δραστηριότητες, με 22% από το πρώτο ευρώ μέχρι τις 20.000 ευρώ, με 29% στο τμήμα από τις 20.000 έως τις 30.000 ευρώ, με 37% στο τμήμα από τις 30.000 έως τις 40.000 ευρώ και με 45% στο τμήμα πάνω από τις 40.000 ευρώ, εφόσον το συνολικό δηλωθέν εισόδημα του φορολογούμενου, σε ποσοστό πάνω από 50%, δεν προέρχεται από μισθούς ή συντάξεις.
Τώρα, σε περίπτωση που το πραγματικό δηλωθέν εισόδημα του φορολογούμενου προέρχεται σε ποσοστό άνω του 50% από μισθούς ή συντάξεις ή είναι μηδενικό ή ο φορολογούμενος είναι άνεργος, τότε η όποια επιπλέον διαφορά φορολογητέου εισοδήματος προκύπτει με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης φορολογείται, όπως και το τυχόν πραγματικό δηλωθέν εισόδημα, ως εισόδημα από μισθούς ή συντάξεις, δηλαδή με αφορολόγητο όριο 8.636 – 9.545 ευρώ και στη συνέχεια με τους συντελεστές, οι οποίοι προαναφέρθηκαν.
Μια αποτελεσματική μέθοδος αποφυγής των τεκμηρίων, είναι η επίκληση εισοδημάτων παρελθόντων οικονομικών ετών. Πρόκειται για την «ανάλωση κεφαλαίου παρελθόντων ετών» με την οποία μπορεί να καλυφθεί η όποια πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος.